Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Φράουλες γεμάτες αίμα



Στα φραουλοχώραφα του αίματος τα εγκλήματα συνεχίζονται. Αυτή τη φορά η δολοφονική μανία τριών Ελλήνων επιστατών απέναντι σε άοπλους εργάτες που ζητούσαν τα μεροκάματα έξι μηνών (!) ξέσπασε κατά 200 μεταναστών, στέλνοντας 29 στο νοσοκομείο. Οπως έγινε γνωστό, οι 200 απλήρωτοι εργάτες μαζεύτηκαν για να διαμαρτυρηθούν και να ζητήσουν τα δεδουλευμένα. Τους «υποδέχτηκαν» τρεις επιστάτες του αφεντικού με καραμπίνες, δύο εκ των οποίων -όπως προκύπτει από την εξέλιξη των ερευνών- πυροβόλησαν προς το πλήθος. Συνελήφθη ο εργοδότης ως «ηθικός αυτουργός», ενώ ασύλληπτοι παραμένουν οι τρεις πιστολέρος. 
Οπως μας ενημέρωσε το Κέντρο Υγείας της Βάρδας, 29 μετανάστες μεταφέρθηκαν εκεί και αμέσως μετά 9 από αυτούς διακομίστηκαν στο Νοσοκομείο Πύργου, ενώ οι υπόλοιποι στο Νοσοκομείο της Πάτρας. Μας πληροφόρησε επίσης ότι 4 από αυτούς ήταν αρκετά σοβαρά, με τραύματα από σκάγια στο μάτι, στον θώρακα και στην κοιλιά. Σε επικοινωνία της «Εφ.Συν.» με το Νοσοκομείο Πύργου πληροφορηθήκαμε ότι τουλάχιστον ο ένας από τους 9 είναι σε πολύ σοβαρή κατάσταση, με τραύματα στον θώρακα.
Στο Νοσοκομείο του Ρίου μεταφέρθηκαν με ασθενοφόρα 20 τραυματίες, από τους οποίους οι 8 ήταν σε σοβαρότερη κατάσταση, σύμφωνα με πληροφορίες νοσηλευτών. Οπως δήλωσαν κάποιοι από τους τραυματίες, είχαν πάει να ζητήσουν από τον ιδιοκτήτη τα δεδουλευμένα μηνών «κι εκείνος εντελώς απρόκλητα τους πυροβόλησε με καραμπίνα, ενώ το ίδιο έκαναν και δύο φίλοι του που βρίσκονταν μαζί του». Οι μετανάστες αυτοί ζούσαν στην Πάτρα πάνω από 4 χρόνια και τους κάλεσαν για δουλειά στα φραουλοχώραφα. Ολοι κατάγονται, όπως μας είπαν, από το Μπανγκλαντές. 
Η... συνήθης ανακοίνωση της αστυνομίας 
«Περί ώρα 18.00 σήμερα, στη Νέα Μανωλάδα Ηλείας 200 περίπου αλλοδαποί υπήκοοι Μπαγκλαντές, οι οποίοι εργάζονται σε γεωργική επιχείρηση ημεδαπού, συνεπλάκησαν με 3 ημεδαπούς εκπροσώπους του εργοδότη, απαιτώντας δεδουλευμένα 6 μηνών περίπου. Ενας εκ των τριών ημεδαπών πυροβόλησε με κυνηγετικό όπλο εναντίον τους, τραυματίζοντας ελαφρά είκοσι (20) από τους αλλοδαπούς. Οι τραυματισθέντες βρίσκονται εκτός κινδύνου ζωής και έχουν μεταφερθεί στα κέντρα υγείας και νοσοκομεία της περιοχής για παροχή πρώτων βοηθειών. Διενεργείται προανάκριση από το Τ.Α. Αμαλιάδας. Συνελήφθη πριν από λίγο ο εργοδότης που απασχολούσε τους αλλοδαπούς. Οι έρευνες συνεχίζονται για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των υπολοίπων 3 ημεδαπών». 
Ο κατήφορος της βάρβαρης ελληνικής πραγματικότητας, με τα βασανιστήρια, τους εγκλεισμούς, τα μαστιγώματα και πάνω απ' όλα την ατιμωρησία και την απραξία των αρχών μπροστά στο ρατσιστικό μίσος, όπλισε ξανά τα χέρια των δολοφόνων της Μανωλάδας. Από δω και πέρα η κάθε φράουλα πάνω στο ελληνικό τραπέζι μας θα έχει μια σταγόνα από αληθινό αίμα. Εδώ θα μας οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια οι πρακτικές τιμωρίας του φτωχού μετανάστη, οι επιχειρήσεις-«σκούπα», τα απάνθρωπα κρατητήρια και τα ατιμώρητα εγκλήματα των ταγμάτων εφόδου. Αν σε κάποια ευρωπαϊκή ή μη χώρα, 30 μετανάστες Ελληνες είχαν πυροβοληθεί εν ψυχρώ από αδίστακτους επιχειρηματίες δολοφόνους, σήμερα η Ελλάδα θα είχε ξεσηκωθεί, ζητώντας δικαιοσύνη και τιμωρία. Πόση αξία έχουν όμως τα κορμιά των Μπανγκλαντεσιανών και των Πακιστανών μεταναστών, ώστε να αποδοθεί και στη δική μας χώρα δικαιοσύνη; Κύριε Δένδια, καληνύχτα σας! 
Ιστορίες με αίμα στη Μανωλάδα: 
Το 2008, σε αλλεπάλληλα δημοσιεύματα, παρατίθενται αναλυτικά στοιχεία για το δουλεμπόριο αλλοδαπών εργατών στη Μανωλάδα και τα βασανιστήρια που υφίστανται από τους Ελληνες ιδιοκτήτες, ακόμα και ανήλικα παιδιά. Τότε, χλιαρά αντιδρώντας οι αρμόδιοι υπουργοί και με μεγάλη καθυστέρηση επέβαλαν κάποια πρόστιμα, όμως οι ίδιοι μετανάστες πλήρωσαν πολύ σκληρά τις δημοσιεύσεις.
Το 2009, Ελληνες κτηνοτρόφοι βασάνισαν και διαπόμπευσαν δύο εργάτες από το Μπανγκλαντές στη Μανωλάδα και τους έσυραν δεμένους πίσω από τις μηχανές τους. Λίγους μήνες αργότερα, συγγενής των δραστών μπήκε στο σπίτι ενός μετανάστη και τον χτύπησε στο κεφάλι με ρόπαλο. Ο μετανάστης, σοβαρά τραυματισμένος, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Φυσικά όλοι αυτοί ακόμα παραμένουν ατιμώρητοι.
Το 2011, συνελήφθησαν τρεις δουλέμποροι που κακοποιούσαν μετανάστες, ανάμεσά τους κι ένα παιδί, στα φραουλοχώραφα της Μανωλάδας. Ολες οι ανακοινώσεις της αστυνομίας και σε όλες τις περιπτώσεις αναφέρονταν σε σχεδόν ασήμαντα περιστατικά και φυσικά πάντα μεμονωμένα. 
 Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών»

Μποϊκοτάζ στις «ματωμένες φράουλες» της Μανωλάδας

tvxs.gr/node/126059
Πριν αγοράσεις ξανά φράουλες από τη Μανωλάδα, απλώς σκέψου πως είναι γεμάτες με το αίμα μεταναστών εργατών», προτρέπει η αφίσα της εκστρατείας, που καλεί τους καταναλωτές να µποϊκοτάρουν τις «ματωμένες φράουλες» της Μανωλάδας. Η είδηση κάνει το γύρο του διαδικτύου, ενώ αναπαράγεται και από αρκετές ιστοσελίδες του εξωτερικού. 
Στο Twitter τα hungsten που έχουν δημιουργηθεί για το θέμα είναι #bloodstrawberries, #boycott #manolada. Επίσης στο πλαίσιο της εκστρατείας έχει δημιουργηθεί και το blogbloodstrawberries.wordpress.com.

Από το «σχολείο σε κρίση» στο «σχολείο της βίας»



Θα θέλαμε να ξεκινήσουμε με δύο μύθους, «παραμύθια» (;), από τη σχολική καθημερινότητα, αφού, εξάλλου, σήμερα θα μιλήσουμε για δύο μεγάλους ιστορικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς μύθους. Αν σας ξενίζει ο όρος «παραμύθια», ας τις πούμε φανταστικές ιστορίες, μυθοπλασίες δυστοπίας από τη σχολική καθημερινότητα, εν δυνάμει πραγματικές, όπως όλες οι μυθοπλασίες. Δε θα σας κουράσουμε πολύ, είναι σύντομες. Της Ελένης Στριφτόμπολα. 
 
Λοιπόν, έχουμε και λέμε, ιστορία πρώτη: Σε κάποια χώρα του κόσμου, σε κάποια σχολική γιορτή, κάποια χρονιά, γιορτάζεται εθιμοτυπικά η ανεξαρτησία της χώρας αυτής. Στη γιορτή προβάλλεται ένα ταινιάκι μικρού μήκους κατεβασμένο από ιστότοπο απαγορευμένο λόγω υιοθέτησης και προβολής ακραία μισαλλόδοξων ιδεών. Σε αυτό, οι πολύ αρχαίοι πρόγονοι αυτού του λαού που γιόρταζε την ανεξαρτησία του, από κοινού με τους επιγόνους τους, κυνηγούν μέσα στο χρόνο τους όποιους εχθρούς της πατρίδας τους. Το ταινιάκι καταλήγει στο επιμύθιο πως οι χώρες εκείνων που τους έβλαψαν τους ανήκουν και πρέπει να κινητοποιηθούν για την υλοποίηση του προαναφερόμενου στόχου. Όλοι έφυγαν χαρούμενοι από την εκδήλωση μετά τη λήξη της, δίνοντας τα καθιερωμένα συχαρίκια στους συντελεστές της, καθώς για άλλη μια χρονιά είχε διεκπεραιωθεί το καθήκον του εορτασμού επιτυχώς: κάποιοι παρακολούθησαν, οι περισσότεροι ήταν ωσεί παρών, πάντως βγήκε η υποχρέωση. Θα πείτε: τι σχέση έχουν τα παραπάνω με το θέμα μας; Μα, σκιαγραφούν αδρομερώς το μετασχηματισμό του «σχολείου σε κρίση» σε «σχολείο της βίας».   
Ιστορία δεύτερη: Κάποιο μέλος της σχολικής κοινότητας, ξυπνά ένα βράδυ από ένα όνειρο στο οποίο έβλεπε ότι μια μέρα πήγε στο σχολείο του και οι τοίχοι του ήταν γραμμένοι με δεκάδες διαταγές  που προέτρεπαν σε βάναυση μεταχείριση συνανθρώπων, προσέβαλαν ατιμωτικά ανθρώπους και ιδέες, διέσπειραν μίσος. Όσο και αν προσπαθούσαν να τις σβήσουν, αυτές δεν τους έκαναν τη χάρη να εξαφανιστούν. Δεν ήταν διατεθειμένες να αποχωρήσουν. Το χειρότερο όμως ήταν άλλο: πολλοί από όσους ήταν εκεί καθημερινά, δεν παρατήρησαν καν την αλλαγή και, όταν τους επισημάνθηκε, σήκωσαν αδιάφορα τους ώμους ή κοίταζαν απορημένοι. «Και;» 
Τα τελευταία 30 χρόνια, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 πολύ συχνά γινόταν λόγος στη δημόσια σφαίρα για την αποτυχία του σχολείου να πραγματώσει το μορφωτικό του ρόλο και την κοινωνική του αποστολή. Στο δημόσιο χώρο, στον προβληματισμό που αναπτυσσόταν για το θέμα σε δεκάδες επιφυλλίδες εφημερίδων, σε εκπαιδευτικά περιοδικά ή μη, σε διαλέξεις, κ.τ.λ., διατυπωνόταν συχνά η άποψη ότι το σχολείο βρισκόταν σε κρίση. Ο όρος «σχολείο σε κρίση» έγινε κοινός τόπος. Τι σήμαινε όμως; Πολλά και διαφορετικά πράγματα ανάλογα με την οπτική. Το κύριο συμπέρασμα όμως στο οποίο κατέληγαν οι περισσότεροι, παρά τις όποιες διαφωνίες μεταξύ τους, ήταν πως η κοινωνική ενσωμάτωση -με θετικό πρόσημο η έννοια εδώ- των εκπαιδευόμενων, είχε λοξοδρομήσει, παρουσίαζε παθογένειες και, εν τέλει, είχε αλλοτριωθεί από το θετικό της περιεχόμενο και παρέπεμπε μάλλον σε κάτι αρνητικό. Μερικά ενδεικτικά συμπτώματα αυτής της κρίσης, τα πιο χτυπητά ίσως, αφορούσαν, αν σκεφτούμε τον εκπαιδευτικό θεσμό από τα πάνω προς τα κάτω στην πυραμίδα της ιεραρχίας του, την γραφειοκρατικοποίηση της μορφωτικής διαδικασίας παράλληλα με την τάση για την εμπορευματοποίησή της, τον κατακερματισμό της γνώσης σε γνώσεις και πληροφορίες και τη διολίσθησή της σε ειδίκευση, περισσότερο ή λιγότερο ταχύρρυθμη και πρόχειρη, την αποθέωση της ποσοτικοποίησής της αλλά και ενός άκριτου και άκρατου ανταγωνισμού με όχημα κυρίως τις εξετάσεις. Όλα αυτά αλληλοτροφοδοτούνταν και έπλεκαν τον ιστό του «σχολείου σε κρίση», από κοινού με την περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα.
Τα αναλυτικά προγράμματα ήταν ο ταχυδρόμος που έφερνε τα παραπάνω μηνύματα στους πιο κάτω ορόφους της εκπαιδευτικής πολυκατοικίας, συγκεκριμενοποιώντας τα στην εκπαιδευτική διαδικασία, χωρίς αυτό να αποκλείει πάντα, ευτυχώς για όλο τον εκπαιδευτικό κόσμο, την ύπαρξη κάποιων νησίδων ασύλου της γνώσης μέσα σε αυτά. Κάποιες χαραμάδες διαφυγής υπήρχαν. Τα αναλυτικά προγράμματα δεν είναι κάτι που μπορεί να προσπεραστεί εύκολα, γιατί αποτελούν την πεμπτουσία της υλοποίησης της θεωρίας στην εκπαιδευτική πράξη. Η ποσοτική, εργαλειακή και χρησιμοθηρική αντιμετώπιση της γνώσης από αυτά συνέβαλε τα μέγιστα ώστε το «σχολείο σε κρίση» να είναι κατεξοχήν ένα σχολείο του άγχους και του καταναγκασμού. Όλοι οι εμπλεκόμενοι στην εκπαιδευτική πράξη, εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενοι, έτρεχαν να προλάβουν κάτι, συχνά δεν ήξεραν τι, να τσακώσουν κατιτίς το χρήσιμο.
Από εκεί, όμως ο δρόμος προς τη βία δεν είναι και πολύ μακρύς, αν συντρέξουν και οι κατάλληλες προϋποθέσεις, καθώς το άγχος είναι ψυχικός καταναγκασμός και αυτός είναι βία. Το «σχολείο σε κρίση» φαινόταν ευεπίφορο στη βία, η βία  υπέβοσκε σε αυτό. Η αποστέωση της δημιουργίας και της δημιουργικότητας στο σχολείο, η σιωπή της σκέψης, η κριτική σε σμίκρυνση, η απουσία ουσιαστικού διαλόγου και η συρρίκνωση του λόγου ήταν τα συμπτώματα του «σχολείου σε κρίση» που αφορούσαν την τάξη. Η χρησιμοθηρική στενότητα των οριζόντων φλέρταρε με την απαξίωση της σκέψης και της έκφρασής της, με τη μαθησιακή αποξένωση.
Οι «ευκολίες» αυτής της νοοτροπίας βοήθησαν στην εξασφάλιση της συναίνεσης σημαντικού μέρους του εκπαιδευτικού κόσμου, στη συνενοχή του και στην αποσιώπηση αυτού που λάμβανε χώρα, καθώς επίσης και οι αδράνειες της ελληνικής κοινωνίας, όπως η θητεία στον εθνικισμό, το συντηρητισμό, την ημιμάθεια. Η κολακεία στην εύκολη λύση για τα πάντα στη σχολική καθημερινότητα έγινε κι αυτή καθημερινότητα και διαπερνούσε όλες τις βαθμίδες της εκπαιδευτικής ιεραρχίας.
Μια ράθυμη εργαλειακή παιδεία, λοιπόν, ατένιζε χαλαρά την εκπαιδευτική-μορφωτική ερημοποίηση. Ας θυμηθούμε μερικά «χαριτωμένα» επεισόδια: ολόκληρες τάξεις σχολείων ή φροντιστηρίων συμμετείχαν σε τηλεπαιχνίδια γνώσεων και όχι μόνο. Μαθητές στέναζαν στα γυμναστήρια και τις προπονήσεις συχνά με τις ευλογίες γονέων και δασκάλων, εφοδιασμένοι και με τα κατάλληλα συμπληρώματα διατροφής, εν όψει 2004, για να πιάσουν την καλή, άμα γίνουν γνωστοί αθλητές, συνεπικουρούμενοι στην προσπάθειά τους κι από ανάλογες προβολές ταινιών που αποθέωναν αδύνατα μυαλά και κίβδηλα συναισθήματα αλλά γυμνασμένα μπράτσα και φουσκωμένα πορτοφόλια.
Το αργόσυρτο χασμουρητό της βαριεστημάρας στα θρανία και τις έδρες, όμως, πέρα από την κούραση έφερνε και θυμό που έπρεπε να βρει διεξόδους εκτόνωσης και εκεί κάπου περνάμε από το «σχολείο σε κρίση» στο «σχολείο της βίας».
Η κρίση άλλαξε άρδην, ραγδαία και με τραυματικό τρόπο για την ελληνική κοινωνία τα δεδομένα. Οι βεβαιότητες της κλονίστηκαν και πολλές από αυτές κατέρρευσαν. Ο άνεργος γονιός στο σπίτι σήμαινε δυσκολία πρόσβασης στις σπουδές και τα σχέδια τύπου «Αθηνά» εξαφάνιζαν από τη μια μέρα στην άλλη τη σχολή που μπορούσε ή ήθελες να μπεις. Ξαφνικά η ζωή έμοιαζε να μην έχει διεξόδους, ο θυμός γιγαντωνόταν και κάτι άρχιζε να κινείται στα λιμνάζοντα νερά. Τα αυτιά άρχισαν να γίνονται ευαίσθητα στην αντισυστημική κριτική αυτού του εκφυλισμένου και παρωχημένου «παλαιού καθεστώτος». Κυρίως, όμως σε αυτήν την κριτική που ήταν πιο εύληπτη. Η μορφωτική ερημοποίηση του σχολείου και της κοινωνίας που είχε συντελεστεί, βοηθούσε στο να μπορείς να ακούσεις ευκολότερα κάποιες φωνές κριτικής από κάποιες άλλες. Συχνά επικρατούσαν στην κοινωνία και στο σχολείο οι πιο χοντροκομμένες, απλουστευτικές και λαϊκίστικες έναντι των πιο νηφάλιων και σύνθετων. Οι υστερικές ιαχές έναντι της κριτικής σκέψης.  Το «σχολείο σε κρίση» και κυρίως τα αποτελέσματά του γίνονταν το υπόστρωμα πάνω στο οποίο επικάθονταν το «σχολείο της βίας» και η κοινωνία της βίας. Τα αυτιά άκουγαν και ο νους κατανοούσε ευκολότερα εκείνο τον αντισυστημικό λόγο που ήταν αντίστοιχος της μορφωτικής λειψυδρίας που είχε συντελεστεί στο ελληνικό σχολείο και την κοινωνία εν γένει. Το λόγο που ήταν πιο προσεγγίσιμος από τα κοινωνικά υποκείμενα της εποχής της μορφωτικής ερημοποίησης. Δεν πρόκειται για μια υποτιμητική κριτική αλλά για μια κοινωνική παρατήρηση και σχόλιο. Έτσι εξηγείται, λοιπόν, και το γεγονός ότι νέοι άνθρωποι που θήτευσαν στα «σχολεία σε κρίση» κινήθηκαν με ευκολία προς εκείνον τον αντισυστημικό λόγο και όχι προς κάποιον άλλο από κοινωνικούς λόγους και όχι απλά, όπως συχνά υπονοείται ή και λέγεται σαφώς, από μια ντετερμινιστικού χαρακτήρα «φυσική» έλξη της νεότητας, λόγω των βιολογικών χαρακτηριστικών της, προς ιδεολογίες που διακρίνονται για το δυναμισμό τους.
Στην Ελλάδα της κρίσης, όμως, το «σχολείο της βίας» πια, υποβοηθείται σημαντικά και από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και κατεδάφισης της κοινωνίας που συντελείται με πρόσχημα αλλά και όχημα την κρίση. Το σχολείο γίνεται ολοένα και πιο βίαιο για όλους τους συντελεστές του, ολοένα και πιο εχθρικό στη δημοκρατία, την ελεύθερη έκφραση και το διάλογο, τη δημιουργία και τη δημιουργικότητα, τη μόρφωση και τη γνώση, την κριτική σκέψη, την έκφραση πηγαίων και αυθεντικών συναισθημάτων, στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ίδια τη ζωή εν τέλει. Οι βίαιες αλλαγές που συντελούνται σε αυτό και μόνο από την άποψη του χρόνου-αστραπή εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα, είναι ένα εξαιρετικά βίαιο γεγονός για τη σχολική ζωή και τους μετόχους της, που γίνεται ακόμα βιαιότερο αν αναλογιστούμε και το περιεχόμενο αυτών των αλλαγών σε επίπεδο οικονομικών πόρων, διοικητικών μεταρρυθμίσεων, εργασιακών σχέσεων, μορφωτικού περιεχομένου. Κάτι σαν δόγμα σοκ ή καλύτερα το εκπαιδευτικό δόγμα σοκ. Η κοινωνία της έκτακτης ανάγκης χρειάζεται και ένα σχολείο έκτακτης ανάγκης.
Ας σκεφτούμε ενδεικτικά κάποιες πλευρές αυτού του μετασχηματισμού της δημόσιας δωρεάν και καθολικής παιδείας: Φτωχοποίηση του σχολείου, ποσοτικοποίηση και εμπορευματοποίηση στο έπακρο, αυξανόμενος συγκεντρωτισμός και αυταρχισμός, εντατικοποίηση της εργασίας, περισσότερη κατάρτιση και λιγότερη μόρφωση, για να ανταποκριθεί στις κοινωνικές πολιτικές που προκρίνονται την εποχή της κρίσης. Αν σκεφτούμε τους νέους νόμους που εφαρμόζονται σε αυτό μετά την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω της κρίσης, αν δούμε προσεκτικά τις εγκυκλίους που κατά καιρούς φτάνουν στα σχολεία αλλά και το ύφος τους, καθώς και όσα προαναγγέλλονται γι΄ αυτό, θα καταλάβουμε πολύ καλά τι συμβαίνει.
Το δημόσιο σχολείο είναι πια πολύ φτωχό και γι΄ αυτό συρρικνώνεται στοιβάζοντας περισσότερους μαθητές ανά τάξη, αφήνοντας στην τύχη τους υπηρεσίες απαραίτητες στο σχολείο, όπως τα ΚΕΔΔΥ, ή περικόπτοντας προγράμματα ειδικής στήριξης στα παιδιά που το χρειάζονται ή ακόμα και τις μεταφορές των μαθητών ή τη θέρμανσή τους. Οι μαθητές ολοένα και πιέζονται μέσα σε ένα σχολείο που τους αντιμετωπίζει ως αριθμούς και δεν τους δίνει το χώρο, το χρόνο, τη ζεστασιά και την υποστήριξη που έχουν ανάγκη. Γι΄ αυτό και το μισούν, όπως συχνά μας εξομολογούνται. Ας θυμηθούμε ότι ειδικά προγράμματα παρακολουθούν με ιερή ευλάβεια την ποσότητα των κεφαλών των μαθητών ανά τάξη, δεν υπάρχει όμως ένα πρόγραμμα που να παρακολουθεί με την ίδια ευλάβεια  την ποιοτική πρόοδό τους.
Επίσης, ούτε οι εκπαιδευτικοί νιώθουν καλά στο χώρο εργασίας τους.Ελαχιστοποιούνται οι διορισμοί εκπαιδευτικών, αυξάνονται τα χρόνια εργασίας αλλά και το ωράριο εργασίας τους πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του, εξαθλιώνονται και απαξιώνονται οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά. Οι περικοπές των μισθών τους αγγίζουν και το 35%, εγκύκλιοι τους απαγορεύουν ουσιαστικά την πρόσβαση σε μεταπτυχιακές σπουδές, αναστέλλοντας μέχρι δευτέρας παρουσίας τις εκπαιδευτικές άδειες. Μια τιμωρητικού χαρακτήρα αξιολόγηση, τους μετατρέπει από μαχόμενους εκπαιδευτικούς σε εξουθενωμένους, αγχωμένους, ημιμαθείς, εργαζόμενους που παράλληλα με το εκπαιδευτικό έργο εκτελούν και ένα κάρο διοικητικά καθήκοντα και οι οποίοι κάτω από το κράτος του φόβου για το μέλλον τους συχνά τείνουν να παρουσιάζονται πειθήνιοι σε όποια εντολή, απλά εκτελεστικά όργανα που διεκπεραιώνουν, όπως όταν βάζουν σφραγίδες ή πρωτοκολλούν έγγραφα, χωρίς κρίση ή μάλλον με αναπτυγμένους μηχανισμούς αυτολογοκρισίας λόγω φόβου, καθώς επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους και ο νόμος περί αργίας.
Καθώς οι άνθρωποι ολοένα και πειθαναγκάζονται πιο πολύ στο σχολείο,αυτό γίνεται ένα «σχολείο της βίας» και κυρίως της ψυχολογικής βίας. Και αυτό φαίνεται συχνά στις σχέσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία. Το σχολείο γίνεται ένας άξενος, ανοίκειος χώρος για όλους με διάχυτα αρνητικά συναισθήματα, όπως το άγχος και ο φόβος. Η ανοχή και πόσο μάλλον η κατανόηση και ο σεβασμός του «Άλλου» και της όποιας διαφορετικότητάς του δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Αρκεί να παρατηρήσουμε τις σχέσεις των μαθητών μας μεταξύ τους αλλά και με μας. Διάχυτη επιθετικότητα, απο-ενοχοποίηση και αποδοχή ρατσιστικών και φασιστικών ιδεών και πρακτικών από μαθητές και συναδέλφους συχνά, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην ελληνική κοινωνία εν γένει. Κάτι που οδηγεί και σε ρατσιστικές επιθέσεις εντός και εκτός σχολείου κάποιες φορές, με δεδομένο και τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα των σχολείων πια. Και όλα αυτά είναι βία. Όπως βία είναι οι άνθρωποι να οδηγούνται στη σιωπή για όσα τους πονούν -και τους πονούν πολλά και πολύ πια- είτε γιατί θα αξιολογηθούν αρνητικά, είτε γιατί δεν υπάρχει χρόνος και βιάζονται πάντα. Αυτό το κλίμα ωθείται στα άκρα.
Κάποιες φορές νιώθεις ότι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι τόσο ηλεκτρισμένη και η ανοχή μηδενική που όλοι είναι έτοιμοι να κατασπαράξουν τον όποιον «Άλλο».
Τα προσχέδια των νέων αναλυτικών προγραμμάτων, από την άλλη, που κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητας επικυρώνουν την εικόνα ενός φτηνού σχολείου κατάρτισης που ελαχιστοποιεί τη μόρφωση, δίνοντας χώρο στη στερεοτυπία και την ομοιομορφία και,  επομένως, στο κατάλληλο περιβάλλον για την εδραίωση όσων προαναφέρθηκαν.
Και σε αυτό το σημείο μπορεί να αναρωτηθεί κανείς: Μα τόσα χρόνια κριτικής στο «σχολείο σε κρίση» δε φάνηκαν ικανά, αν όχι να ανακόψουν αυτήν την εξέλιξη, τουλάχιστον να περιορίσουν την έντασή της; Δεν μπόρεσε η κριτική αυτή να γίνει αποτελεσματική στην πράξη και να λειτουργήσει ως μηχανισμός αντίστασης; Από ό,τι φαίνεται, όχι. Οι λόγοι πολλοί. Η βαθιά διεισδυτική κριτική του «σχολείου σε κρίση» υπήρξε εξόχως μειοψηφική για λόγους ποικίλους, κοινωνικούς και πολιτισμικούς, που δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν εδώ, αλλά όλοι μπορούμε να τους ψυχανεμιστούμε. Η ελληνική κοινωνία απέφευγε να δει το πρόσωπό της καλά στον καθρέφτη. Ένα μέρος αυτής της κριτικής αποδείχτηκε επιφανειακό και κοντόθωρο. Ένα άλλο, εξόχως συντηρητικό και το υπόλοιπο ασθενικό, όσον αφορά τη μετάβαση από τη θεωρητική διατύπωση σε δράση που στην πράξη θα φρέναρε αποτελεσματικά αυτήν την κρίση του σχολείου, που θα νικούσε τον εφησυχασμό και την πνευματική και κοινωνική νωθρότητα της ελληνικής κοινωνίας.
Ο σκηνοθέτης Μίκαελ Χάνεκε στην ταινία του «Λευκή κορδέλα» περιέγραψε με διεισδυτική ματιά όσον αφορά το γερμανόφωνο χώρο της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης το κοινωνικό-πολιτισμικό περιβάλλον εντός του οποίου γαλουχήθηκε και έζησε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια η γενιά που πήρε στους ώμους της το «όραμα» του φασισμού. Η κοινωνική υποκρισία, ο διάχυτος κομφορμισμός και, εν τέλει, η υπόρρητη βία ακόμα και στις πιο «αθώες» και φαινομενικά ανοίκειες προς αυτήν πλευρές της καθημερινής ζωής αυτών των παιδιών και εφήβων, με αρωγό την κοινωνική, οικονομική και πολιτική συγκυρία, σφράγισαν με τον τρόπο τους αποφασιστικά, μας λέει ο Χάνεκε, το κατεξοχήν τραύμα της ανθρωπότητας στον 20ό αιώνα: την εμπειρία του Β΄ παγκοσμίου πολέμου και την ανείπωτη φρίκη του. (Αυτήν την εμπειρία κοινωνικού τρόμου που σήμερα ο ιστορικός αναθεωρητισμός σχετικοποιεί με «ενδιαφέρουσες» αν μη τι άλλο νοητικές ακροβασίες). Τα παιδιά και οι έφηβοι της ταινίας του Χάνεκε, λοιπόν, που αγαπούσαν τα πυκνά δάση του Μέλανα Δρυμού και των Άλπεων, κάτω από τα δέντρα των οποίων έπαιζαν, ως ενήλικες πολίτες-στρατιώτες συνέχισαν να αγαπούν αυτά τα δάση και όσα τους έμοιαζαν στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, που βρέθηκαν στη διάρκεια του πολέμου ως διοικητές ή στρατιώτες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Γι΄ αυτό μετά τη δουλειά στο στρατόπεδο, συχνά συνήθιζαν να κάνουν τη βόλτα τους σε αυτά, όπως περιγράφει ο Χόρχε Σεμπρούν στα βιβλία του, από την εμπειρία του ως κρατούμενου στο Μπούχενβαλντ. Με μία διαφορά: δίπλα στα ίδια δέντρα που έπαιζαν μικροί ή σε παρόμοιά τους, οι καμινάδες των κρεματορίων, που οι ίδιοι επινόησαν και κατασκεύασαν, ξερνούσαν στον ουρανό το ανθρώπινο χνώτο που έσερνε μαζί του την κραυγή της ανθρωπότητας για το μεγαλύτερο συλλογικό τραύμα του 20ού αιώνα. Νομίζω ότι αυτό έχει να πει κάτι σε εμάς εδώ σήμερα. Η «Λευκή κορδέλα» μας ψιθυρίζει ότι ο ρατσισμός και ο φασισμός, το φυλετικό και εθνικό μίσος, η θεωρία και η πράξη του μίσους για τον «Άλλο» δεν επωάστηκε μόνο στα ιδεολογικά μαθήματα των όποιων συλλογικοτήτων της ναζιστικής νεολαίας, αλλά πρώτα απ΄ όλα και κύρια μέσα στην ίδια την κοινωνία, στις πιο καθημερινές εκφάνσεις της, όπως και η σχολική ζωή, ακόμα και στις πιο ιδιωτικές πλευρές του κοινωνικού βίου.

Ξαναθυμήθηκα την ταινία του Χάνεκε μόλις πριν δυο Κυριακές όταν, νωρίς το πρωί περπατούσα στον Υμηττό και συνάντησα μια ομάδα προσκόπων που είχε κατασκηνώσει αποβραδίς μέσα στο δάσος. Το πρωί, όταν τους συνάντησα εγώ και ανταλλάξαμε καλημέρες, ήταν έτοιμοι να αρχίσουν να παίζουν τα «μήλα». Πρωτύτερα, καθώς ανέβαινα στο βουνό και τους πλησίαζα, τους είχα ακούσει να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο και μετά να φωνάζει η κάθε αντίπαλη ομάδα τα συνθήματα που είχε φτιάξει προς εμψύχωση των μελών της πριν τον αγώνα. Με μια πρώτη ματιά όλα αυτά συνέθεταν μια ειδυλλιακή εικόνα: νέα παιδιά που μαθαίνουν να αγαπούν στην πράξη τη φύση και, άρα, ευελπιστείς ότι θα τη σεβαστούν κιόλας για να έχει μέλλον αυτός ο πλανήτης, σε μια κοινότητα δεσμών αλληλεγγύης. Η δεύτερη σκέψη, όμως, είναι πάντα πιο σύνθετη. Αναλογίστηκα, λοιπόν, την εκτροπή αυτής της ειδυλλιακής εικόνας. Τα ίδια ή άλλα παιδιά στην ίδια ή άλλη κατασκήνωση, να τραγουδούν τραγούδια με στιχάκια εμποτισμένα από φυλετικό και εθνικό μίσος για τον όποιον «Άλλο». Τα συνθήματά τους πριν την έναρξη ενός παιχνιδιού που θα ήταν μια παραλλαγή των «μήλων» και θα ονομαζόταν το «κυνήγι του “Άλλου”», θα ήταν γεμάτα από κραυγές κατάφασης στο μίσος και στο ζόφο που δημιουργεί. Και τότε είδα αυτά τα παιδιά σαν τα παιδιά του Χάνεκε και σκέφτηκα πως αν έχεις μάθει να υπακούς άκριτα και σιωπηρά, αν έχεις μάθει να γίνεσαι θεατής της ζωής σου, μπορείς να συνεχίζεις να φωνάζεις, γιατί έτσι έχεις μάθει ή γιατί έτσι κάνουν όλοι και φοβάσαι να ξεχωρίσεις, ακόμα και όταν τα συνθήματα από φαινομενικά αθώα δίστιχα έχουν μετατραπεί πια ως και σε διαταγές θανάτου.
Τι έχουμε ανάγκη, λοιπόν, σήμερα, στο σχολείο που ζούμε καθημερινά τη μισή μας μέρα, αν δε θέλουμε να ζήσουμε την εκτροπή που περιγράψαμε μόλις παραπάνω, αν δε  θέλουμε ένα «σχολείο της βίας», που μέσα του φωλιάζει ο ρατσισμός και νεοφασισμός, αν αρνούμαστε την κατάφαση στο ζόφο και επιθυμούμε βαθιά την κατάφαση στη ζωή, μιας ζωής ανοιχτής και αλληλέγγυας προς τον «Άλλο», αν θέλουμε μια προοπτική ελπίδας σ΄ έναν κόσμο που μέσα του θα χωρά πολλούς κόσμους;  
Κατά τη γνώμη μας, χρειαζόμαστε τα σχολεία μας να γίνουν στην πράξη ζωντανές, οικείες κοινότητες για τους μετόχους τους. Είναι ανάγκη να ανακαλύψουμε εκ νέου μέσα στο σχολείο ένα ζωντανό, βαθύ, κριτικό, ειλικρινή κοινωνικό διάλογο, να θυμηθούμε ξανά και να εφαρμόσουμε στην πράξη το σεβασμό απέναντι στον «Άλλο» και να μάθουμε από την αρχή να ζούμε αλληλέγγυοι, αρνούμενοι στη θεωρία και στην πράξη τα κηρύγματα εθνικού και ρατσιστικού μίσους, απόψεων του τύπου «δε χωράμε όλοι»∙ να ζούμε ως πολίτες και όχι ως υποτελείς, με επιθυμίες και επιλογές και όχι με διαταγές και τελεσίγραφα, στο φως των δημοκρατικών ιδεών, των κοινωνικών, πολιτικών και ατομικών ελευθεριών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και όχι στο ζόφο μιας κοινωνίας σε κατάσταση πολιορκίας. Με λίγα λόγια, η επιθυμία μας για την επιθυμία στη ζωή είναι η πυξίδα μας για τις ανάγκες μας και την αντίστασή μας σε πολιτικές που εχθρεύονται και κλέβουν τη ζωή. Το στοίχημα είναι να επανοικειοποιηθούμε, να επαναπροσδιορίσουμε και να ανασημασιοδοτήσουμε τους χώρους αλλά και τους χρόνους της ζωής μας και άρα και το χρόνο της εργασίας μας και εμείς και οι μαθητές μας, αυτοπροσδιοριζόμενοι και όχι καταναγκασμένοι. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν επανατοποθετήσουμε τη ζωή μας με τη σκέψη μας, την κριτική μας, το μεταξύ μας διάλογο και την κοινή μας δράση στην καθημερινότητα. Γιατί η ανάθεση της ζωής μας είναι πολύ σημαντική υπόθεση για να τη χαρίσουμε σε «σωτήρες», μάλλον πρέπει να την αναθέσουμε σε εμάς τους ίδιους, αν θέλουμε να ζήσουμε μεστά, έξω από το γκρίζο και μίζερο τοπίο σχολείων απρόσωπων και εχθρικών, φυτωρίων νεοναζιστικών ομάδων και μικρογραφιών αυταρχικών γραφειοκρατικών επικρατειών, που ακυρώνουν τη ζωή.   

Και κλείνοντας, ας μην ξεχάσουμε πως για τους «Άλλους» οι «Άλλοι» είμαστε εμείς. Ήδη πολλά αγαπημένα μας πρόσωπα είναι και πάλι μετανάστες, «Άλλοι» και πιθανοί στόχοι ρατσιστικού μίσους.  
* Η Έλενα Στριφτόμπολα είναι εκπαιδευτικός
* Η ομιλία έγινε σε ημερίδα της Α ΕΛΜΕ Δυτικής Αττικής και της Ομάδας πολιτισμού και κοινωνικού προβληματισμού, που λειτουργεί στα πλαίσιά της, που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 16/4, στο 2ο Γυμνάσιο Ελευσίνας με θέμα:   «Για τον άλλον ο Άλλος είσαι εσύ. Φασισμός, ρατσισμός και εκπαίδευση: μια ιστορία για αμήχανους θεατές και ενεργούς πολίτες»
                    

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Ελληνας γίνεσαι, δεν γεννιέσαι, του Δημήτρη Παπαχρήστου


Φωτογραφία: Αλέξανδρος Κατσής/ FosPhotos
Ελληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι. Το επικροτεί η αντισυνταγματική ρύθμιση του νόμου περί ιθαγένειας, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι ρατσιστές χρυσαυγίτες ναζί δικαιώνονται. Η κυβέρνηση του Σαμαρά με τους προπαγανδιστές της διεισδύουν στον ακροδεξιό χώρο και νομίζουν πως μ' αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζουν το μεγάλο πρόβλημα των μεταναστών.
Η πραγματικότητα λέει πως υπάρχουν χιλιάδες παιδιά που γεννήθηκαν στη χώρα μας από τους μετανάστες και από μεικτούς γάμους, πήγαν και πηγαίνουν στα ελληνικά σχολεία, μιλάνε τη γλώσσα την ελληνική και είναι από αρχαιοτάτων χρόνων γνωστό πως οι της ελληνικής γλώσσας και παιδείας μετέχοντες είναι Ελληνες.
Η αναζωογόνηση της ελληνικής κοινωνίας δεν έγινε μόνο από το εργατικό δυναμικό των ξένων αλλά και από την ένταξή τους στην καθημερινή ζωή, όχι μόνο της κατανάλωσης αλλά και στο επίπεδο το πολιτιστικό. Τα παιδιά των ξένων στην πλειονότητά τους δεν γνωρίζουν τη γλώσσα της πατρίδας των γονιών τους. Δεν αισθάνονται διχασμένα γιατί είναι ελληνάκια με τους συμμαθητές τους, που κι αυτοί δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συναγελαστούν, να παίξουν και να ερωτοτροπήσουν.
Οι Ελληνες δεν είναι εξ αίματος Ελληνες αλλά εκ πνεύματος και από τη γλώσσα τους που είναι η ψυχή της πατρίδας τους. Κι όσοι έζησαν και ζούνε σ' αυτόν τον πανάρχαιο τόπο με την ιστορία που κουβαλάει και με τα μνημεία που μαρτυρούν τον πολιτισμό και τις αξίες που γεννήθηκαν εδώ και έγιναν οικουμενικές, δεν μπορεί να μην τους διαπεράσει το φως που αναδεικνύει την ωραιότητα και τη θαυμαστή αρμονία που εκφράστηκε από την τέχνη που δεν έπαψε να υπάρχει και να συνδέεται με τα κλασικά μας γράμματα.
Ποια σχέση έχουν με την Ελλάδα και την πατρίδα μας οι άσχετοι των ελληνικών γραμμάτων και του πολιτισμού μας, οι νεοναζιστές, θαυμαστές του Χίτλερ; Την προσβάλλουν την πατρίδα μας, δεν είναι Ελληνες, είναι βάρβαροι, περισσότερο κι από τους «βαρβάρους». Ο ανθρωπιστικός πολιτισμός μας θα πρέπει να λειτουργήσει καταλυτικά καθότι οι κοινωνίες που ζούμε εκβαρβαρίζονται από ένα παγκόσμιο σύστημα που δεν εμπορεύεται και εκμεταλλεύεται μόνο εμπορεύματα, αλλά εμπορευματοποιεί και τους ανθρώπους. Χρειάζεται ένα πολιτικό και πολιτιστικό κίνημα εξανθρωπισμού των ανθρώπων. Αυτό μπορεί να γίνει κόντρα στη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού υπερκαταναλωτικού συστήματος που διαβρώνει και μεταλλάσσει τους ανθρώπους. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την ιθαγένεια θα πρέπει να ανακληθεί γιατί μας προσβάλλει ως χώρα και γίνεται βούτυρο στο ψωμί της Χρυσής Αυγής.
Άρθρο του συγγραφέα Δημήτρη Παπαχρήστου για το «Έθνος» / tvxs

Ιθαγένεια και ηγεμονία. Του Γιώργου Κατρούγκαλου



 
Η σπουδή του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, να αξιοποιήσει την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας για το «νόμο Ραγκούση», αποτελεί το τρίτο βήμα στην προσπάθεια εγκαθίδρυσης καθεστώτος «νόμου και τάξης».

Η πρώτη ήταν οι συμβολικές κινήσεις κατά της «ανομίας», με επιχειρήσεις τύπου Βίλα Αμαλία. Η δεύτερη ήταν η επίθεση κατά της κοινωνικής αντίδρασης στα μνημονιακά μέτρα, με την επιστράτευση των απεργών του Μετρό και των ναυτεργατών. Η υπόθεση της ιθαγένειας φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι κάτι διαφορετικό, εφόσον δεν αφορά τα «δικά μας» δικαιώματα, αλλά των περιθωριακών της κοινωνίας μας, των ξένων. Και όμως, δεν είναι έτσι. Μπροστά στα μάτια μας ξετυλίγεται μία συνολική αντεπανάσταση, η οποία αμφισβητεί το σύνολο των αξιών και της θεσμικής προστασίας των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων της τελευταίας τριακονταετίας. Επιδιώκει να δημιουργήσει στη θέση τους μια νέα ηγεμονία, βασισμένη στις παραδοσιακές αξίες της συντηρητικής παράταξης, όπως έχουν «εμπλουτιστεί» από την ατζέντα της Χρυσής Αυγής. Στο πλαίσιο αυτό έχει ήδη προαναγγελθεί, με προφανώς σκόπιμη διαρροή στον Τύπο, και το τέταρτο βήμα, που θα είναι η ουσιαστική κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας στο δημόσιο τομέα και η επαναφορά του δικαιώματος του λοκ άουτ. (Ενα ενδιάμεσο βήμα, η προώθηση του ελευθεριοκτόνου σχεδίου νόμου για τις διαδηλώσεις, που ετοιμάστηκε από το Δήμο Αθηναίων, δυστυχώς με συνέργεια συναδέλφων συνταγματολόγων, φαίνεται να έχει μείνει μετέωρο λόγω της αντίθεσης του υπουργού Δικαιοσύνης.) Η ηγεμονία αυτή δεν έχει κερδηθεί στην κοινωνία. Η κυβέρνηση επιδιώκει να την εκμαιεύσει λάθρα, εκμεταλλευόμενη το συλλογικό μούδιασμα που απορρέει από τα ατομικά αδιέξοδα του καθενός μπροστά στην ανεργία και τα χρέη. Οσο η απόγνωση δεν μεταφράζεται σε συλλογικό αγώνα τόσο ευκολότερο είναι να στρώσει το χαλί στην αποδοχή της σιδηράς πυγμής που δοκιμάζει η κυβέρνηση. Η ιστορική εμπειρία δείχνει, άλλωστε, ότι η ισοπέδωση των κοινωνικών δικαιωμάτων συνήθως συνοδεύεται από ένταση του αυταρχισμού και την αμφισβήτηση και των ατομικών ελευθεριών. Ακριβώς όμως επειδή ο τελικός σκοπός είναι η ιδεολογική ηγεμονία, συνοδό όπλο στην αυταρχική βία εισφέρει ο αποπροσανατολισμός που σκηνοθετούν τα χαλκεία της κυβερνητικής προπαγάνδας. Αίφνης, εν όψει της κλιμάκωσης των αγροτικών αγώνων, ανακαλύφθηκαν οι απάτες με το ΦΠΑ μιας μικρής μειοψηφίας αγροτών, προφανώς σε μεγάλο βαθμό πελατών των δύο πάλαι ποτέ κομμάτων του δικομματισμού. (Απάτες τέτοιου είδους απαιτούν «πλάτες» στην κρατική μηχανή.) Η προώθηση νέου νόμου για την ιθαγένεια αποτελεί προνομιακή κίνηση στη σκακιέρα της ηγεμονίας, λόγω του ειδικού βάρους που έχει η ρητορική περί έθνους στη συντηρητική ιδεολογία.Επιβοηθείται δε τα μάλα από την απαράδεκτη απόφαση του ΣτΕ, που συγχέει δύο εντελώς ανόμοια μεγέθη: την κοινωνικοπολιτική διάσταση του έθνους με το νομικό ζήτημα της χορήγησης της ιθαγένειας. Η ιθαγένεια αποτελεί το νομικό δεσμό με το κράτος και όχι πιστοποιητικό εθνικής συνείδησης. Όσοι ξένοι ποδοσφαιριστές, για παράδειγμα, την αποκτούν, δεν το κάνουν λόγω εθνικής έξαρσης, αλλά για καθαρά πρακτικούς, νομικούς λόγους. Βεβαίως και ο νόμος Ραγκούση προσπάθησε να λύσει το ζήτημα της ένταξης των μεταναστών εσφαλμένα, κυρίως μέσω της απονομής ιθαγένειας, ενώ το κομβικό ζήτημα είναι η ισότητα δικαιωμάτων. Ο μέσος μετανάστης, που δεν μεγάλωσε εδώ, δεν θέλει την ιθαγένεια από ξαφνική ανάγκη να γίνει Ελληνας, αλλά για να μπορεί να μένει και να εργάζεται νόμιμα στη χώρα. Εάν είχε εξασφαλιστεί η ισότητα δικαιωμάτων του, με μία διάταξη, π.χ. όπως αυτή του ισπανικού Συντάγματος που αναγνωρίζει ίσα δικαιώματα στους νόμιμα ευρισκόμενους στη χώρα αλλοδαπούς, μόνο όσοι πραγματικά αγαπούν και θέλουν να μείνουν για πάντα εδώ θα υπέβαλλαν αίτηση πολιτογράφησης.Το θέμα είναι εντελώς διαφορετικό για τα παιδιά που δεν ξέρουν άλλη πατρίδα, που γεννήθηκαν και πήγαν εδώ στο σχολείο. Δεν χρειαζόμαστε τον Ισοκράτη για να καταλάβουμε ότι αυτά είναι Ελληνάκια. Εάν δεν δείξουμε την αλληλεγγύη μας τώρα σε αυτά, ό,τι και να πάθουμε στο μέλλον θα μας αξίζει. Οχι για ηθικούς λόγους. Αλλά γιατί θα έχουμε απαρνηθεί το συνεκτικό ιστό της αλληλεγγύης και των δικαιωμάτων και θα έχουμε παραδώσει μόνοι την ηγεμονία στον Μιχαλολιάκο και τους ζηλωτές του. Και δεν υπάρχουν νομικά εμπόδια για να σωθούν τα παιδιά. Το ΣτΕ δεν είναι συνταγματικό δικαστήριο. Είναι εύκολο να εφαρμοστεί η απόφασή του με τρόπο που και το Σύνταγμα να γίνει σεβαστό, αλλά και η προστασία της ανθρώπινης αξίας. Της αξίας την οποία μοιράζονται και οι Ελληνες και οι «άλλοι».
* Ο Γ. Κατρούγκαλος είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΔΠΘ

Ελευθεροτυπία
 / tvxs 

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Η βία της αποδοχής της βίας. Της Φωτεινής Τσαλίκογλου


«Γιακούμπ, κάνε κουράγιο, οι πληγές θεραπεύονται, μην απελπίζεσαι. Έχει συμβεί σε όλους μας. Σε μένα τέσσερις φορές. Με ακινητοποίησαν και με χτύπησαν ενώ περπατούσα στον δρόμο, όπως ακριβώς κι εσένα, χωρίς να παρέμβει κανένας. Εδώ, στην Ελλάδα, είναι πλέον συνηθισμένο φαινόμενο, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα…»: Απόσπασμα από το κείμενο «Η κοινοτοπία του κακού», το οποίο έγραψε η Laura Boldrini, υπέυθυνη του Τομέα Ενημέρωσης του Περιφερειακού Γραφείου της Υ.Α. για τη Νότια Ευρώπη.

Ακολουθεί άρθρο της συγγραφέως και καθηγήτριας ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Φωτεινής Τσαλίκογλου το οποίο σχολιάζει το συγκεκριμένο κείμενο που εκτός των άλλων αναφέρεται στο γεγονός, ότι πολλοί μετανάστες σήμερα στην Ελλάδα "... έχουν φτάσει στο σημείο να θεωρούν «φυσιολογική» τη βιαιότητα απέναντί τους".

Yπάρχει κάτι που φοβίζει περισσότερο από τη βία – είναι η αποδοχή της από αυτόν που την υφίσταται. Η αίσθηση ότι «έτσι είναι τα πράγματα και δεν γίνεται αλλιώς», ότι πρέπει κάπου, κάπως, προκειμένου να επιβιώσεις, να αποδεχθείς ως φυσικό, ή ως αναγκαίο το αποτρόπαιο. Η ταύτιση αυτή του εαυτού σου με ένα αξιοκαταφρόνητο και άρα άξιο κακοποίησης αντικείμενο είναι αφάνταστα βλαβερή, όχι μόνο για την υπόθεση της ψυχικής υγείας, αλλά και για την αξιακή θεμελίωση του ίδιου του πολιτισμού μας.
Η κουλτούρα βίας που αναπτύσσεται μέσα στην κρίση, ο λόγος μίσους που με τόση ευχέρεια αρθρώνεται, η κατασκευή φανταστικών εχθρών, ικανών να παίρνουν πάνω τους όλα τα δεινά μιας αφόρητης ύπαρξης και συνύπαρξης, είναι στοιχεία που συνθέτουν το στίγμα της εποχής μας. Ανάλγητη εποχή, που αδειάζει τον άνθρωπο από την ανθρωπιά του. Το μίσος ως τρόπος ζωής. Η μισαλλοδοξία ως μορφή επιβίωσης.
Υπάρχει όμως και ένας πιο χθόνιος μηχανισμός, η πανουργία δεν είναι προνόμιο μόνο της ιστορίας, ανήκει και στην ιστορία του ανθρώπινου ψυχισμού. Όταν ο ψυχισμός βάλλεται, όταν απειλείται από παντού η επιδίωξη της επιβίωσης, τότε φτάνεις στο σημείο, σαν ένα έσχατο σημείο αυτοπροστασίας, να αποδεχτείς αυτή την κακοποίηση ως κάτι το φυσικό, το αναμενόμενο, το κοινότοπο.
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης, η κοινοτοπία του κακού της Χάνα Αρεντ, η παθητική νομιμοποίηση των βασανιστηρίων σε ορισμένους αιχμάλωτους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αναζωπυρώνονται και γίνονται «αλλιώς» επίκαιρα στη σημερινή αδιανόητη εποχή μας.
Το ερώτημα που μένει αναπάντητο και απαιτεί μια απάντηση που ο καθένας από εμάς καλείται να δώσει είναι: Πώς μέσα από την αγρύπνια της σκέψης και του συναισθήματος μας να αντισταθούμε σε αυτή την ύπουλη, και μέρα τη μέρα εντεινόμενη, σταδιακή εξοικείωση με το αποτρόπαιο;
Πηγή: unhcr.gr

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Ο μπαμπάς στο κέντρο κράτησης, το 5χρονο παιδί «μόνο στο σπίτι» για 2,5 μήνες




  
«Υπόθεση που μου ήρθε σήμερα: Συνελήφθη "για χαρτιά" πριν δυόμισι μήνες στην Αθήνα, Σουδανός που είναι σχεδόν 20 χρόνια στη χώρα, την ώρα που είχε πεταχτεί στο σούπερ μάρκετ για ψώνια. Σπίτι είχε μείνει η πεντάχρονη κόρη του, γεννημένη στην Ελλάδα, με την οποία κατοικούσε (η μητέρα τους είχε αφήσει όταν η κόρη ήταν 6 μηνών). Ο Σουδανός κατά τη σύλληψή του, αλλά και αργότερα, εκλιπαρούσε να πάει κάποιος στο σπίτι και να φροντίσει το κορίτσι, πλην όμως κανείς δεν ενδιαφέρθηκε... Η τύχη του παιδιού αγνοείται δυόμισι μήνες μετά. Εκείνος είναι υπό κράτηση, προς απέλαση». 

Ρεπορτάζ της Φωτεινής Λαμπρίδη, 
Η παραπάνω είδηση κυκλοφόρησε, μέσω Facebook, από τη δικηγόρο και πρόεδρο της Ελληνικής δράσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα Ηλέκτρα Κούτρα. Είναι μία από τις περιπτώσεις απάνθρωπης μεταχείρισης μεταναστών. Οι δικηγόροι που ασχολούνται με ανάλογες υποθέσεις έχουν πληθώρα τέτοιων στη διάθεσή τους, όπως τονίζει στο tvxs.gr η ίδια η δικηγόρος.

Ωστόσο η περίπτωση αυτή φέρνει στο φως μια ακόμα σοκαριστική πλευρά της πραγματικότητας που έχει σχέση με την σχεδόν μηδενική μέριμνα για τα παιδιά των κρατουμένων μεταναστών και μεταναστριών ή των μεταναστών που βρίσκονται υπό απέλαση. Αν για τις αρχές αυτά είναι ψιλά γράμματα, τότε μέσα σε μία κοινωνία που βρίσκεται σε ανθρωπιστική κρίση η αποκτήνωση έχει δείξει ήδη τα δόντια της.

«Στο Σουδανό πατέρα με οδήγησε ένας άλλος μετανάστης πελάτης μου», εξηγεί η κα Κούτρα. «Πρόκειται για ένα παιδί δεύτερης γενιάς μεταναστών που κρατείται, ενώ θα έπρεπε κανονικά να είναι έξω. Ενώ είχαμε συμφωνήσει να του βγάλουν χαρτιά, ξαφνικά τον έστειλαν ένα πρωί στο κέντρο κράτησης μεταναστών στην Κομοτηνή».

...Όπως είναι γνωστό εκεί επικρατεί μια απελπιστική κατάσταση, περίπου εξακόσια άτομα στοιβαγμένα σε έναν χώρο χωρίς ρεύμα χωρίς παράθυρα. Άνθρωποι σε κίνδυνο τόσο οι ίδιοι οι μετανάστες όσο και οι εργαζόμενοι εκεί. Δεν έχουν τηλέφωνα και δυνατότητα να απευθυνθούν σε δικηγόρο. Ανάμεσά τους ήταν και ο Σουδανός πατέρας του οποίου η περίπτωση μας συγκίνησε ιδιαίτερα, να φανταστείτε μου είπε ο πελάτης μου «είναι εδώ ένας που δεν ξέρει αν ζει το παιδί του».

...Ψάξαμε το παιδί, μεταξύ άλλων και για να εξακριβώσουμε την πληροφορία. Από μαρτυρίες γειτόνων μάθαμε ότι φιλοξενείται σε συγγενή του πατέρα του. Πήραμε τα στοιχεία του συγγενή και ενημερώσαμε τον πατέρα ότι το παιδί του ζει και είναι καλά. Ήταν συγκινητική η στιγμή.

Η δικηγόρος διευκρινίζει ότι δεν έχει ακόμα πληροφορία από την αστυνομία για το εάν την επόμενη της σύλληψης πήγε κάποιος αστυνομικός να ψάξει το παιδί στο διαμέρισμα αλλά ακόμα κι αν  συνέβη αυτό, ουδέποτε ενημερώθηκε ο πατέρας.

Τι συμβαίνει τελικά με τα παιδιά των μεταναστών οι οποίοι συλλαμβάνονταιχωρίς χαρτιά και κρατούνται σε τμήματα ή κέντρα κράτησης; Τι γίνονται τα παιδιά των οποίων οι γονείς συλλαμβάνονται ή οδηγούνται σε απέλαση;
«Δεν υπάρχει οργανωμένο σύστημα μέριμνας για αυτά τα παιδιά» απαντάει ο δικηγόρος Σπύρος Ριζάκος από την ΜΚΟ «Αίτημα», ο οποίος έχει ασχοληθεί εκτενώς με το θέμα. «Αν την ώρα της σύλληψης είναι μαζί τα παιδιά, τα μεταφέρουν συνήθως στο Παίδων. Αν το παιδί βρίσκεται αλλού, συνήθως δεν το αναζητάει κανείς. Δημιουργούνται καθημερινά ανθρώπινα δράματα. Η δική μας άποψη είναι ότι σε αυτές τις περιπτώσεις, εκεί που υπάρχει ανήλικο παιδί δεν πρέπει να κρατούνται οι γονείς. Κάθε φορά που προκύπτει τέτοιο θέμα προσπαθούμε να το λύσουμε με την αστυνομία, παρεμβαίνουμε ώστε να αφεθεί ο πατέρας ή η μητέρα. Κάποιες φορές το καταφέρνουμε ενώ έχει μεσολαβήσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα βέβαια».

Τι  γίνεται στις περιπτώσεις όμως που οι μετανάστες δεν έχουν δυνατότητα να εκπροσωπηθούν από δικηγόρο; «Εκεί δυστυχώς είναι τραγικά τα πράγματα. Είναι δύσκολο να ακουστεί ο άνθρωπος. Εδώ δεν ακουγόμαστε εμείς» απαντά ο κ. Ριζάκος.

Η Ηλέκτρα Κούτρα σημειώνει σχετικά με το κέντρο κράτησης μεταναστών στην Κομοτηνή: «Αν δεν μπορεί η Ελληνική πολιτεία να θέσει υπό κράτηση ανθρώπους σε συνθήκες που σέβονται το μίνιμουμ της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αν δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι η ζωή των κρατουμένων αλλά και των ίδιων των αστυνομικών δεν κινδυνεύει, τότε πρέπει να απελευθερώσει τους ανθρώπους και να βάλει λουκέτο σε κρατητήρια που δεν έχουν ούτε μία από τις απαιτούμενες προδιαγραφές».

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

«Πίστευα ότι μόνο οι λευκοί είναι οι εκλεκτοί του Θεού»

ΗΠΑ: ένας διαβόητος νεοναζί αποκηρύσσει το παρελθόν του

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ: Γιάννης Παπαδόπουλος, ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τρίτη 20 Απριλίου 2010, Εφημερίδα TA NEA

Ο Φρανκ Μέινκ είχε μάθει να μιλάει με γροθιές. Στα εφηβικά του χρόνια ήταν ένας από τους πιο γνωστούς σκίνχεντ της Αμερικής, με δικό του τηλεοπτικό σόου που το αποκαλούσε «Ράιχ». Μισούσε τους πάντες. Μέχρι που στο τέλος μίσησε τον ίδιο του τον εαυτό.
Στον κόσμο του Φρανκ Μέινκ δεν ήταν εύκολο να είσαι παιδί. Στις γειτονιές της Νότιας Φιλαδέλφειας κουμάντο έκαναν οι συμμορίες. Στη σχολική τσάντα μαζί με τα βιβλία οι μαθητές έκρυβαν σουγιάδες. Και στο σπίτι του οι γονείς του επέλεγαν μπίρα αντί για νερό, μαριχουάνα αντί για μάλμπορο.
Σε ηλικία 14 ετών, ο Μέινκ έγινε μέλος μιας ομάδας σκίνχεντ. Ξύρισε το κεφάλι του και πότισε το σώμα του με μίσος. Είκοσι πέντε ναζιστικά τατουάζ στόλισαν το κορμί του. Ενα από αυτά, μια σβάστικα με έναν καιόμενο κέλτικο σταυρό, ήταν χαραγμένο στον λαιμό του.
Ο Μέινκ απέκτησε και το δικό του τηλεοπτικό πρόγραμμα με τίτλο «Ράιχ», απ΄ όπου προσπαθούσε να προσηλυτίσει νέα μέλη. Στα 18 του βρέθηκε στη φυλακή, αφού απήγαγε και ξυλοκόπησε έναν άνδρα καταγράφοντας το βίαιο ξέσπασμά του σε βίντεο.
Ο εγκλεισμός του τού άλλαξε τη ζωή. «Στη φυλακή συνάντησα άτομα που είχαν βιώσει δύσκολες καταστάσεις, παρόμοιες με τις δικές μου. Ανεξαρτήτως χρώματος και καταγωγής κατάλαβα ότι οι ζωές μας δεν είχαν μεγάλες διαφορές», προσθέτει ο Μέινκ.
Με την αποφυλάκισή του προσπάθησε να αποκοπεί από το φασιστικό παρελθόν του. Με τον καιρό ο Μέινκ άρχισε να βλέπει τον κόσμο χωρίς φόβο και προκατάληψη. Εκοψε τους δεσμούς με κάθε νεοναζί και μετάνιωσε για τα λάθη του. Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Αμερική ένα βιβλίο με την ιστορία του: «Η αυτοβιογραφία ενός πρώην σκίνχεντ» (Αutobiography of a Recovering Skinhead, Εκδ. Ηawthorne).
«Ημουν ένας κακός άνθρωπος, θυμωμένος και εγωιστής. Χωρίς αυτοεκτίμηση, έτοιμος να κάνω τα πάντα. Οταν με πλησίασαν οι σκίνχεντ για να με εντάξουν στην ομάδα τους, μού φέρθηκαν σαν την οικογένεια που δεν είχα. Με ρώτησαν για τη ζωή μου στο σχολείο, τα προβλήματά μου. Ενδιαφέρθηκαν. Οι γονείς μου ποτέ δεν με είχαν ρωτήσει κάτι αντίστοιχο. Οι σκίνχεντ με έκαναν να νιώσω προστατευμένος», λέει ο βαθιά θρησκευόμενος Μέινκ.
«Με έπεισαν ότι μόνο οι λευκοί είναι εκλεκτοί του Θεού, ότι όλες οι άλλες φυλές είναι απόγονοι του Κάιν, παιδιά του Σατανά. Χρησιμοποιούσαν αποσπασματικά κομμάτια από τη Βίβλο για να υποστηρίξουν τα λεγόμενά τους. Δεν τους αμφισβητούσα. Εκείνα τα χρόνια ήμουν έτοιμος να δεχτώ τα πάντα», λέει. Σύμφω- να με τον Μέινκ, κάθε μέλος της ομάδας του υπέφερε από αισθήματα κατωτερότητας, τα οποία ξεγελούσε ξεσπώντας απέναντι σε μαύρους, ομοφυλόφιλους ή αλλόθρησκους.
Πλέον ο Μέινκ γυρίζει την Αμερική σε συνεργασία με μη κυβερνητικές οργανώσεις και δίνει αντιρατσιστικές ομιλίες σε πανεπιστήμια και σχολεία. Εχει ιδρύσει μια πολυπολιτισμική ομάδα χόκεϊ, ενώ στις τελευταίες προεδρικές εκλογές ψήφισε τον Μπαράκ Ομπάμα.
«Δεν τον ψήφισα γιατί είναι μαύρος. Αλλά γιατί έχει όραμα», λέει. Με αφορμή την εκλογή του Ομπάμα όμως οι ομάδες «μίσους» έχουν αυξηθεί ραγδαία στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την οργάνωση Southern Ρoverty Law Center, το 2009 οι «πατριωτικές» ομάδες στην Αμερική έφταναν τις 923 (αύξηση κατά 250%).
Για τον Μέινκ η καλύτερη άμυνα απέναντί τους είναι η κριτική σκέψη: «Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο Θεός μάς έπλασε όλους το ίδιο. Απ΄ όπου κι αν προερχόμαστε, όλοι οι άνθρωποι έχουμε κάτι κοινό: συνείδηση», καταλήγει.
ΟΙ ΣΚΙΝΧΕΝΤ εμφανίστηκαν ως υποκουλτούρα της εργατικής τάξης στη Βρετανία τη δεκαετία του ΄60. Αρχικά αποτελούσαν αντίδραση στο ανδρόγυνο στυλ της εποχής, αντιπαθούσαν την επικρατούσα ελίτ και εναντιώνονταν στη χρήση ναρκωτικών ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ του ΄70 συνδέουν την ύπαρξή τους με τον ρατσισμό και διέπονται από τις αρχές του εθνικιστικού Εθνικού Μετώπου. Στη δεκαετία του ΄80 εξαπλώνονται στην Αμερική και αποκτούν χιλιάδες μέλη ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ξυρισμένο κεφάλι και τα τατουάζ, βασικό χαρακτηριστικό τους είναι οι μπότες Dr. Μartens με κόκκινα κορδόνια. Το κόκκινο συμβολίζει την αγνότητα του άριου αίματος, στο οποίο πιστεύουν οι σκίνχεντ.


ΔΕΙΤΕ:

This Is England (κινηματογραφική ταινία)

ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ, Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

«This is England» του Σέιν Μέντοους

Βρετανία, 2007. Σκηνοθεσία-σενάριο: Σέιν Μέντοους. Ηθοποιοί: Τόμας Τέργκουζ, Τζόζεφ Γκίλγκαν, Στίβεν Γρκάαμ. 102 λεπτά.
Στην Αγγλία της κυρίας Θάτσερ, η φτώχεια αλλά και η έλλειψη φίλων, οδηγούν ένα 12χρονο αγόρι στην αγκαλιά μιας ρατσιστικής ομάδας νέων, σε μια ταινία, δοσμένη με οξυδέρκεια, χιούμορ αλλά και συγκίνηση.
Μια ζοφερή εικόνα της ζωής σε μια επαρχιακή πόλη της Αγγλίας της κυρίας Θάτσερ, τον Ιούλιο του 1983, περίοδο του πολέμου των Φόκλαντ, μέσα από μια ημι-αυτοβιογραφική ταινία, παρουσιάζει ο σκηνοθέτης Σέιν Μέντοους, που είχε κάνει μια εντυπωσιακή πρώτη εμφάνιση το 1997 στο φεστιβάλ Βενετίας, με την ταινία «Twenty Four Seven».
Πρόκειται για την ιστορία του Σον (εκπληκτικός στο ρόλο ο Τόμας Τέργκουζ), ενός ευάλωτου, 12χρονου, χωρίς πατέρα (σκοτώθηκε στον πόλεμο των Φόκλαντ) αγοριού, που βρίσκει αποκούμπι στη μοναξιά του αλλά και στην έλλειψη πατέρα, σε μια ομάδα «σκίνχεντ» που τον «υιοθετούν». Βρισκόμαστε στην αρχή της δημιουργίας των σκίνχεντ, όταν η ομάδα στην οποία προσχωρεί ο Σον είναι φιλική και εκφράζει την αντίδρασή της στην ανεργία, στον πόλεμο αλλά και στο κατεστημένο μέσα από τα ρούχα που φορά και τη μουσική που ακούει. Μέχρι που η εμφάνιση του Κόμπο, ενός φίλου της ομάδας, που μόλις αποφυλακίζεται, τους χωρίζει στα δυο: την ομάδα που υιοθετεί το ρατσισμό και τη βία κι εκείνη που αρνείται παρόμοια πορεία. Ο Σον παρασύρεται από τον Κόμπο και προσχωρεί στην πρώτη ομάδα, τόσο από ανάγκη να ανήκει κάπου όσο και επειδή πιστεύει πως έτσι θα δικαιώσει τον νεκρό πατέρα του και την Αγγλία που, σύμφωνα με τον Κόμπο κι εκείνους που βρίσκονται πίσω του (συγκεκριμένα τους εκπροσώπους του νεοναζιστικού Εθνικού Μετώπου), χρειάζεται να επανακτήσει τη χαμένη, «εθνική» της ταυτότητα.
Ο Μέντοους, όπως και στις προηγούμενες ταινίες του (πρόσφατο παράδειγμα «Τα παπούτσια του νεκρού») συνεχίζει κι εδώ το σχόλιό του πάνω στη βία, αυτή τη φορά στη βία μερίδας της νεολαίας, που η φτώχεια, η ανεργία, η αμάθεια και η αποξένωση, οδηγούν στην αγκαλιά εξτρεμιστικών ομάδων - ένα μεγάλο μέρος της ταινίας στηρίζεται στην εμπειρία του ίδιου του σκηνοθέτη που, σε εφηβική ηλικία υπήρξε μέλος μιας τέτοιας ομάδας. Χωρίς υποχωρήσεις ή μελοδραματισμούς, με δύναμη, διεισδυτικότητα, και κριτική ματιά, συχνά με συγκίνηση αλλά και χιούμορ, ο Μέντοους σκιαγραφεί το πορτρέτο του μικρού πρωταγωνιστή του, τοποθετώντας το σ' ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον (σε επίκαιρα στην αρχή αλλά και προς το φινάλε, ο Μέντους μας δίνει μιαν εικόνα της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης της περιόδου), προσφέροντάς μας μια συγκλονιστική στην αλήθεια και την ειλικρίνειά της ταινία.


Το Ροτβάιλερ «δαγκώνει» υπέροχα στο Επί Κολωνώ (θεατρική παράσταση)

Το έργο, το οποίο παρουσιάζει «ζωντανή» συνέντευξη ενός τηλεστάρ δημοσιογράφου στο άντρο ενός σκίνχεντ, εξακολουθεί να αφορά το αθηναϊκό κοινό που συρρέει και εφέτος για να το παρακολουθήσει

ΑΣΤΕΡΟΠΗ ΛΑΖΑΡΙΔΟΥ, Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010, Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ

Ροτβάιλερ: ράτσα σκύλου συνυφασμένη με επιθετική συμπεριφορά. Οταν λοιπόν χρησιμοποιείται ως ψευδώνυμο ενός σκίνχεντ, τα πράγματα αγριεύουν επικίνδυνα. Η είδηση ότι μια ομάδα ακροδεξιών οπαδών της Ατλέτικο Μαδρίτης σκότωσε το 2001 έναν νεαρό φίλαθλο μιας βασκικής ομάδας ύστερα από αγώνα ποδοσφαίρου έκανε τον Γκιγέρμο Ερας να γράψει το θεατρικό έργο «Ροτβάιλερ». Ο Χάιμε Ρεβέρτερ είναι ένας δημοσιογράφος-σταρ της τηλεόρασης, ο οποίος καταφέρνει να εξασφαλίσει αποκλειστική συνέντευξη με τον συγκεκριμένο σκίνχεντ, και μάλιστα αφήνει για πρώτη φορά τη σιγουριά του πλατό προκειμένου να παρουσιάσει την εκπομπή «ζωντανά» από το επικίνδυνο άντρο του. Οι σχέσεις εξουσίας περιπλέκονται μεταξύ συνεντευξιαστή και συνεντευξιαζομένου και όταν ο πρώτος ξεπεράσει το όριο, η κατάσταση δεν θα αργήσει να βγει εκτός ελέγχου με αθώο θύμα τον καμεραμάν. Το έργο, το οποίο μεταφράστηκε από τη Μαρία Χατζηεμμανουήλ με τη συμβολή του Ινστιτούτου Θερβάντες και σκηνοθετήθηκε από την Ελένη Σκότη, αποτελεί μία από τις πιο ευχάριστες εκπλήξεις της περασμένης θεατρικής σεζόν. Και ενώ η παράσταση του Θεάτρου Επί Κολωνώ είχε προγραμματιστεί να επαναληφθεί για λίγο καιρό και εφέτος, το αμείωτο ενδιαφέρον του κοινού την καθιστά ένα από τα μεγαλύτερα θεατρικά σουξέ. Κάπως έτσι η μία παράταση έφερε την άλλη, ώσπου αποφασίστηκε ότι το «Ροτβάιλερ» θα εξακολουθεί να... δαγκώνει ως το τέλος της σεζόν, ήτοι 28 Μαρτίου.
«Η παράσταση του έργου μου στην Ελλάδα από τον ελληνικό θίασο (σ.σ.: Δημήτρης Λάλος, Γιάννης Ράμος, Γιάννης Τρίμης, Δημήτρης Καπετανάκος) είναι καταπληκτική, σε σημείο που τη θεωρώ καλύτερη από το θεατρικό μου κείμενο. Αυτή είναι η δύναμη του θεάτρου, ότι κάποιοι ηθοποιοί κάνουν δικό τους ένα έργο και το μετατρέπουν σε αίμα τους. Το σώμα μιλάει. Ετσι, ένα έργο που εξελίσσεται στην Ισπανία γίνεται παγκόσμιο. Και συνεπώς σε ένα από τα σύγχρονα προβλήματα της Ευρώπης που ακόμη δεν έχουμε μάθει να χειριζόμαστε, παρά μόνο για εμπορικούς λόγους» λέει ο συγγραφέας και σκηνοθέτης με έδρα τη Μαδρίτη, αλλά με πεδίο δράσης ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Εχοντας ταξιδέψει πολύ στη ζωή του, έχει συναντήσει κρούσματα ρατσισμού όπου και αν έχει πάει. Στην πατρίδα του θεωρεί ότι, αν και η κατάσταση είναι καλύτερη απ΄ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, «ο ρατσισμός υποβόσκει με τρόπο ταπεινωτικό σε διάφορους τομείς της καθημερινότητας. Τώρα μάλιστα με την οικονομική κρίση στραβοκοιτάζουμε τους ξένους, ενώ στις εποχές της ευημερίας τους εκμεταλλευόμαστε επειδή είναι φτηνά εργατικά χέρια. Μια μεγάλη πράξη κυνισμού, από την οποία δε μένουν αμέτοχα ούτε κάποια τμήματα της Αριστεράς».
Η εξαιρετική χρήση του βίντεο στην παράσταση (ο Γιάννης Τρίμης δεν υποδύεται μόνο τον καμεραμάν, αλλά υπογράφει και τον τρόπο που η μαγνητοσκοπημένη εικόνα μπλέκεται μέσα στη θεατρική δράση) εντείνει την αίσθηση κλειστοφοβίας τόσο στους «φιλοξενούμενους» του Ροτβάιλερ όσο και στους θεατές. Και επειδή κάθε απευθείας μετάδοση που σέβεται τον εαυτό της θέλει και τις ζωντανές συνδέσεις της, επί της οθόνης εμφανίζεται ο Δημήτρης Καταλειφός ως παλαιός καθηγητής του Ροτβάιλερ που αναρωτιέται τι πήγε τόσο λάθος, η Ιωάννα Τζώρα ως η πρώην αγαπημένη του που όμως δεν άντεξε να είναι μαζί του, ενώ ακούγεται η φωνή της Δάφνης Λαρούνη, που υποδύεται την απελπισμένη μητέρα του. Ενα σύμπαν κλειστό, ανατριχιαστικά ζωντανό και προπαντός καλοσκηνοθετημένο.

Δίκτυα:

Διασυνδέσεις σκίνχεντ, νεοναζί και χούλιγκαν φέρνει στο φως η επίθεση εναντίον Έλληνα στο Μόναχο
Πηγή: Associated Press (άρθρο του 2001)

Πρωτοφανείς διαστάσεις έλαβε στη Γερμανία η ρατσιστική επίθεση κατά του Τσουκνόπουλου (φωτ. αρχείου)

Το βάθος των διασυνδέσεων ανάμεσα σε ομάδες σκίνχεντ, οργανώσεις νεοναζί και χούλιγκαν ποδοσφαιρικών ομάδων -στην προκειμένη περίπτωση, του Αγιαξ Αμστερνταμ- φώτισε η σύλληψη στην Ολλανδία του 19χρονου σκίνχεντ Κρίστοφ Σούλτε, ο οποίος καταζητούνταν από τις γερμανικές Αρχές και την Ιντερπόλ ως κύριος δράστης της βάναυσης επίθεσης εις βάρος του 31χρονου Αρτέμιου Τσουκνόπουλου στις 12 Ιανουαρίου στο Μόναχο.
Σε συνέντευξη Tύπου, που δόθηκε την Κυριακή στο Βερολίνο, ο επικεφαλής της διωκτικής ομάδας των γερμανικών Αρχών και σύνδεσμος στην Ιντερπόλ, Γιοάχιμ Σολόν, περιέγραψε το δίκτυο που «κάλυψε» τον καταζητούμενο σκίνχεντ μέχρι τη σύλληψή του και αναφέρθηκε σε «συγκοινωνούντα δοχεία» σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο Σούλτε είχε τραυματιστεί κατά τη συμπλοκή των περίπου 60 σκίνχεντ με τους Τούρκους πολίτες που είχαν προστρέξει να βοηθήσουν τον Τσουκνόπουλο και είχε φυγαδευτεί από ομοϊδεάτες του πριν από την έλευση της αστυνομίας. Ο 19χρονος φέρεται ως αρχηγός της ακροδεξιάς οργάνωσης «Αδελφότητα του Ίζερλον», η οποία εδρεύει σε μία μικρή δυτικογερμανική πόλη. Να σημειωθεί ότι οι περισσότερες «ανένταχτες» και χωρίς κλασική οργανωτική δομή ομάδες των σκίνχεντ φέρουν την επωνυμία Αδελφότητα.
Το δίκτυο που περιέθαλψε στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία τον επικηρυγμένο με 30.000 μάρκα σκίνχεντ σχετίζεται με έναν γνωστό «ανένταχτο» νεοναζί, τον Κρίστιαν Βορχ, που κατοικεί στο Αμβούργο και έχει καταδικαστεί επανειλημμένως από γερμανικά δικαστήρια ως υποκινητής εκδηλώσεων ρατσιστικής βίας, καθώς και για αντισημιτική προπαγάνδα.
Οι διασυνδέσεις αυτού του χώρου με οργανωμένους ακροδεξιούς χούλιγκαν της ποδοσφαιρικής ομάδας Αγιαξ κατέστησαν δυνατή την προώθηση του Σούλτε στο Ρότερνταμ, όπου βρήκε προσωρινό καταφύγιο στο σπίτι ενός γνωστού Ολλανδού νεοναζί.
Από την περιγραφή της σύλληψης του Σούλτε από άλλο Γερμανό αξιωματικό της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μονάχου, τον Ραλφ Κρέγκερ, προκύπτει ότι το άσυλο του Σούλτε ήταν ήδη επί αρκετές ημέρες γνωστό, αλλά η ολλανδική αστυνομία δεν επενέβη αμέσως, προκειμένου να συλλέξει περισσότερες πληροφορίες για το δίκτυο. Τελικά, η ολλανδική αστυνομία «χτύπησε» όταν ο Σούλτε ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει την Ολλανδία και να μετακομίσει στο Βέλγιο.
Ο εισαγγελέας Κόνραντ Μπες, που έχει στα χέρια του την υπόθεση της επίθεσης κατά του Τσουκνόπουλου, ανακοίνωσε ότι η αίτηση έκδοσης του Σούλτε θα υποβληθεί αύριο και ότι υπολογίζει πως μέσα σε δύο εβδομάδες θα παραδοθεί στις γερμανικές Αρχές.
Κατά του Σούλτε -ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στον ξυλοδαρμό του θύματος και, βάσει μαρτυριών, είχε επιχειρήσει να τον αποτελειώσει πηδώντας πάνω στο κεφάλι του, όταν ήταν πεσμένος στο έδαφος- έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης με την κατηγορία της απόπειρας φόνου.
Για την επίθεση εναντίον του 31χρονου Έλληνα -που απασχόλησε έντονα τον Τύπο και τα ΜΜΕ στη Γερμανία τόσο λόγω της βαρβαρότητάς της όσο και λόγω της συμπαράστασης προς το θύμα από Τούρκους πολίτες- συνελήφθησαν αρχικά 14 σκίνχεντ, από τους οποίους οι εννέα εξακολουθούν να κρατούνται.
Μεταξύ αυτών είναι η 17χρονη Μαρία - Αννα φον Τάντεν, φίλη του Σούλτε, που πρωτοστάτησε και αυτή στον ξυλοδαρμό του Τσουκνόπουλου και αντιμετωπίζει, όπως και ο φίλος της, την κατηγορία της απόπειρας φόνου.
Τα εντάλματα για τους υπόλοιπους οκτώ αφορούν στις κατηγορίες της συνέργειας σε απόπειρα φόνου και της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης.

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Ο ρατσισμός ζει και βασιλεύει

Της ΓΙΟΥΛΑΣ ΖΑΧΙΩΤΗ, Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Δεκαέξι χρόνια μετά την πτώση του απαρτχάιντ και σχεδόν 60 μέρες πριν από τη διοργάνωση του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου, η Νότια Αφρική παλεύει ακόμη να κλείσει τις πληγές του παρελθόντος και να στρέψει το βλέμμα στο μέλλον.
Η δολοφονία, όμως, του λευκού ακροδεξιού ηγέτη Γιουτζίν Τερεμπλάνκε από δύο νεαρούς μαύρους την περασμένη εβδομάδα ξύπνησε αμαρτίες του παρελθόντος, που απειλούν να τη γυρίσουν είκοσι χρόνια πίσω. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι εάν κοιμήθηκαν ποτέ.
Η φυλή των Ζουλού, που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες της Νότιας Αφρικής, έχει μια παροιμία που λέει ότι «ένα χέρι δεν μπορεί να πλυθεί μόνο του», υπονοώντας ότι οι άνθρωποι χρειάζονται ο ένας τον άλλο για να προχωρήσουν. Ομως, στην πολυπολιτισμική κοινωνία του «Ουράνιου Τόξου» ο φυλετικός διαχωρισμός, αν και καλυμμένος, εξακολουθεί να κρατά δέσμιους 50 εκατομμύρια ανθρώπους από 11 φυλές. Μια φυλετική απομόνωση που θα υπάρχει όσο υπάρχουν και αυτοί που την καλλιεργούν.
Ο Τερεμπλάνκε ήταν ένας από αυτούς. Ο ακραία ρατσιστικός λόγος του και το όραμά του για έναν κόσμο λευκών όπου οι μαύροι της Νότιας Αφρικής θα επιστρέψουν στη θέση που είχαν την εποχή των σκλάβων, έβρισκε ανταπόκριση ακόμη και ανάμεσα στους νέους. Μέλη της παραστρατιωτικής ομάδας του AWB (Afrikaner Weerstandsbeweging) διαδήλωσαν μετά το θάνατό του, με σημαίες που έφεραν το έμβλημα της οργάνωσης, που θυμίζει τον αγκυλωτό σταυρό, και όπλα στους δρόμους της πόλης Βέντερσντορπ. Μια πόλη που οι δρόμοι έχουν ονόματα λευκών, τα μαγαζιά ανήκουν μόνο σε λευκούς και οι συζητήσεις ανάμεσα στους κατοίκους καταλήγουν πάντα στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει χώρος για τους μαύρους.
Η διαδήλωση ήταν ένας φόρος τιμής στον ηγέτη τους, αλλά και τους τρεις χιλιάδες λευκούς κτηματίες που δολοφονήθηκαν με παρόμοιο τρόπο τα τελευταία 7 χρόνια από μαύρους υπαλλήλους τους. Φυσικά, κανείς δεν αναφέρεται στους 50 μαύρους που δολοφονούνται κάθε μέρα.
Στην άλλη πλευρά του νομίσματος είναι ο ακραίος λόγος του Τζούλιους Μαλέμα, του νεαρού μαύρου ηγέτη της νεολαίας του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου (ANC), του κόμματος του Νέλσον Μαντέλα, που βρίσκεται στην εξουσία από το 1994.
Ο ύμνος που τραγουδούσαν την εποχή του απαρτχάιντ οι μαύροι επαναστάτες, «Σκοτώστε τους λευκούς», εξακολουθεί να σιγοτραγουδιέται στις ομιλίες και τις συγκεντρώσεις του, καθώς αρνείται να υπακούσει ακόμη και στην πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να τον απαγορεύσει, σε μια προσπάθεια να μην πέσει κι άλλο λάδι στη φωτιά.
Μια τυχοδιωκτική προσωπικότητα, που πολλοί υποστηρίζουν ότι σύντομα θα παίξει σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της χώρας, η οποία, ωστόσο, απομακρύνεται από το όραμα ενότητας του Νέλσον Μαντέλα.
Διαχωριστικές γραμμές
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου για τη Δικαιοσύνη και τη Συμφιλίωση, οι Νοτιοαφρικανοί δεν έχουν αφήσει πίσω τους το μίσος και την ανασφάλεια.
Το 25% αρνείται να μιλήσει σε άτομα άλλης φυλής, το 46% δεν έχει καμία επαφή μαζί τους ακόμη και αν βρεθούν στο ίδιο σπίτι, το 40% δηλώνει ότι δεν μπορεί να εμπιστευτεί άτομα άλλης φυλής ενώ το 59% βρίσκει εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσει τα έθιμα και τις συνήθειές τους. Οι τεράστιες κοινωνικές αντιθέσεις συντηρούν σε κάθε περίπτωση τις σχέσεις μίσους, σε μια από τις πιο βίαιες κοινωνίες του πλανήτη, όπου κάθε χρόνο δολοφονούνται 18 χιλιάδες άνθρωποι.
Στη μία πλευρά του νομίσματος υπάρχουν αυτοί, κυρίως μαύροι, που ζουν με 1,5 ευρώ την ημέρα και πληρώνονται μόλις με 31 ευρώ μηνιαίως ως εργάτες στα χωράφια των λευκών και στην άλλη αυτοί που ζουν σε πολυτελή σπίτια με πισίνες και σωματοφύλακες.
Οπως γλαφυρά έγραψε μια τοπική εφημερίδα του Γιοχάνεσμπουργκ, «πώς μπορούν να καλλιεργηθούν καλές σχέσεις ανάμεσα στις φυλές όταν η πρώτη κίνηση που κάνει ένας λευκός όταν συναντήσει έναν μαύρο είναι να κλειδώσει το αυτοκίνητό του;».