Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ισλαμισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ισλαμισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

Οι γυναίκες της Υεμένης: Εκεί που η ανισότητα των φύλων θεωρείται δεδομένη

Magnify Image

























Οι γυναίκες στην Υεμένη, μία από τις φτωχότερες χώρες στον κόσμο, παλεύουν να εξελιχθούν και να κερδίσουν τη μάχη της ισότητας. Παρόλο που η Αραβική Άνοιξη σάρωσε τη χώρα και απομάκρυνε το δικτάτορα Ali Abdullah Saleh στα τέλη του 2011, δεν βοήθησε ιδιαίτερα την κοινωνική κατάσταση των γυναικών. Η Υεμένη είναι από τις τελευταίες χώρες παγκοσμίως που διαχωρίζουν φυλετικά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και τις οικονομικές ευκαιρίες, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. 25% των γυναικών ηλικίας 15-49 είναι σοβαρά υποσιτισμένες και πάνω από το 80% των γυναικών της χώρας είναι αναλφάβητες. Αφού δεν υπάρχει νόμιμο κατώτατο όριο ηλικίας γάμου, πάνω από το 50% των ανήλικων κοριτσιών είναι παντρεμένες. Επίσης το επίπεδο μητρικής θνησιμότητας είναι 10 φορές υψηλότερο από αυτό των Δυτικών κοινωνιών. Φωτογραφίες από την Abbie Trayler-Smith. Πηγή: www.lifo.gr

Magnify Image
Πολλές γυναίκες νιώθουν ότι λίγα έχουν αλλάξει με την έλευση της Αραβικής Άνοιξης. Η Yasmin al Qadi, φεμινίστρια 27 ετών, ήταν από τις πρώτες που μίλησαν ανοιχτά για ισότητα στην αρχή της επανάστασης. «Θέλουμε μόνο τα βασικά», λέει στο Newsweek. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 


Στη Hodeida, την τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Υεμένης, η ρεπόρτερ του Newsweek Janine di Giovanni είδε ελάχιστες γυναίκες να κυκλοφορούν. Εδώ, στην πρωτεύουσα Sanaa, γυναίκες τυλιγμένες με την τοπική ενδυμασία σε υπαίθρια αγορά (souk). (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 

Magnify Image
Στην Πλατεία Αλλαγής της Sana υπάρχουν ακόμα αφίσες ανθρώπων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Το όνομα της πλατείας επινοήθηκε κατά την Αραβική Άνοιξη, ειρωνικό για όσους πιστεύουν ότι υπάρχει ακόμα δρόμος μέχρι την πραγματική αλλαγή. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 

Magnify Image
58 γυναίκες και επτά παιδιά κρατούνται στην κεντρική φυλακή της Hodeidah. Η Tofaha, αντιμετωπίζει κατηγορίες για μοιχεία. Έχει τα παιδιά της μαζί στη φυλακή. Αρνείται τις κατηγορίες. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 

Magnify Image
Κρατούμενη στη φυλακή της Hodeidah δουλεύει σε ραπτομηχανή. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos)

Magnify Image
Μικρές ομάδες νεαρών γυναικών έρχονται στη Hodeidah για να γίνουν μαίες, σπουδάζοντας στο Επιστημονικό Κέντρο Υγείας. Μεταξύ τους, η Aliya Furad, της οποίας η μητέρα πέθανε στη γέννα ενός από τα αδέρφια της. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 

Magnify Image
Δυο γυναίκες μιλούν στο διάδρομο τους Επιστημονικού Κέντρου Υγείας στη Hodeidah. Πολλές από τις σπουδάστριες προέρχονται από χωριά της περιοχής Hays, όπου υπάρχει μόνο μια μαία ανά 8.000 άτομα. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 


Magnify Image
Η Sarah Jamal Ahmed, εικοσιτετράχρονη κοινωνιολόγος που ηγήθηκε της αλλαγής κατά την επανάσταση του 2011 μιλάει στο κινητό, ενώ βρίσκεται στο δρόμο, στην Πλατεία Αλλαγής της Sanaa. Αφίσες νεκρών επαναστατών στο βάθος. «Η επανάσταση έχει παγώσει», λέει στο Newsweek. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos)

Magnify Image
Δυο γυναίκες περπατούν στην υπαίθρια αγορά της παλιάς πόλης της Sanaa. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos)

Magnify Image
Οικογένειες που συναντιούνται στην παραλία της Ερυθράς Θάλασσας στη Hodeidah, το Νοέμβριο του 2012. (Φωτ.: Abbie Trayler-Smith / Panos) 

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Όρκοι πίστης και θυσίας

Του ΝΙΚΟΛΑ ΖΗΡΓΑΝΟΥ, Εφημερίδα ΕΛΥΕΘΡΟΤΥΠΙΑ
«Θα συναντηθούμε στον Παράδεισο». Το χειρόγραφο σημείωμα που βρέθηκε στο διαμελισμένο κορμί της 17χρονης «μαύρης χήρας» ή «σαχίντι», Τζενέτ Αμπντουραχμάνοβα, στον σταθμό «Πάρκο της Κουλτούρας» της Μόσχας, δεν θα μπορούσε να είναι πιο συμβολικό. «Τζενέτ» σημαίνει Παράδεισος και ο άνθρωπος που έγραψε το σημείωμα ήταν ήδη εκεί και την περίμενε.
Ο 30χρονος αντάρτης Ουμαλάτ Μαγκομέντοφ, «εμίρης των μουτζαχεντίν στο βιλαέτι του Νταγκεστάν», είχε πεθάνει το βράδυ της Πρωτοχρονιάς του 2010 σε μπλόκο αστυνομικών, μαζί με άλλους τρείς ένοπλους συντρόφους του. Είχε γνωρίσει την Τζενέτ ένα χρόνο πριν, μέσα από το Διαδίκτυο. Η νεαρή κοπέλα ζούσε με τη μητέρα της (που ήταν εντελώς ανύποπτη) και τον αδελφό της που είχε προσχωρήσει ιδεολογικά στους ισλαμιστές.
Η Τζενέτ και μία ακόμη από τις «σαχίντι» που ανατινάχτηκαν τη Μεγάλη Δευτέρα μέσα στο Μετρό της Μόσχας και δολοφόνησαν 40 ανύποπτους πολίτες. Η άλλη «μαύρη χήρα» ήταν η 29χρονη Μάρκα Σαρίποβα, καθηγήτρια πληροφορικής σε σχολείο του Νταγκεστάν, χήρα τσετσένου οπλαρχηγού που σκοτώθηκε από ρωσικές δυνάμεις τον περασμένο Οκτώβριο. Η Σαρίποβα πυροδότησε τα εκρηκτικά στο σταθμό «Λιουμπιάνκα», εκεί όπου στεγαζόταν η μυστική αστυνομία των Μπολσεβίκων, πρώην έδρα της KGB και σημερινή έδρα του διαδόχου της, της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας, της «FSB».
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις σόκαραν με πολύ επώδυνο τρόπο τους Μοσχοβίτες, που είχαν πιστέψει ότι το «Τσετσενικό» είχε λυθεί από τον Πούτιν, και υπενθύμισαν ότι πλέον το πρόβλημα είναι ευρύτερο. Αν ο Γέλτσιν είχε να αντιμετωπίσει την εθνικιστική ελίτ των Τσετσένων που πάλευαν με τα όπλα για την ανεξαρτησία τους, τώρα ο Μεντβέντεφ έχει απέναντί του τους ουαχαμπίτες αντάρτες που θέλουν να δημιουργήσουν ισλαμικό εμιράτο σε ολόκληρο τον Καύκασο.
Η μακρά αυτή πορεία, που αποτυπώνεται με τη διολίσθηση του αντάρτικου από τον εθνικισμό στην ισλαμική τζιχάντ, είναι ταυτόχρονα και μια μετάβαση από μια μάχη με κανόνες σε έναν ολοκληρωτικό ασύμμετρο πόλεμο. Ο σημερινός ηγέτης των ισλαμιστών ανταρτών στον Καύκασο, «Ντόκα» Ουμάροφ, είναι από τους ελάχιστους επιζώντες οπλαρχηγούς των δύο πολέμων στην Τσετσενία.
Ο 46χρονος Ουμάροφ σπούδασε πολιτικός μηχανικός, εργαζόταν στη Μόσχα και το 1994 πήγε να πολεμήσει εθελοντικά για την ανεξαρτησία της Τσετσενίας. Τότε, δήλωνε απλά πατριώτης. Κατά τη διάρκεια του πρώτου τσετσενικού πολέμου που κόστισε τη ζωή σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, ανέβηκε τη στρατιωτική ιεραρχία και το 1997, μετα την ήττα και την αποχώρηση των Ρώσων από τη Τσετσενία, ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση του Γκρόζνι.
Εκείνη την περίοδο, οι εθνικιστές προσπάθησαν μέσω του Ουμάροφ να κάμψουν την όλο και αυξανόμενη επιρροή των ουαχαμπιτών ισλαμιστών, παλαιμάχων του πολέμου στο Αφγανιστάν, που είχαν αρχίσει να συρρέουν στον Καύκασο. Ο Ουμάροφ απέτυχε στην αποστολή του και αποπέμφθηκε από την κυβέρνηση, καθώς επί των ημερών του η κατάσταση είχε γίνει ανεξέλεγκτη.
Οταν άρχισε η ρωσική αντεπίθεση και ο δεύτερος πόλεμος στην Τσετσενία, ο Ουμάροφ πήρε πάλι τα όπλα. Τραυματίστηκε πολλές φορές, όμως επέζησε. Η φήμη του άρχισε να εξαπλώνεται. Ωστόσο, εναντιώθηκε στην εξτρεμιστική πολιτική του τότε ηγέτη των ισλαμιστών, Μπασάγεφ, που ενέκρινε τις επιθέσεις αυτοκτονίας και τα τυφλά χτυπήματα κατά του ρωσικού πληθυσμού. Ηταν αντίθετος στην αιματηρή επίθεση στο σχολείο του Μπεσλάν και άσκησε κριτική για τη συμμετοχή «σαχίντι» στην επιχείρηση καθώς και για την επιλογή να πληγούν παιδιά και άμαχοι.
Ομως η στάση του άρχισε να αλλάζει σταδιακά, όσο αυξάνονταν τα θύματα μέσα στην ίδια του την οικογένεια. Μέσα σε λίγα χρόνια έχασε δύο αδελφούς στη μάχη, ενώ ένας ακόμη συνελήφθη από τους Ρώσους, βασανίστηκε και εξαφανίστηκε. Τσετσένοι πιστοί στη Μόσχα απήγαγαν και ελευθέρωσαν στη συνέχεια την αδελφή, τη γυναίκα και ένα παιδί του. Ο πατέρας του, που επίσης απήχθη, δεν γύρισε ζωντανός. Ο εξάδελφός του και ο θείος του είχαν την ίδια τύχη.
Οπως είχε δηλώσει τότε στον δημοσιογράφο των «Τάιμς» Μαρκ Φρανκέτι, δεν ήξερε ούτε πώς να προσεύχεται. Ομως, από το 2006, όταν ανέλαβε την ηγεσία του αντάρτικου μετά τον θάνατο του Μπασάγεφ, ο Ουμάροφ άρχισε να ριζοσπαστικοποιείται και να υιοθετεί την τακτική του προκατόχου του. Το 2007 έγινε «εμίρης του Καυκάσου» και έβαλε στόχο να ενώσει όλο τον ρωσικό Καύκασο σε ένα ισλαμικό κράτος.
Στο τελευταίο του μήνυμα προς το Κρεμλίνο, ο Ουμάροφ ήταν προάγγελος θανάτου. «Ο πόλεμος θα έρθει στα σπίτια σας, θα τον νιώσετε στο πετσί σας». Την ίδια ώρα, ειδικά αποσπάσματα έφυγαν από τη Μόσχα και ψάχνουν στα βουνά του Καυκάσου να εξοντώσουν τον τσετσένο οπλαρχηγό και τους 300 ένοπλους μαχητές του. Ανάμεσά τους είναι και περί τις 30 μαύρες χήρες. Ο φαύλος κύκλος του αίματος συνεχίζεται.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Αλ Σικάγο Ο συγγραφέας του «Μεγάρου Γιακουμπιάν» εστιάζει στη ζωή των Αιγυπτίων στην αμερικανική μεγαλούπολη


*ΑΛΑΑ ΑΛ ΑΣΟΥΑΝΙ: Ο Αιγύπτιος συγγραφέας 
του πολύ δημοφιλούς βιβλίου «Το Μέγαρο Γιακουμπιάν» 
(εκδ. «Πόλις»). Η βασισμένη στο βιβλίο του ομώνυμη 
ταινία προβλήθηκε πέρυσι επί πολλές εβδομάδες στους 
ελληνικούς κινηματογράφους. 
Το νέο του βιβλίο «Σικάγο» κυκλοφόρησε πρόσφατα.


«Αν θέλεις να γίνεις συγγραφέας, μόνο από το γράψιμο να περιμένεις ανταμοιβή». Τριάντα χρόνια κοντεύουν να συμπληρωθούν από την ημέρα που ο Αλάα Αλ Ασουανί, φρέσκος πτυχιούχος της Οδοντιατρικής, παλλόμενος από λογοτεχνικές φιλοδοξίες αλλά κι από άγχος και αμφιβολίες, απολάμβανε σ' ένα καφενείο της Αλεξάνδρειας μια μακρά συνομιλία με τον σεβάσμιο συμπατριώτη του Ναγκίμπ Μαχφούζ.
Κι είναι ακριβώς η παραπάνω φράση του αιγύπτιου νομπελίστα που έμελλε να λειτουργήσει μέσα του σαν φωτεινός οδηγός, μια συμβουλή που ο ίδιος, μολονότι έφτασε ν' αντιμετωπίζεται ως «διάδοχος» του Μαχφούζ πλέον, βλέπει πάντα να επαληθεύεται.
Οταν έπεσαν οι Πύργοι
Γνωστός μας από το «Μέγαρο Γιακουμπιάν» (εκδ. Πόλις), ένα από τα δημοφιλέστερα σύγχρονα μυθιστορήματα του αραβικού κόσμου, ο Αλ Ασουανί επιστρέφει μ' ένα καινούριο ψηφιδωτό ανθρώπινων χαρακτήρων και καταστάσεων, το «Σικάγο» (μετ. Κλαίτη Σωτηριάδου, εκδ. Πατάκης). Τι κι αν η δράση του βιβλίου εκτυλίσσεται στην αμερικανική μεγαλούπολη όπου, τη δεκαετία του '80, έκανε κι ο ίδιος τις μεταπτυχιακές του σπουδές; Αιγύπτιοι είναι οι περισσότεροι πρωταγωνιστές του. Κι είτε πρόκειται για φοιτητές, άρτι αφιχθέντες στις ΗΠΑ, είτε για καθηγητές με πολυετή θητεία στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστήμιου του Ιλινόις, όλοι τους προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε δύο εντελώς διαφορετικές κουλτούρες, κι όλων οι μοίρες διασταυρώνονται την περίοδο που ακολουθεί το τρομοκρατικό χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους.
Η πρώτη που ζωντανεύει στις σελίδες του «Σικάγο» είναι η πεπλοφορούσα μεγαλοκοπέλα Σαϊμά, με τα φαρδιά ρούχα, το επαρχιώτικο, αφτιασίδωτο πρόσωπο και τα «βαριά» αγγλικά της, μια μεταπτυχιακή υπότροφος της αιγυπτιακής κυβέρνησης που, από νοσταλγία για τον τόπο της, μέχρι και να διακόψει σκέφτεται τις αξιοζήλευτες σπουδές της. Αυτά έως ότου αρχίσει να συναναστρέφεται τον Τάρεκ Χασίμπ, έναν θρησκευόμενο και στοχοπροσηλωμένο στην επιστήμη του νέο από το Κάιρο, ο οποίος με τη σειρά του ανακαλύπτει πιο γοητευτικούς τρόπους εκτόνωσης, από την παρακολούθηση αγώνων πάλης τ' άγρια μεσάνυχτα και τους καθημερινούς, τελετουργικούς αυνανισμούς του.
Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, ο μικρόκοσμος του «Σικάγο» μεγαλώνει: στο τμήμα Ιστολογίας του πανεπιστημίου θα συναντήσουμε επίσης τον γλειώδη Αχμάντ Ντανάνα, αιώνιο φοιτητή και πράκτορα ταυτόχρονα των αιγυπτιακών μυστικών υπηρεσιών, τόσο διψασμένο για χρήμα κι εξουσία που ώς και τη σύζυγό του είναι διατεθειμένος να εκπορνεύσει. Κι ακόμα, τον καθηγητή Σάμπετ, που έπειτα από τρεις δεκαετίες στο Σικάγο μοιάζει πιο επιφυλακτικός απέναντι στους ομοεθνείς του κι από τους ίδιους τους Αμερικανούς, όπως και τον μετριοπαθή συνάδελφό του δρ Σαλάχ, ο οποίος κουβαλά ακόμα μέσα του τη ρετσινιά του «δειλού» που του είχε προσάψει ο πρώτος του έρωτας όταν, παλικαράκι, έβαζε πλώρη για την Αμερική.
Ανάμεσα στους παραπάνω ξεχωρίζει η μορφή του ριζοσπάστη φοιτητή και φερέλπιδα ποιητή, Νάγκι, οι περιπέτειες του οποίου ξεδιπλώνονται μέσα από τις ημερολογιακές του καταγραφές: «Βρίσκομαι στην Αμερική, που τόσο συχνά έχω επικρίνει, που έχω φωνάξει συνθήματα εναντίον της και που έχω κάψει τη σημαία της σε διαδηλώσεις, τη διαβολική Αμερική που τώρα βλέπω από μέσα» γράφει, ενώ στο μυαλό του γυροφέρνει το ερώτημα: «Αυτοί οι καλοσυνάτοι Αμερικανοί, που σου χαμογελούν και σε συμπαθούν με την πρώτη γνωριμία, που σου κάνουν χώρο να περάσεις και σ' ευχαριστούν ακατάπαυστα για το παραμικρό, αυτοί άραγε έχουν συνειδητοποιήσει τα φρικτά εγκλήματα που διαπράττουν οι κυβερνήσεις τους εναντίον της ανθρωπότητας;».
Αν κάτι ξέρει με σιγουριά ο Νάγκι -που θα μπορούσε να εκληφθεί κι ως το μυθιστορηματικό alter ego του Αλ Ασουανί- είναι ότι για να χαρακτηριστεί η δική του πατρίδα δημοκρατική, θέλει πολύ δρόμο ακόμη. Γι' αυτό και παραμονές μιας επίσημης επίσκεψης του αιγύπτιου προέδρου στις ΗΠΑ, πασχίζει να κινητοποιήσει τους ξενιτεμένους στο Σικάγο συμπατριώτες του να διαμαρτυρηθούν μαζικά, απαιτώντας την παραίτηση του προέδρου, την κατάρτιση νέου συντάγματος και μεταρρυθμίσεις που θα εγγυώνται το δικαίωμα του αιγυπτιακού λαού στη δικαιοσύνη και την ελευθερία...
Θα τα καταφέρει; Ή μήπως οι πανταχού παρόντες χαφιέδες θα δράσουν αποτελεσματικότερα; Μέσα από τι κύματα θα περάσει η σχέση του Τάρεκ και της Σαϊμά, καθώς έρχονται αντιμέτωποι με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους και τα πατροπαράδοτα ήθη; Θα συγκρουστεί, έστω και με καθυστέρηση, ο δρ Σαλάχ με το απολυταρχικό καθεστώς της γενέτειράς του; Σαν επεισόδια ενός καλοκουρδισμένου σίριαλ, οι ιστορίες τους κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον μας ώς το τέλος, με τον Αλ Ασουανί να επιβεβαιώνει γι' άλλη μια φορά το χάρισμά του να πλάθει ολοζώντανους, πειστικούς χαρακτήρες. *

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010

Ισλαμιστική επίθεση σε Αλγερινή συγγραφέα

Εννέα Αλγερινές σ' ένα χαμάμ της πατρίδας τους αποκαλύπτουν στο θεατρικό τής Rayhana την ανελευθερία και τη βία εναντίον των γυναικών στη σύγχρονη αλγερινή κοινωνία  Εννέα Αλγερινές σ' ένα χαμάμ της πατρίδας τους αποκαλύπτουν στο θεατρικό τής Rayhana                  την ανελευθερία και τη βία εναντίον των γυναικών στη σύγχρονη αλγερινή κοινωνία                          Την περασμένη Τρίτη το βράδυ, στη χώρα του Βολτέρου, του Ρουσό, του Μπομαρσέ και του Καμί, κοντά στο δημοτικό παρισινό θέατρο «Maison des metallos» ένας Αλγερινός φονταμενταλιστής επιχείρησε να κάψει ζωντανή τη συμπατριώτισσά του ηθοποιό, σκηνοθέτιδα και φεμινίστρια Rayhana. Τον εξόργισε το θεατρικό της έργο «Α mon age, je me cache encore pour fumer» («Στην ηλικία μου κρύβομαι ακόμα για να καπνίσω»), που παίζεται στο θέατρο του 11ου παρισινού διαμερίσματος. Ο φανατικός την περιέλουσε με πετρέλαιο και αμέσως μετά της πέταξε ένα αναμμένο τσιγάρο. Τελικά η Rayhana σώθηκε και η αστυνομία διερευνά την υπόθεση που παραμένει ανοιχτή.
Το έργο της χαρακτηρίζεται τραγικωμωδία και έχει ηρωίδες εννέα γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και καταβολών που συναντιούνται σ' ένα χαμάμ στο Αλγέρι. Το μπάνιο μοιάζει με πρόφαση για να βρεθούν και να μιλήσουν. Μέσα σε αυτόν τον προστατευμένο από τα ενοχλητικά βλέμματα χώρο αποκαλύπτουν με τόλμη, ειρωνεία και χιούμορ τη βία, την ανελευθερία και το δράμα της σύγχρονης αλγερινής κοινωνίας. Σιγά σιγά διαφαίνεται ότι η μοίρα των γυναικών της χώρας καθορίζεται από την πολιτική, κοινωνική και σεξουαλική βία εναντίον τους. Και ότι η διαφθορά, η δυστυχία, οι καθημερινές συγκρούσεις ανάμεσα στις κυβερνητικές φατρίες και τους ισλαμιστές έχουν πεδίο μάχης το ίδιο το γυναικείο σώμα.
Οι συζητήσεις των γυναικών της παράστασης πυροδοτούνται από δεκάδες αφορμές της καθημερινής αλγερινής ζωής: εγκυμοσύνες με το ζόρι, πιστοποιητικά παρθενίας, εγκλήματα τιμής, δολοφόνοι ιμάμηδες, αγάπη των γιων στις μητέρες τους κ.ά. Είναι φανερό ότι οι Αλγερινές, αν και αποκλεισμένες κοινωνικά λόγω του φύλου τους, είναι εκείνες που εξασφαλίζουν τη συνέχεια μιας κοινωνίας στην οποία οι άντρες βρίσκονται σε διαρκή πόλεμο κι εκείνες διαφυλάττουν την ειρήνη. Τα σώματά τους υπομένουν τον πόλεμο και τη βία των αντρών, αλλά η καρδιά, το κουράγιο και η πίστη τους μοιάζει να υφαίνουν την ειρήνη. Η κριτική εκθειάζει τη δύναμη και τη γνησιότητα του κειμένου και την ικανότητα της Rayhana να χειριστεί ένα τόσο σοβαρό θέμα με ζωντάνια, χιούμορ αλλά και ακραίο ρεαλισμό. Η Rayhana γεννήθηκε στο Αλγέρι, απ' όπου έφυγε για να ζήσει στη Γαλλία. Σπούδασε στην Ecole des Beaux-arts του Παρισιού και στο αλγερινό Institut national d' art dramatique et choreographique.
Στην περιπέτεια, που παραλίγο να της στοιχίσει τη ζωή, τη στήριξαν όλα τα σωματεία Γάλλων καλλιτεχνών και ο ίδιος ο δήμαρχος του Παρισιού Μπερτράν Νταλανοέ. Ο αγώνας για την απελευθέρωση των γυναικών σε εποχές που ο σκοταδισμός σηκώνει κεφάλι, ακόμα και στην Ευρώπη, παραμένει τραγικά επίκαιρος.