Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Το αμάρτημα του πατρός μου: Νίκος Δαββέτας "Η εβραία νύφη"

Από τη Μ. Θεοδοσοπούλου, Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 
Εργο του Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Αποψη της Αθήνας, 1970

Νίκος Δαββέτας : Η εβραία νύφη
εκδόσεις Κέδρος, σ. 234, 14 ευρώ
Την τελευταία δεκαετία οι συγγραφείς επηρεάζονται όλο και περισσότερο από τις έρευνες των ιστορικών και τις αποκαλύψεις τους σε συνέδρια γύρω από την ιστορική μνήμη. Αυτός ο εναγκαλισμός έδωσε μεν αξιόλογα πεζογραφήματα, αλλά συχνά αποβαίνει παρακινδυνευμένος, ιδίως όταν αποκτά μόνιμο χαρακτήρα. Οπως και να έχει, ένα καλό παράδειγμα αποτελεί ο Εμφύλιος και ένα πιο πρόσφατο, η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Ιούνιο 2008 πραγματοποιήθηκε στη συμπρωτεύουσα το πρώτο συνέδριο με θέμα «Το Ολοκαύτωμα ως τοπική ιστορία: παρελθόν και παρόν μιας σύνθετης σχέσης». Εναν χρόνο αργότερα, φθινόπωρο 2009, κυκλοφόρησαν τα μυθιστορήματα της Ρέας Γαλανάκη, «Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα», και του Νίκου Δαββέτα, καθώς και η νουβέλα της Λουκίας Δέρβη «Ομπρέλες στον ουρανό». Και τα τρία επαναφέρουν στο πεδίο της πεζογραφίας τούς Θεσσαλονικιούς Εβραίους, όχι ως στερεότυπες φιγούρες, αλλά ως ανθρώπους διαφορετικής και βαθιάς κουλτούρας. Ετσι, η μέχρι τώρα εικόνα του παθητικού θύματος ανατρέπεται και η ενδοχώρα της τοπικής κοινότητας κατά τον αφανισμό της την περίοδο της Κατοχής, αρχίζει να φωτίζεται κατ' άλλον τρόπο, πιο γλυκό. Το Συνέδριο της Θεσσαλονίκης ήταν ενταγμένο σε σειρά συνεδρίων για τη μελέτη του Εμφυλίου και γενικότερα της δεκαετίας του 1940. Σε αντιστοιχία, τα δύο μυθιστορήματα, με μακριές αναδρομές στο παρελθόν, μοιράζονται θεματικά ανάμεσα στον Εμφύλιο και στις τύχες των Εβραίων. Ενώ, στο παρόν της αφήγησης είναι εμφανής η συγγραφική προσπάθεια να διαχωριστούν οι Εβραίοι από τις κατά καιρούς αντιδράσεις που γεννά η αραβοϊσραηλινή διένεξη.
Ο Δαββέτας εκδίδει το τέταρτο βιβλίο του από το 2002, που πρωτοεμφανίστηκε στην πεζογραφία. Μετά μια συλλογή διηγημάτων, μια νουβέλα κι ένα μυθιστόρημα, παρουσιάζει ένα δεύτερο μυθιστόρημα, σημειώνοντας καθυστέρηση ενός χρόνου σχετικά με την ανά διετία έκδοση βιβλίου, που εξαρχής καθιέρωσε. Και στα τέσσερα βιβλία πρωταγωνιστεί ο ίδιος ήρωας. Πρόκειται για έναν δημοσιογράφο που παρακολουθεί ηλικιακά τον συγγραφέα. Ηδη, από το προηγούμενο μυθιστόρημα, είναι χωρισμένος και ο μόνος, εν ζωή, στενός συγγενής του είναι ο μεγαλύτερος αδελφός του. Προβάλλει σαν ένας μοναχικός χαρακτήρας, εσωστρεφής και φύσει απαισιόδοξος, με κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας, που τον κάνει ακόμη πιο κατηφή. Το πρόβλημα υγείας, όπως και οι χρονολογίες θανάτου των γονιών του ποικίλλουν από βιβλίο σε βιβλίο, προσαρμοζόμενες στις εκάστοτε μυθοπλαστικές επιταγές. Η μητέρα του έχει πεθάνει από καρκίνο. Το παρελθόν της, με ιστορίες από τα Δεκεμβριανά, είναι το θέμα της νουβέλας. Ο πατέρας του είχε πεθάνει νωρίτερα από συμφόρηση. Ονόματι Γιώργος, από αριστερή οικογένεια, υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στη Μακρόνησο και άνοιξη του 1949 βρέθηκε στον Κυβερνητικό Στρατό να μάχεται, τον Μάρτιο, στο Καϊμακτσαλάν και τον Απρίλιο, στην Πυρσόγιαννη του Γράμμου.
Μέρος της ιστορίας τού πατέρα του την αφηγείται στο προηγούμενο μυθιστόρημα. Σύμφωνα με το πρόσφατο, ο ήρωας δεν ενδιαφέρθηκε για το παρελθόν τού πατέρα του, όταν εκείνος πέθανε στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ούτε είκοσι χρόνια αργότερα, όταν έμαθε πως τους είχε αφήσει κληρονομιά ένα κτήμα στον τόπο καταγωγής τους, την Ολυμπία Ηλείας. Τότε, συγκεκριμένα το 1996, είχε αρκεστεί να το περιφράξει, φοβούμενος τους καταπατητές. Ούτε, όμως, το 2003, που πέθανε η μητέρα του. Ενδιαφέρθηκε 12 χρόνια μετά, το 1996 (τυπογραφικό λάθος αντί για 11), δηλαδή στο παρόν της τρέχουσας αφήγησης, που εκτυλίσσεται στη διάρκεια του 2007. Παραδόξως, ο λόγος του ξαφνικού ενδιαφέροντος είναι ένας καινούριος έρωτας, για μια γυναίκα ετών 39, που γνώρισε το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς και το άλλο πρωί ξύπνησε στο κρεβάτι της. Εκείνη μιλούσε συνέχεια για τον πατέρα της. Οπότε κι αυτός, πλησιάζοντας πια τα πενήντα, συνειδητοποίησε ότι αγνοούσε «ποιος ήταν ο πατέρας του». Αρχίζει τότε μια διπλή αναζήτηση για να γνωρίσει αφενός τον πατέρα του και αφετέρου την καλή του, μέσω του πατέρα της.
Ετσι στήνεται ένα δεύτερο μυθιστόρημα αποσπασματικής μορφής. Στο προηγούμενο, που τοποθετείται το 1999, η αιτιολογία για τη συγκέντρωση μαρτυριών είναι ένα αφιέρωμα περιοδικού για τα 50 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου. Στο πρόσφατο, οι αφηγήσεις διαφορετικών προσώπων αυτονομούνται σε ιδιαίτερα κεφάλαια ή και υποκεφάλαια. Τρεις μιλούν για τον πατέρα του ήρωα, καλύπτοντας διαφορετικές περιόδους της ζωής του: ο αδελφός του, που ήταν μαζί του στην εξορία και τον στρατό, ο γαμπρός του, συνεταίρος του στη χαρτοποιία, που έστησε τα μεταπολεμικά χρόνια, κι ένας παραγιός της επιχείρησης, που καζάντισε στη Γερμανία. Και, αντίστοιχα, τρεις για τον πατέρα της καλής του, εκτός από την ίδια: ο ψυχαναλυτής της, η εξαδέλφη του ψυχαναλυτή και ένας γερμανός αθλητίατρος, που την προπονούσε. Θεσσαλονικείς Εβραίοι οι δύο πρώτοι, δίνουν μια γενικότερη όψη της εβραϊκής κοινότητας. Αυτές οι εκατέρωθεν μαρτυρίες παρατάσσονται άτακτα, ενσωματωμένες στην αφήγηση του ήρωα, που ανακαλεί αναμνήσεις και μηρυκάζει πεισιθάνατες σκέψεις. Εκτός από κάποιες σκηνές ερωτικής συνεύρεσης, η σχέση τους, και η μέσα από αυτήν σκιαγράφηση των δύο χαρακτήρων, μένει εκτός μυθιστορήματος. Ο ήρωας συνοψίζει τον δεσμό τους κάπως δραματικά με τη φράση: Μας ένωσε «η θλίψη που ο καθένας κουβαλούσε στους ώμους του αγόγγυστα, με αξιοπρέπεια, ελπίζοντας μια μέρα να ενώσει τα κομμάτια του μες στην τήξη των συναισθημάτων».
Η διάθεση προς τους τραγικούς τόνους δηλώνεται ήδη από το μότο του μυθιστορήματος: «Η ιστορία μας είναι σαν μια βουλωμένη λεκάνη τουαλέτας. Τραβάμε και ξανατραβάμε το καζανάκι, αλλά τα σκατά πάντα επιπλέουν». Είναι δάνειο από τον Γκίντερ Γκρας, που μεταγράφεται κάπως βεβιασμένα από τη γερμανική στην ελληνική πραγματικότητα. Πάντως, στην τουαλέτα εκτυλίσσεται η εναρκτήρια σκηνή, που εισάγει στους δύο βασικούς θεματικούς πυρήνες: τη νευρική ανορεξία της ηρωίδας και το βεβαρημένο παρελθόν του πατέρα της. Συνεργάτης των Γερμανών στην Κατοχή ο τελευταίος, πλούτισε με τις περιουσίες των εκτοπισθέντων Εβραίων. Ανορεξική η κόρη, σαν εκείνες από τον κόσμο των μοντέλων και της σόου μπίζνες, λογοτεχνικά στοιχίζεται δίπλα σε εκείνη του Ηλία Μαγκλίνη, στη νουβέλα «Η ανάκριση». Μετράμε, δηλαδή, δύο ανορεξικές ηρωίδες στην πρόσφατη πεζογραφία. Ωστόσο, καμία από τις δύο δεν επιζητά το τέλειο σώμα, αλλά διαφυγή ή αντίβαρο στο ψυχολογικά δυσβάσταχτο πατρικό φορτίο. Στο μυθιστόρημα του Δαββέτα προβάλλεται η συνήθης αιτιολογία της σεξουαλικής κακοποίησης, που έρχεται ως συμπλήρωμα της εικόνας του πατέρα τέρατος, με το τρισυπόστατο χαρακτηριστικό: γερμανόφιλος, παρακρατικός, αιμομίκτης. Εν ολίγοις, ο απόλυτα κακός.
Παρά τον τίτλο του μυθιστορήματος, η ηρωίδα δεν είναι Εβραία. Ταυτίζεται, όμως, με τα θύματα του πατέρα της και φαντασιώνει τον εαυτό της σαν μία από τις πολλές νιόπαντρες εβραιοπούλες των γερμανικών στρατοπέδων. Είναι κι αυτή, αλλά κατά φαντασία, μια «μαύρη νύφη», όπως εκείνη στο ομότιτλο μυθιστόρημα της Νίνας Ναχμία-Κοκαλίδου, που παντρεύτηκε τον αγαπημένο της Αλβέρτο και μετά βρέθηκε στο στρατόπεδο. Ο τίτλος του Δαββέτα παραπέμπει στον γνωστό πίνακα του Ρέμπραντ, έναν από τους πολλούς, που εμπνεύστηκε από τη Βίβλο. Οπως και στο προηγούμενο μυθιστόρημά του, η ζωγραφική κρατάει και πάλι ένα μερίδιο. Ο ήρωας, η καλή του και ο ψυχαναλυτής αναμειγνύουν στις συζητήσεις τους τρεις πίνακες του Ρέμπραντ. Ο σχολιασμός τους αντανακλά πρόσφατες ερμηνείες, που φαίνεται να υπερβάλλουν στην προσπάθεια να βγάλουν συμπεράσματα για τον εβραϊσμό στο έργο του ολλανδού ζωγράφου. Γενικότερα, είναι εμφανής η προσπάθεια ενσωμάτωσης στις επιμέρους αφηγήσεις καινούριων δεδομένων, όπως, για παράδειγμα, όσα αποκαλύφθηκαν στο πρόσφατο συνέδριο της Θεσσαλονίκης για τη δράση της Υπηρεσίας Διαχείρισης Εβραϊκών Περιουσιών ή και όσα γράφτηκαν στις εφημερίδες στα τέλη του 2007 σχετικά με τα ναζιστικά Αρχεία του Μπαντ Αρολζεν. Ας υπενθυμίσουμε εδώ ότι 11 χώρες, μεταξύ τους και η Ελλάδα, είχαν συστήσει το 1955 Σώμα διαχείρισης των εν λόγω Αρχείων. Επίσης, ότι η χώρα μας, φθινόπωρο του 2007, συνυπέγραψε την κατάργηση του απορρήτου κατόπιν «αιτήματος» των ΗΠΑ, οι οποίες, ως επικεφαλής, ζητούσαν τη δημοσιοποίησή τους για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του κύματος αμφισβήτησης του Ολοκαυτώματος. Πιστεύουμε, τελικά, πως αυτές οι πολλαπλές προσλαμβάνουσες του συγγραφέα λειτουργούν σε βάρος της μυθοπλασίας. Πρόκειται για πολλαπλής εστίασης αφήγηση, με πληθώρα αναφορών, συνδηλώσεων, υπαινιγμών κ.λπ. Ισως να μας υπερβαίνει ως μυθιστόρημα. Ωστόσο, δεν αποκλείεται μέσα σε αυτό το πλέγμα αμφίσημων νύξεων και αναφορών να χάνεται το μυθιστορηματικό παιχνίδι. Εχουμε, πάντως, την εντύπωση ότι, ώς έναν βαθμό, θα συμφωνούσε μαζί μας και ο ολλανδός Δάσκαλος, που εν μέρει εμπνέει τον συγγραφέα. Οτιδήποτε στον ζωγραφικό χώρο εκείνος το θεωρούσε ως μη απαραίτητο, το άφηνε στη σκιά, φωτίζοντας μόνο μερικές όψεις, μάλιστα από μία εστία φωτός. Φαίνεται, όμως, ότι εκείνος είναι ανεπίκαιρος ή, ακριβέστερα, παρωχημένος Δάσκαλος. Σήμερα έχουμε άλλους, μετανεωτερικούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: