Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

Η σημαία της τέχνης μας

Υπεύθυνος: Επιμέλεια: ΕΥΑΝΝΑ ΒΕΝΑΡΔΟΥ, ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ, ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ, ΠΑΡΗ ΣΠΙΝΟΥ
Τι σημαίνει ελληνικότητα σήμερα; Κινδυνεύει από την παγκοσμιοποίηση; Ενόψει της εθνικής επετείου, δέκα νέοι δημιουργοί από τους χώρους της μουσικής, του θεάτρου, της λογοτεχνίας, των εικαστικών και της αρχιτεκτονικής μιλούν γι αυτόν τον παρεξηγημένο όρο, καθώς και για τα στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας που αφομοιώνουν ή απορρίπτουν με τη δουλειά τους.
ΣΑΝΤΑΖΙΝΙΑ Τραγουδοποιός: «Τίποτα δεν είναι καθαρά ελληνικό»
«Η ελληνικότητα είναι αίσθημα και συγκεκριμένα είναι η συνειδητοποίηση αυτού του αισθήματος. Σίγουρα δεν έχει να κάνει με κάτι καθαρά «ελληνικό» ή οτιδήποτε άλλο. Αυτό θα ήταν ύποπτο», λέει η Γιολάντα Τσιαμπόκαλου, η Σανταζίνια των Ακτιβ Μέμπερ.
«Ευτυχώς τίποτα και ποτέ δεν είναι καθαρά ελληνικό ή καθαρά γαλλικό ή καθαρά πολωνικό ή οτιδήποτε άλλο... Ποτέ δεν χρησιμοποίησα αυτή τη λέξη, ωστόσο δεν χρησιμοποιώ -όχι από ιδεολογικό φόβο, αλλά καθαρά για αισθητικούς λόγους. Επίσης, ποτέ δεν περίμενα ότι θα απαντήσω ξανά σε ερώτηση με αφορμή την 25η Μαρτίου!»
Κατά τη γνώμη της Σανταζίνια, η ελληνικότητα όχι μόνο δεν κινδυνεύει την εποχή της παγκοσμιοποίησης, αλλά «αντιθέτως εμπλουτίζεται ή φτωχαίνει ανάλογα με την τριβή μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά αφού μιλάμε για όρους, νομίζω ότι η "παγκοσμιοποίηση" χρησιμοποιείται σε οικονομικό πλαίσιο μόνο».
Οσο για το πώς η ελληνική κουλτούρα επηρέασε τη δουλειά της, λέει: «Είμαι αλλεργική σε λέξεις όπως "κουλτούρα", "τέχνη", "επέτειος". Μιλώ για τον "τρόπο" που κάνω τα πράγματα, ή τον "δρόμο" που χαράζω σε πατημένα μονοπάτια, σε ξέφωτα ή σε ξεροτόπια. Γράφω και τραγουδώ έχοντας βαθιά μέσα στις φλέβες μου τα παραμύθια της γιαγιάς μου, τα λιόδεντρα του παππού και τις κουβέντες μας, της μάνας μου το νοιάξιμο και την ήρεμη δύναμη, τις αφηγήσεις του πατέρα μου, του άντρα μου την βλασφήμια και την καλοσύνη, της κόρης μου το βλέμμα και την πάστρα της ψυχής της, και αμέτρητα ανεπαίσθητα ή εκκωφαντικά πράγματα, λόγια, κινήσεις ανθρώπων, ζώων, δέντρων, ποταμιών που συνάντησα στη ζωή μου ταξιδεύοντας και ζώντας. Είμαι σφουγγάρι που μαζεύω μέσα μου μικρές λεπτομέρειες και ιπτάμενες αναμνήσεις. Και με αυτές δουλεύω».
ΕΚΤΟΡΑΣ ΛΥΓΙΖΟΣ Σκηνοθέτης: «Γιατί γίναμε τόσο οκνηροί;»
Δεν ξέρω πώς συνυπάρχει η τάση μας να σηκώνουμε τείχη, να κλεινόμαστε σπίτια μας, να κλείνουμε σύνορα, ν' απομονωνόμαστε και να βρίζουμε το έξω, με την ανάγκη μας να περνάμε καλά, να σκορπάμε και να σκορπιόμαστε, ν' αφήνουμε πόρτες ανοιχτές...», αναρωτιέται ο Ε. Λυγίζος, που φέτος σκηνοθέτησε τις «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ στο θέατρο «Χώρα» και τώρα γράφει το σενάριο για την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία.
«Προσωπικά νιώθω κάπως έτσι: μέχρι να με ξεσηκώσει μια μανία φοβάμαι και τον ίσκιο μου, με το που θα με παρασύρει κάτι, τα ξεπουλάω όλα: τη ζωή μου, το μέλλον μου, το ιστορικό παρελθόν -ό,τι κι αν αυτό σημαίνει... Θέλει μελέτη για να καταλάβουμε πώς εμείς οι Ελληνες γίναμε τόσο οκνηροί κι ανοργάνωτοι και αναβλητικοί, αλλά πάντως μπορεί όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μας να είναι και μια άμυνα απέναντι στ' ασήμαντα. Σε αντίθεση με τον Γερμανό ή τον Αγγλο που είναι εξίσου μεθοδικοί με ό,τι σημαντικό ή ασήμαντο κι αν καταπιαστούν. Αν ήμασταν πιο ευαίσθητοι σε κάτι τέτοια εσωτερικά καμπανάκια, ίσως και ν' αποφεύγαμε πολύ συχνότερα τις αγγαρείες και να κάναμε αυτά που πραγματικά μας αρέσουν».
ΧΑΡΑ ΚΟΛΑΪΤΗ Εικαστικός: «Διαβίωση και όχι επιβίωση»
Η σημασία της λέξης «ελληνικότητα» δεν έχει αλλάξει σε σχέση με το χθες για τη Χαρά Κολαΐτη. «Εξακολουθεί να σημαίνει: η ιδιότητα, το γνώρισμα του ελληνικού, ο ελληνικός χαρακτήρας», λέει η εικαστικός που έχει επινοήσει τη λαϊκοπόπ περσόνα Αννα Γούλα και με τις περφόρμανς της σατιρίζει το νεοελληνικό κιτς.
«Ζώντας σ' έναν τόπο ζυμώνεσαι με και από αυτόν. Νομίζω λοιπόν ότι είναι άπειρα τα στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας που έχουν επηρεάσει τη δουλειά μου, άλλα σε μεγαλύτερο βαθμό κι άλλα σε μικρότερο».
Κατά την άποψή της «η ελληνικότητα δεν κινδυνεύει από την παγκοσμιοποίηση, αλλά από τους Ελληνες. Οταν υπάρχει παιδεία και στα σχολεία οι μαθητές διδάσκονται σωστά τη γλώσσα και την ιστορία του τόπου κι όταν υπάρχουν "ευημερία'', "ανάπτυξη'', "ελπίδα για το μέλλον και τους νέους'', "δικαιοσύνη", "πρόνοια για τους πολίτες και τους ηλικιωμένους'' , δηλαδή σωστές συνθήκες διαβίωσης (και όχι επιβίωσης), ώστε να κάνουν τους πολίτες να αγαπούν και να νιώθουν υπερήφανοι για την πατρίδα τους, η ελληνικότητα δεν κινδυνεύει. Οταν όμως υπάρχει ημιμάθεια ή αμάθεια και καμιά από τις παραπάνω "αρετές'' μιας κοινωνίας, τότε και η ελληνικότητα γίνεται συνώνυμο του φανατισμού και της ελληνοφρένειας. Εκεί έρχεται ο εκφυλισμός του όρου αλλά και της σημασίας της λέξης. Εκεί κινδυνεύει τόσο η λέξη όσο κι η πατρίδα».
SUGAHSPANK! Τραγουδίστρια: «Spao to kefali mou, ellinikotita den blepw»
«Η ελληνικότητα είναι συνώνυμο και ταυτόχρονα αντίθετο με την οικειότητα», λέει η τραγουδίστρια Sugahspank! που τα τελευταία χρόνια λάνσαρε ένα είδος ελληνικής, αλλά αγγλόφωνης σόουλ.
«Αγαπώ τη χώρα μου για τα βασικά της χαρακτηριστικά: τη φυσική ομορφιά, την έμφυτη τεμπελιά -όχι απαραίτητα κακή-, την ελληνική κουζίνα, τους φιλικούς ανθρώπους, την ανάγκη των νέων να ξεφύγουν από το κατοχικό σύνδρομο -σταθερή δουλειά στο Δημόσιο και το βράδυ το παίζω καμπόσος στα μπουζούκια-, τον φρέντο -νέα ελληνική ανακάλυψη μετά τον φραπέ- αλλά και τους σπουδαίους άνθρωπους που εξέλιξαν την μουσική και τόνωσαν την "εθνική υπερηφάνεια". Αντιθέτως οτιδήποτε σχετίζεται με την έλλειψη αστικής και κοινωνικής παιδείας με κάνει και ξερνάω. Κρίμα για τα νέα παιδιά που θέλουν σιγά σιγά να απαλλαγούν από τα κλισέ και δυστυχώς αντιμετωπίζουν τον αντίκτυπο των διδαχών και πράξεων των παλαιότερων γενεών και την εισβολή των νεότερων πλαστών αναγκών. Spao to kefali mou alla ellinikotita den blepw xekathara ti einai, kai den ftaiw mono ego gia afto».
Οσο για το πόσο κινδυνεύει η ελληνικότητα την εποχή της παγκοσμιοποίησης, η Sugahspank! δεν μασάει τα λόγια της: «Κινδυνεύει όσο η βρετανικότητα ή η ισπανικότητα. Το αν θα χάσουμε τις παραδόσεις ή την εθνική μας συνείδηση είναι προσωπικό ζήτημα του καθενός. Ο κίνδυνος βρίσκεται στην υποδούλωση ολόκληρων λαών από τις εταιρείες κολοσσούς. Φοβάμαι αν το παιδί μου θα έχει φυτεμένο στο σβέρκο του κάνα τσιπάκι. Το αν δεν θα έχει δοκιμάσει φέτα ή θα ξέρει αρχαία είναι το λιγότερο».
Οσο για τα στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας που την επηρέασαν, σχολιάζει: «Λόγω αγγλικού στίχου, οι ελληνικές αναφορές δεν είναι εμφανείς. Η επιρροή όμως στο χαρακτήρα μου των Γιάννη Χρήστου, Ξενάκη, Χατζιδάκι, Λαβράνου, Βαμβακάρη, Δόμνας Σαμίου, είναι πολύ έντονη. Οι πρώτοι δύο μου έμαθαν τη μουσική, οι δεύτεροι δύο με έκαναν να νιώσω πλούσια, οι τελευταίοι με βοήθησαν να νιώσω περήφανη για τις ρίζες μου -κάτι που από μικρή προσπαθούσα να αποφύγω».
ΦΟΙΒΟΣ ΔΕΛΗΒΟΡΙΑΣ Τραγουδοποιός: «Εμπιστεύομαι το βίωμά μου»
«Ελληνικότητα για μένα θα είναι πάντα το πηγαίο, όπως εκφράζεται εδώ» λέει ο Φοίβος Δεληβοριάς, η σημαντικότερη φωνή τού τραγουδιού τής γενιάς του.
«Ενα πηγαίο αγγλόφωνο τραγούδι που γράφει ένας Ελληνας μπορεί να είναι πιο ελληνικό από ένα άλλο που μιμείται αεριτζίδικα τα παραδοσιακά. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι πόσο πηγαίος μπορεί να είναι κανείς όταν δεν γράφει στη γλώσσα που μιλάει με τους γύρω του. Θα γινόταν ποτέ ο Ντίλαν αυτό που είναι, αν έγραφε τα τραγούδια του στα γαλλικά;. Το πανκ κίνημα στη Βρετανία θα είχε ενδιαφέρον αν δεν γραφόταν στη γλώσσα που καταλάβαιναν όλοι;»
Κατά τη γνώμη του, η ελληνικότητα δεν κινδυνεύει ούτε από την παγκοσμιοποίηση, ούτε από τους «Κίσινγκερ» των διαφόρων θεωριών συνωμοσίας. Κινδυνεύει από το δικό της φόβο να πεθάνει και να αναστηθεί. Οσο στα σαββατιάτικα τραπεζώματα της ΝΕΤ θα τραγουδιέται για εκατομμυριοστή φορά το «Σ'αγαπώ γιατί είσ' ωραία» και η «Φραγκοσυριανή» από κάτι ψευτοχαρούμενους ηθοποιίσκους, τόσο θα είμαστε άρρωστοι και γαντζωμένοι στο φουστάνι της νεκρής μητέρας μας. Επίσης, όσο οι εφημερίδες θα πουλάν μισοτιμής τον «Ερωτόκριτο», τον Θεοδωράκη ή τον Ακη Πάνου, κανένας νέος και υγιής δεν θα καίγεται να τους ανακαλύψει. Την ελληνικότητα τη σκοτώνουν πρώτοι και καλύτεροι οι ίδιοι της οι νοσταλγοί. Για μένα παράδοση δεν είναι μόνο το φολκλόρ, οι μονοί ρυθμοί και τα δεκαπεντασύλλαβα, αλλά ακόμα και η δεκαετία του '80 που ήμουν παιδί. Παράδοση είναι το παρελθόν όπως το φαντάζεται ο μελλοντικός άνθρωπος.
Οπότε στα τραγούδια μου δεν έχω καμιά ιδιαίτερη αγωνία ν'ακουστώ ελληνικός. Εμπιστεύομαι το βίωμά μου είτε αυτό είναι τα λαϊκά παραμύθια που μου διάβαζε η μητέρα μου, είτε τα τραγούδια του Διονυσίου που παίζαν τα ραδιοφωνάκια, είτε η Λένα Πλάτωνος, που -μόνη στην Αθήνα του '80- άκουγε έναν άλλον ήχο. Επίσης δεν φοβάμαι να γράφω μπόσα νόβες ή ρέγκε ή και γαλλοπρεπή τραγουδάκια, αν έχω τέτοια διάθεση. Γιατί δεν αξιώνω καμιά θέση στο πάνθεον της ιστορίας τους. Είμαι απλά ένας Ελληνας που κρυφακούει.
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ Συγγραφέας: «Κάτι μύχιο και απολύτως ιδιωτικό»
Από τους πιο παραγωγικούς πεζογράφους της εποχής μας, ο γεννημένος το 1979 Κορτώ, έχει δημοσιεύει μια ντουζίνα έργων για ενήλικες, χώρια τις ιστορίες για παιδιά που υπογράφει με το πραγματικό του όνομα (Πέτρος Χατζόπουλος).
Το τελευταίο του μυθιστόρημα «Δεκάξι» (εκδ. Καστανιώτης) εκτυλίσσεται στη Ρωσία λίγο μετά το θάνατο του Στάλιν, έχοντας στο επίκεντρο έναν αυτόχειρα συνθέτη με παγκόσμια απήχηση, ανομολόγητα πάθη και σκοτεινό παρελθόν.
«Ελληνικότητα για μένα δεν είναι μια συλλογική εθνική προπαίδεια» λέει ο Κορτώ, «αλλά κάτι το μύχιο κι απολύτως ιδιωτικό: η εκλεκτικότητα στο χειρισμό της γλώσσας, η αισθητική του καθημερινού, η προσέγγιση του ωραίου. Με λίγα λόγια, η ομορφιά -κι όχι η ανερμάτιστη περηφάνια- του να είσαι Ελληνας». Απ' τη μεριά του θεωρεί πως η παγκοσμιοποίηση «μάλλον τονώνει παρά υπονομεύει τις ιδιαίτερες φωνές κι αποχρώσεις των εθνών. Επομένως, δεν διατρέχει κίνδυνο φθοράς ή εξάλειψης».
Οσο για τη σχέση του με τον ελληνικό πολιτισμό, «μ' έχει επηρεάσει υπό μορφήν νησίδων αγάπης, μίμησης και κατάνυξης: μέσα από την πρόζα του Βιζυηνού και του Τσιφόρου, τη μουσική και τη στάση ζωής του Μάνου Χατζιδάκι, μέσα από έναν πίνακα του Ακριθάκη ή μια λατρευτική ματιά στην Αφροδίτη της Μήλου. Από κει κι έπειτα, το μυαλό και η ψυχή μου είναι ανοιχτά σε κάθε ξενόφερτη επιρροή που εκλαμβάνω ως (μακρινή ή κοντινή) συγγένεια».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΑΝΟΥΡΗΣ Ηθοποιός, σκηνοθέτης: «Η συνείδηση είναι το κλειδί»
Με μια σειρά από εικόνες απαντά ο νεαρός ηθοποιός και σκηνοθέτης, που φέτος ανέβασε την «Πέτρα της υπομονής» στο «Χώρα», στο ερώτημα περί ελληνικότητας:
«Ενα καφεδάκι στο καφενείο, μια μαυροφορεμένη γιαγιά, ο ήλιος, οι ονομαστικές εορτές, οι λέξεις "έρωτας", "ρε" και "μαλάκας", ένα σουβλάκι στο δρόμο, το φιλότιμο και η λαμογιά, η καλοπέραση, οι αρπαχτές, τα ασβεστωμένα σπίτια, το χωριό, το κομπολόι, τα νησιά, τα κεφτεδάκια, τα τσιγάρα, η Μελίνα, ο Τσαρούχης, ο Χατζιδάκις και ο Ελύτης, μια μούντζα μέσα απ' το αυτοκίνητο, η δραχμή, η γλώσσα, η οικογένεια, η ορθοδοξία, μια ψάθινη καρέκλα, ο Σωκράτης, η Σαπφώ και ο Ευριπίδης, μια ελιά, ο Καραγκιόζης, ο εθνικός ύμνος, ο Δεκαπενταύγουστος, μια φέτα καρπούζι, η Επίδαυρος, ο μπακλαβάς, το "όπα!". Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν μπορεί η παγκοσμιοποίηση να σβήσει τα χαρακτηριστικά αυτά, αν και πολύ φοβάμαι πως σιγά σιγά όλο και περισσότερα χάνονται...»
«Μοιραία, ό,τι κουβαλάμε πάνω μας μεταφέρεται στη δουλειά», επισημαίνει ο ίδιος. «Η δυσκολία είναι να αναγνωρίζουμε πως αυτό συμβαίνει, και να το χρησιμοποιούμε ή να το αποβάλουμε συνειδητά. Αν και πολλές φορές αυτό τελικά γίνεται ερήμην μας... Τι είναι ελληνικότητα; Μήπως τα γνωρίσματα της ελληνικής ζωής και κουλτούρας, μήπως το δελτίο ταυτότητας (που και αυτό πια άλλαξε) ή ένα οποιοδήποτε αποδεικτικό της ιθαγένειάς μας; Είναι κάποιο χαρακτηριστικό γνώρισμα, κάποιο αίσθημα, είναι συνείδηση, ή ταυτότητα; Μάλλον όλα μαζί... Πάντως ως αποδεικτικό του ποιοι είμαστε, δείχνουμε ταυτότητες και όχι συνειδήσεις».
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΚΑΛΙΔΗ Συγγραφέας: «Είμαστε οι επιλογές μας»
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, αυτό που κινδυνεύει είναι η ανθρωπιά» λέει η Σταυρούλα Σκαλίδη, που αντιλαμβάνεται την ελληνικότητα σαν «έναν τρόπο σκέψης που καθορίζεται από την άπλα και την ελευθερία της ελληνικής γλώσσας», της γλώσσας που προσέφερε και στην ίδια το όπλο της ειρωνείας.
Δημοσιογράφος και συστηματική blogger, η 32χρονη Σκαλίδη έχει πίσω της την αστυνομικής υφής νουβέλα «Προδοσία και εγκατάλειψη», με την οποία απέσπασε πέρσι το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του «Διαβάζω», ενώ αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το μυθιστόρημά της «Κρέας από σταφύλι» (εκδ. «Πόλις»), όπου ξεδιπλώνεται το παρελθόν και το παρόν ενός έλληνα κλοσάρ. «Εχω διαβάσει περισσότερο ξένη λογοτεχνία τελικά, αλλά κυρίως διαμεσολαβημένα από την ελληνική γλώσσα. Αγαπάω τη γλώσσα που μιλιέται και επιδιώκω να διασώσω τις φορτίσεις της. Εκτιμώ την αγγλική γλώσσα, εφόσον μου επιτρέπει να κατανοώ τον εαυτό μου στον σύγχρονο κόσμο της τεχνολογίας και του Διαδικτύου. Αγαπάω την ελληνική μουσική που οριοθετεί τη μνήμη μου, με τον ίδιο τρόπο που αγαπάω τα πορτογαλέζικα fados, που δεν καταλαβαίνω λέξη από τους στίχους τους. Τι θέλω να πω: υιοθετώ από οπουδήποτε οτιδήποτε με συγκινεί. Εάν το πάθος, η συγκίνηση και η ειλικρίνεια είναι στοιχεία της ελληνικότητας, ή της... γιαπωνέζικης ταυτότητας, ή της παγκοσμιοποίησης, τότε τα ασπάζομαι πλήρως. Είμαστε οι επιλογές μας».
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΓΓΕΛΙΔΑΚΗΣ Αρχιτέκτονας, εικαστικός: «Η ελληνικότητα έχει πια αρνητική χροιά»
Πειραματιστής στην εικονική αρχιτεκτονική, ο Α. Αγγελιδάκης παρουσιάζει συχνά στην Ελλάδα και το εξωτερικό τη δουλειά του, ενώ σχεδίασε τη 2η Μπιενάλε της Αθήνας.
«Η ελληνικότητα», πιστεύει, «μάλλον αρνητική χροιά έχει γιατί ούτε τη χώρα μας προσέχουμε αλλά ούτε ο ένας τον άλλο. Οτιδήποτε μου αρέσει από την Ελλάδα έχει σχέση με το τοπίο και έως ένα σημείο με τον τρόπο ζωής, ειδικά όσον αφορά την αναψυχή. Οπότε κάπως ρομαντικά θα όριζα την ελληνικότητα... Το ελληνικό τοπίο έχει επηρεάσει και τη δουλειά μου. Ο τρόπος που κατοικούμε μέσα σε αυτό, άμεσα, και πολλές φορές προσπερνώντας τους νόμους. Αυτού του είδους την ελευθερία τη βρίσκει κανείς και στο Ιντερνετ. Πάντως, αν θεωρήσουμε ότι η ελληνικότητα είναι κάτι το θεμιτό και πολύτιμο, τότε μάλλον κινδυνεύει περισσότερο από τους Ελληνες παρά από οποιονδήποτε άλλο. Σκεφτείτε μόνο ότι κάποτε ήμασταν υποτίθεται φιλόξενος λαός και δείτε τώρα πώς συμπεριφερόμαστε στους μετανάστες».
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ Σκηνογράφος- ενδυματολόγος: «Το φως που καίει τα χρώματα»
Αν θεωρήσουμε ότι η ελληνικότητα είναι η ιδιότητα του Ελληνα, ο ελληνικός χαρακτήρας, η ιστορία του Ελληνα είναι η καταπληκτική ιστορία του ανθρώπου που βρίσκει τον εαυτό του, αποφεύγοντάς τον διαχρονικά», λέει η ταλαντούχα σκηνογράφος που δημιούργησε τα σκηνικά για το «Σφαγείο», το «Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης», την «Πτώση» και το «Rent».
«Ξεφλουδίζοντας λοιπόν τα αρνητικά της ελληνικότητας, γραφικότητες, φραπέδες, ψευτοφιλότιμα, το βασικό και σταθερό σημείο που θέλω να πιστεύω ότι μένει είναι η εξωστρέφεια, ό,τι βλέπει στον κόσμο, στον ουρανό. Στην τέχνη μπορεί να είναι ανοιχτός, πολυσυλλεκτικός, πολυπολιτισμικός. Κάνω ελληνικό ό,τι μ' αρέσει, όπως είπε ο Τσαρούχης.
Η ελληνικότητα κινδυνεύει απ' αυτούς που προσπαθούν να την προστατεύσουν, που δεν αφήνουν να περνάνε ιδέες, να υπάρχει διάλογος με το έξω. Η τέχνη κινείται, έχει ορμητικά ρεύματα, δεν μπορεί να μη σε κουνήσει. Προσωπικά, δεν έχω στο νου μου να διατηρήσω μια ελληνικότητα- αυτό που με διακατέχει είναι η αμφιβολία. Ηταν πράγματα που ξεκίνησα αρχικά να πολεμήσω. Ηθελα να αποποιηθώ το φολκλόρ, να πάω κόντρα στα κλισέ. Στη σχολή έκανα μια εγκατάσταση με ξύλα από κανέλλες ψάχνοντας ασυνείδητα κάτι ελληνικό με γεύση, χρώμα, μυρωδιά. Δουλεύοντας στην Ελλάδα αισθάνομαι μεγαλύτερη ελευθερία, μπορώ και να την ειρωνευτώ. Μεγαλώνοντας θεωρώ πιο επαναστατικό να κάνω αληθινά τα πράγματα παρά την κόντρα με την ταυτότητα. Αν λοιπόν κάτι μ' έχει επηρεάσει είναι το μεγαλύτερο κλισέ: το ελληνικό φως που καίει τα χρώματα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: