Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νεοαποικισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νεοαποικισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Η χαμένη γενιά της Ακτής Ελεφαντοστού

Ακόμη μία φορά, οι προγραμματισμένες για τις 29 Νοεμβρίου 2009 εκλογές για την ανάδειξη προέδρου στην Ακτή του Ελεφαντοστού αναβλήθηκαν.
Αν και η ειρήνη επανήλθε το 2007, ύστερα από πέντε χρόνια ένοπλων συγκρούσεων και βιαιοτήτων, η χώρα εξακολουθεί να κλυδωνίζεται από έντονες κοινωνικές αντιπαραθέσεις. Ασταθής αλλά αποφασιστική, ταλαντευόμενη ανάμεσα στη μάχη για την επιβίωση και στην αναζήτηση της εξουσίας, η νεολαία αποτελεί ταυτόχρονα το διακύβευμα και το κλειδί της κρίσης.
Η φοιτητική και μαθητική ομοσπονδία της Ακτής του Ελεφαντοστού (Fesci) «μπορεί να παραλύσει την εκλογική διαδικασία. Μιλάμε διαρκώς για την αποστράτευση των πολιτοφυλάκων, αλλά πρέπει να αρχίσουμε από τη Fesci», εκτιμά ο Πατρίκ Ν'Γκουάν, πρόεδρος του Συνδέσμου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Ακτής του Ελεφαντοστού. (Lidho)(1). Οι επόμενες προεδρικές εκλογές θα μπορούσαν, πράγματι(2), να προκαλέσουν νέες βιαιοπραγίες εξαιτίας της Fesci.
Εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, το συνδικάτο παίζει κεντρικό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Ακτής του Ελεφαντοστού. Ο αρχηγός των Νέων Πατριωτών, οπαδών του προέδρου Λοράν Γκμπάγκμπο, Σαρλ Μπλε Γκουντέ -που κατηγορείται από τα Ηνωμένα Εθνη(3) για τις ευθύνες του στις «βιαιοπραγίες των πολιτοφυλάκων του δρόμου», από την αρχή της διένεξης, τον Σεπτέμβριο του 2002- υπήρξε γενικός γραμματέας της Fesci μεταξύ 1998, και 2000.
Ο προκάτοχός του, επικεφαλής της φοιτητικής ομοσπονδίας (από το 1995 έως το 1998) δεν είναι άλλος από τον αρχηγό της ένοπλης ανταρσίας, Γκιγιόμ Σορό, ο οποίος έγινε πρωθυπουργός μετά τη συμφωνία ειρήνης του Ουαγκαντούγκου, τον Μάρτιο του 2007. Οσο για τους παλιούς «fescistes», Ναβιγκέ Κονατέ και Γιαγιόρο Καραμόκο, διευθύνουν αντίστοιχα τη νεολαία του προεδρικού κόμματος (του Λαϊκού Μετώπου της Ακτής του Ελεφαντοστού - FPI) και τη νεολαία της Ενωσης Δημοκρατών (RDR) του αντιπάλου Αλασάνε Ντραμάνε Ουατάρα, που αποκλείστηκε από τις προεδρικές εκλογές του 2000, λόγω μη κατοχής ιθαγένειας (εθνικής ταυτότητας)(4).
Η Fesci ιδρύθηκε το 1990, με τον εκδημοκρατισμό επί προεδρίας Φελίξ Χουφουέ-Μπουανί, για να αντικρούσει το Κίνημα των Μαθητών και των Φοιτητών της Ακτής του Ελεφαντοστού, προσκείμενο στο Δημοκρατικό Κόμμα της Ακτής του Ελεφαντοστού (PDCI) που ήταν τότε στην εξουσία. Σε μια χώρα που έχει πληγεί σοβαρότατα από την πτώση της τιμής του κακάο, του οποίου είναι η πρώτη σε παραγωγή στον κόσμο, οι άνεργοι νέοι γίνονται η αιχμή του δόρατος της εκκολαπτόμενης αντιπολίτευσης.
Ο Χουφουέ-Μπουανί το συνειδητοποιεί και στηρίζεται στους «ταραξίες»-νέους που έχουν εγκαταλείψει το σχολείο. Αρνούμενοι το περιθώριο, χτίζουν φήμη και κερδίζουν έδαφος με τα μπράτσα τους ή με το μαχαίρι. Ο γέρος πρόεδρος προτείνει στην πιο φημισμένη από τις συμμορίες τους, αυτή του Τζον Παλόλο, να μπει στην υπηρεσία του.
Οι Εθελοντές για την Ασφάλεια (VS), τους οποίους οι κύριοι ενδιαφερόμενοι αναβάπτισαν «μισθωτούς αλήτες», θα αποτελέσουν μια πρωτοφανή υπηρεσία διατήρησης της τάξης, που περιφρουρεί τις πορείες υποστήριξης του PDCI και σπέρνει έριδες σε αυτές των αντιπάλων. Η συμμαχία του βασιλιά με τον δρόμο υποσχόταν ένα όμορφο μέλλον.
Το κίνημα των φοιτητών
Οι ταραξίες έχουν τη δική τους γλώσσα: τη «νούσι». Βασισμένη στη γαλλική αργκό, δανείζεται από τις τοπικές διαλέκτους ή τα αγγλικά, παραλλάσσει τις λέξεις της επικαιρότητας, κάνει τα κύρια ονόματα ρήματα και τα ρήματα ουσιαστικά... Οι μαθητές υιοθετούν αυτή τη γλώσσα που συνοδεύει τη μουσική «ζούγκλου»(5), η οποία επινοήθηκε για να διηγηθεί την αξιοθρήνητη καθημερινότητά τους και την κατακρήμνισή τους στην κοινωνική κλίμακα.
Πράγματι, μέχρι τη δεκαετία του 1980, οι μαθητές που έπαιρναν το απολυτήριο λάμβαναν αυτόματα μια υποτροφία για να συνεχίσουν τις σπουδές τους, συνήθως στη Γαλλία. Αλλά, στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας, εξαιτίας της κρίσης του κακάο και του πλάνου διαρθρωτικής τροποποίησης, τα εμβάσματα έρχονται σποραδικά. Στις φοιτητικές εστίες, οι νέοι κοιμούνται ενίοτε ανά οκτώ σε δωμάτια για δύο. Αυτοαποκαλούνται οι «Καμποτζιανοί». Μεταξύ 1980 και 2009, ο μέσος όρος φτώχειας πέρασε από το 17% στο 50%.
Παίρνοντας το μέρος των «Καμποτζιανών», η Fesci συνασπίζεται με τα πρώτα κόμματα της αντιπολίτευσης που όλα έχουν δημιουργηθεί από καθηγητές πανεπιστημίου, μεταξύ των οποίων ο διάσημος Γκμπάγκμπο, ιδρυτή του FPI και σημερινός πρόεδρος της Δημοκρατίας(6). Μαζί, μοιράζονται «την ελπίδα μιας μάχης» (σύνθημα της Fesci) για τις συνθήκες ζωής και για τη δημοκρατία. Μαζί, θα περπατήσουν ενάντια στο καθεστώς του Χουφουέ-Μπουανί και θα εκτεθούν στα αντίποινά του.
Η βία εγκαθίσταται στο πανεπιστήμιο. Η Fesci «δημιουργεί ταραχές» υιοθετώντας τις βίαιες μεθόδους των αντιπάλων της. Ο Τιερί Ζεμπιέ, ένας «φοιτητής-ταραξίας» που σκορπάει τον τρόμο στη φοιτητική εστία Μερμόζ, λιθοβολείται μέχρι θανάτου από φοιτητές, μέλη της Fesci, στις 13 Ιουνίου 1991, γιατί η οργάνωση υποπτευόταν ότι τελούσε υπό τις διαταγές της PDCI.
Το φοιτητικό συνδικάτο τότε διαλύεται και νομιμοποιείται πάλι το 1997, με γενικό γραμματέα τον Σορό, έναν φοιτητή από τα βόρεια της χώρας. Καταζητούμενος από τις δυνάμεις της τάξης, συντονίζει δημόσιες συγκεντρώσεις και μετά εξαφανίζεται.
Η οργάνωση ενισχύθηκε την εποχή της παρανομίας της. Ενας από τους εθνικούς γραμματείς της, ο Μπλε Γκουντέ, διασχίζει ακούραστα τη χώρα για να στήσει οργανώσεις. Χάρη στον έλεγχο των φοιτητικών εστιών, η Fesci μπορεί, σε μερικές ώρες, να κινητοποιήσει χιλιάδες φοιτητές για τις διαδηλώσεις του Δημοκρατικού Μετώπου, στην καρδιά του οποίου συμμαχούν το FPI του Γκμπάγκμπο και το RDR του Ουατάρα. Εξοργισμένο, το καθεστώς του προέδρου Ανρί Κονάν Μπεντιέ (1993-1999) που διαδέχθηκε τον Χουφουέ-Μπουανί, κλείνει όλες τις φοιτητικές εστίες.
Το 1998, κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της Fesci, στο οποίο παρίσταται, μεταξύ άλλων, ο Γκμπάγκμπο, ξεσπούν διασπάσεις, προμηνύοντας την αποτυχία της δημοκρατικής μετάβασης. Η συνάντηση μετατρέπεται σε επίδειξη δύναμης μεταξύ των Γκμπάγκμπο και Ουατάρα, οι οποίοι ετοιμάζονται για τις προεδρικές εκλογές του Οκτωβρίου 2000. Το συνέδριο τελικά εκλέγει τον Μπλε Γκουντέ στη θέση του γενικού γραμματέα. Αλλά η βία γίνεται κοινή πολιτική γλώσσα. Η Fesci δεν θα σταματήσει να τη χρησιμοποιεί προς μεγάλο όφελος του υποψηφίου, που θα ξέρει πώς να τη χειραγωγήσει.
Υστερα από το πραξικόπημα της 24ης Δεκεμβρίου 1999, ο στρατηγός Ρομπέρ Γκουέι συστήνει κυβέρνηση εθνικής ενότητας, στην οποία συμμετέχουν οι Ουατάρα και Γκμπάγκμπο. Ομως η διαφαινόμενη διάσπαση γίνεται πραγματικότητα όταν ο Γκμπάγκμπο επαναφέρει το θέμα της ιθαγένειας, του οποίου ο Ουατάρα πέφτει θύμα, αφού επισήμως δεν την κατέχει.
Οι μάχες στα πανεπιστήμια διπλασιάζονται σε ένταση. Ο Μπλε Γκουντέ αναλαμβάνει τη διαχείριση της απονομής δωματίων στους φοιτητές. Η Fesci με αυτόν τον τρόπο θα αποκομίσει σημαντικά κέρδη, διογκωμένα από την είσπραξη ποσοστού επί των υποτροφιών, ή ακόμη και από την «προστασία» που πουλά στους μικρούς καταστηματάρχες, στα περίχωρα των πανεπιστημιακών συγκροτημάτων.
Η συγκομιδή πυροβόλων όπλων προερχομένων από τη γειτονική Λιβερία, που εξακολουθεί να είναι σε εμπόλεμη κατάσταση, φουντώνει τις εντάσεις. Οι εγκληματικές ενέργειες πολλαπλασιάζονται. Οι «ιστορικοί» ταραξίες, εκπαιδευμένοι περισσότερο στις πολεμικές τέχνες παρά στα πυροβόλα όπλα, καταδιώκονται. Ο Παλόλο εκτελείται στη μέση του δρόμου.
Στις προεδρικές εκλογές του Οκτωβρίου 2000, με το όριο ηλικίας των ψηφοφόρων να επανατοποθετείται στα 18 χρόνια, τετρακόσιες χιλιάδες νέοι προστίθενται στο εκλογικό σώμα(7). Πεπεισμένος ότι χάνει τις εκλογές, ο στρατηγός Γκουέι σπεύδει να αυτοανακηρυχθεί νικητής στην τηλεόραση. Η Fesci, που υποστηρίζει τον Γκμπάγκμπο, τον ιστορικό της ανάδοχο, διαδηλώνει. Τα μέλη του RDR, των οποίων ο αρχηγός, Ουατάρα, είναι αποκλεισμένος από την εκλογική αναμέτρηση εξαιτίας μη κατοχής ιθαγένειας, κάνουν το ίδιο. Η εξουσία διεκδικείται στον δρόμο. Οι οπαδοί του Γκμπάγκμπο «συνεργάζονται» με την αστυνομία, που εκτελεί δεκάδες μέλη του RDR. Στις 27 Οκτωβρίου 2000, πενήντα επτά πτώματα ανακαλύπτονται σε ένα ανοιχτό κτήμα του Γιοπουγκόν, στα βορειοδυτικά του Αμπιτζάν.
Οι βιαιότητες θα αφήσουν ανεξίτηλα σημάδια. Πολύ περισσότερο δε, που ο Γκμπάγκμπο, νικητής των προεδρικών εκλογών, δεν κάνει τίποτα για να καταργήσει τον εκρηκτικό μηχανισμό της μη κατοχής ιθαγένειας. Στους δρόμους, αστυνομικοί και χωροφύλακες επιδίδονται σε ληστείες ενάντια στον πληθυσμό του Βορρά ή στους αλλοδαπούς, οι οποίοι πλέον αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Τον Ιούλιο 2001, η αθωωτική απόφαση της δίκης για την εκατόμβη του Γιοπουγκόν επιβεβαιώνει την ατιμωρησία των νέων ταραχοποιών της Δημοκρατίας. Το Φόρουμ Εθνικής Συμφιλίωσης που διοργανώνεται στο τέλος του χρόνου, δεν έχει κανένα αποτέλεσμα.
Η απογοήτευση ξεσπά με τη μορφή ένοπλης ανταρσίας, τον Σεπτέμβριο 2002. Στα βόρεια της χώρας, οι Νέες Δυνάμεις. Επικεφαλής τους είναι ο Σορό. Στον νότο, ο στρατός, στηριζόμενος, στη συνέχεια, από τη Συμμαχία των Νέων Πατριωτών για την Εθνική Παλινόρθωση, που υποστηρίζει απόλυτα τον πρόεδρο Γκμπάγκμπο. Ο αρχηγός τους ονομάζεται Μπλε Γκουντέ. Στην «άγρια δύση» της χώρας, οι δεύτεροι τη τάξει - οι ζεν πρεμιέ - έρχονται να κλέψουν τη λάμψη των σταρ. Ο «πόλεμος κυριαρχίας» που ήρθε από τις πανεπιστημιουπόλεις γίνεται εθνικό ζήτημα. Τον Ιανουάριο 2003, οι συμφωνίες του Μαρκουσίς (κοντά στο Παρίσι) επιβάλλουν στον Γκμπάγκμπο να μοιραστεί την εξουσία με τις Νέες Δυνάμεις. Ο πρόεδρος τις υπογράφει με βαριά καρδιά και περιμένει δεκαπέντε μέρες για να απευθυνθεί στο έθνος, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους οπαδούς του. Οι Νέοι Πατριώτες καταστρέφουν τα σχολεία και το γαλλικό πολιτιστικό κέντρο. Ετσι, επιτρέπεται στον πρόεδρο να μειώσει τη σημασία των συμφωνιών και ακολούθως να αποδυναμώσει σιγά σιγά το περιεχόμενό τους.
«Αν δεν ήμουν πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα ήμουν στους δρόμους μαζί σας(8)», δηλώνει. Μία ελάχιστα καλυμμένη ενθάρρυνση. Ο Μπλε Γκουντέ, «ο στρατηγός της νεολαίας», γίνεται το πρόσωπο-κλειδί των κινητοποιήσεων που οδηγούν στην περιφρόνηση των αποφάσεων της Οργάνωσης των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) και στη διακοπή της ειρηνευτικής διαδικασίας.
Σε αναφορά της, η οργάνωση Human Rights Watch(9) καταγγέλλει τις βίαιες παρεκκλίσεις της Fesci και καταδικάζει την ατιμωρησία της οποίας χαίρει, από την άνοδο του Γκμπάγκμπο στην προεδρία. « Η δομή» (όπως την ονομάζουν συχνά τα μέλη της) δημιουργεί ένα ταραχοποιό κράτος εν κράτει. Εξάλλου, η αστυνομία δεν μπαίνει παρά σπάνια στις πανεπιστημιουπόλεις. Εξω από αυτές, δεν επεμβαίνει και αποθαρρύνει τους πολίτες να διαμαρτυρηθούν.
Τα παιδιά της εξουσίας
Οι Νέοι Πατριώτες του Μπλε Γκουντέ, οπαδοί της Fesci, είναι οπλισμένοι, ντυμένοι και εκπαιδευμένοι με προεδρικά χρήματα. Δημιουργούν πολιτοφυλακή: τον Ομιλο Πατριωτών για την Ειρήνη (GPP). Κι αυτοί, επίσης, επιδίδονται σε ληστείες. Σε μερικά χρόνια, η κουλτούρα της βίας διέδωσε σε όλη την Ακτή του Ελεφαντοστού το αντι-μοντέλο της, ακολουθώντας την ολοένα αυξανόμενη οικονομική εξαθλίωση.
Η κυβέρνηση, έχοντας αδρανοποιήσει τις συμφωνίες του Μαρκουσίς με τη στήριξη της εξουσίας του δρόμου, ξεκινάει νέα διαπραγμάτευση στο Ουαγκαντούγκου (χωρίς τη Γαλλία, της οποίας την παρουσία αρνείται ο Γκμπάγκμπο), με την υποστήριξη του προέδρου της Μπουρκίνα Φάσο, Μπλεζ Κομπαορέ.
Τον Μάρτιο 2007, οι αντίπαλοι συμφωνούν σε μια ατζέντα για τον αφοπλισμό των ανταρτών και των πολιτοφυλάκων, καθώς και για την επανάληψη της εκλογικής διαδικασίας. Ο Σορό αναλαμβάνει, έτσι, πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Γκμπάγκμπο. Ο Μπλε Γκουντέ κάνει κι αυτός τη δική του επίδειξη, ανταλλάσσοντας τον τίτλο του «στρατηγού της νεολαίας» με εκείνον του «προέδρου» του Παναφρικανικού Συνεδρίου των Νέων και των Πατριωτών (Cojep).
Και οι δύο έχουν εξουσία, χρήματα και κυκλοφορούν με 4χ4. Σε γενικές γραμμές, έχουν επιτύχει. Οι συμπολεμιστές τους βρήκαν κι αυτοί με τι να ασχοληθούν. Οπως ο Κάκου Μπρου, ο αποκαλούμενος «Στρατάρχης ΚΒ», γκρίζα προσωπικότητα της Fesci -για μερικούς, ο «στρατιωτικός αρχηγός» της- ο οποίος, τελειώνοντας την Εθνική Σχολή Διοίκησης (ΕΝΑ) της Ακτής του Ελεφαντοστού -στην οποία η είσοδος απέχει μακράν από το να γίνεται με κριτήρια αξιολόγησης-, τοποθετήθηκε στη διεύθυνση ναυτικών και λιμενικών υποθέσεων, με τον βαθμό του διοικητή.
Με τους Σορό και Μπλε Γκουντέ, η γενιά Fesci, μια γενιά χωρίς πίστη και νόμο, βρήκε τη θέση που αναζητούσε(10). Οπως λένε στη διάλεκτο «νούσι», οι νέοι «δημιούργησαν κατάσταση» μέσω της οποίας επιβιώνουν. Ενας λόγος παραπάνω για να την κάνουν να διαρκεί και για να μεταθέτουν τις εκλογές που αρχικά είχαν προβλεφθεί για το 2005. Και σαν από τύχη, το πανεπιστήμιο του Αμπιτζάν, που το αποκαλούσαν «Σορβόνη», έγινε το βήμα των εθνικιστών που στιγματίζουν τη Γαλλία.
Σαν να ήθελε η νέα γενιά να αντιστρέψει τα σύμβολα που έκαναν τους προπάτορές της να ονειρεύονται. Και ποδοπατώντας ό,τι αποτέλεσε την ευημερία της Ακτής του Ελεφαντοστού του Χουφουέ-Μπουανί, πιστής συμμάχου του Παρισιού, μια ευημερία που ποτέ δεν γνώρισαν.
(1) «Jeune Afrique», Παρίσι, 2 Φεβρουαρίου 2009.
(2) Οι διαδικασίες εξακρίβωσης στοιχείων των εκλογέων (διανομή ταυτοτήτων), καθώς και η κατάρτιση των εκλογικών καταλόγων, καθυστέρησαν.
(3) Από τον Φεβρουάριο 2007, απαγορεύεται στον Μπλε Γκουντέ να ταξιδέψει. Τα περιουσιακά του στοιχεία δεσμεύτηκαν.
(4) Ορισμός περιοριστικός της εθνικής ταυτότητας, που επιβάλλει την απόδειξη της προέλευσης από την Ακτή του Ελεφαντοστού σε όποιον επιθυμεί να συμμετέχει στην εκλογική αναμέτρηση (για τους υποψήφιους) ή να ψηφίσει (για τους απλούς πολίτες).
(5) Zouglou σημαίνει απόβλητο, σκουπίδι, απόρριμμα. Βλ. Yacouba Konate «Gener ation zouglou», «Cahiers d' etudes africaines », Τόμ. ΧΙ, ΙΙ, σελ. 772-796, Παρίσι, 2002.
(6) Καθηγητής ιστορίας, υπήρξε, εκείνη την εποχή, μέλος του Synares, του κυριότερου συνδικάτου καθηγητών και ερευνητών του πανεπιστημίου.
(7) Christian Bouquet, «Geopolitique de la Cote d'Ivoire», Armand Colin, Παρίσι 2006.
(8) Ραδιοτηλεόραση της Ακτής του Ελεφαντοστού (RTI), 7 Φεβρουαρίου 2003.
(9) Human Rights Watch, «Η καλύτερη σχολή. Η φοιτητική βία, η ατιμωρησία και η κρίση στην Ακτή του Ελεφαντοστού», Νέα Υόρκη, Μάιος 2008.
(10) Βλ. Richard Banegas, «Ακτή του Ελεφαντοστού: οι νέοι ''γίνονται άντρες''. Αντι-αποικιοκρατία και εθνικισμός στους νέους πατριώτες του Abidjan», «Les Etudes du Centre d'etudes et de recherches internationals» (CERI), no 137, Παρίσι, Ιούλιος 2007.
* Δημοσιογράφος.
7 ΧΡΟΝΙΑ ΚΡΙΣΗ
19 Σεπτεμβρίου 2002
Στρατιωτικοί της Ακτής Ελεφαντοστού, εξόριστοι στην Μπουρκίνα Φάσο, κατακτούν το βόρειο τμήμα της χώρας, αλλά δεν καταφέρνουν να καταλάβουν την πρωτεύουσα, Αμπιτζάν. Η χώρα κόβεται στα δύο.
22 Σεπτεμβρίου 2002
Η Γαλλία εξαπολύει την επιχείρηση «Licome» για να βοηθήσει τους υπηκόους της να διαφύγουν. Εκτός αυτού, παίζει ρόλο διαπραγματευτή μεταξύ των εμπόλεμων πλευρών.
23 Σεπτεμβρίου 2002
Η Οικονομική Κοινότητα των Χωρών της Δυτικής Αφρικής (Cedeac) δημιουργεί ειρηνευτική δύναμη.
26 Ιανουαρίου 2003
Οι συμφωνίες του Μαρκουσίς (Παρίσι) προβλέπουν τη διανομή της εξουσίας μεταξύ του προέδρου Γκμπάγκμπο και των Νέων Δυνάμεων.
27 Φεβρουαρίου 2004
Επιχείρηση των Ηνωμένων Εθνών στην Ακτή Ελεφαντοστού (Onucil) με σκοπό τη διατήρηση της ειρήνης.
11 Οκτωβρίου 2004
Επεισόδια σε διαδηλώσεις, με πολλούς τραυματίες.
6 Νοεμβρίου 2004
Οι Εθνικές Ενοπλες Δυνάμεις της Ακτής Ελεφαντοστού (Fanci) βομβαρδίζουν τη γαλλική βάση του Μπουακέ: εννέα νεκροί, τριάντα επτά τραυματίες. Σε αντίποινα, η Γαλλία καταστρέφει τον αεροπορικό στόλο της Ακτής Ελεφαντοστού.
7 Νοεμβρίου 2004
Στο Αμπιτζάν, οι γαλλικές δυνάμεις ανοίγουν πυρ εναντίον των διαδηλωτών, μπροστά στο ξενοδοχείο «Ivoine» αφήνοντάς πίσω τους δεκάδες νεκρούς.
4 Μαρτίου 2007
Συμφωνία Ειρήνης του Ουαγκαντούγκου. Ο αρχηγός των ανταρτών, Γκιγιόμ Σορό, αναλαμβάνει επικεφαλής της μεταβατικής κυβέρνησης.
Αρχές 2010
Πιθανότητα διεξαγωγής προεδρικών εκλογών. 

Fesci, syndicat ou mafia ?
lundi 09 février 2009 - Par jeuneafrique.com

Régnant sans partage sur l’université, la Fédération estudiantine et scolaire de Côte d’Ivoire est critiqué pour sa violence et ses pratiques douteuses.  L’organisation a beau avoir mis de l’ordre dans ses rangs, elle continue à faire peur.
Le secrétaire général de la Fesci fulmine. Et menace. Alors que le syndicat, réputé proche du Front populaire ivoirien (FPI, au pouvoir) n’a pas mené de grandes campagnes pour la cause étudiante depuis l’arrivée au pouvoir de Laurent Gbagbo, Augustin Mian, étudiant de 31 ans inscrit en maîtrise de droit, n’exclut pas de recourir à la grève. Motif : les frais d’inscription à l’université, qui devraient prochainement passer à 50 000 F CFA, un tarif unique, alors qu’ils s’échelonnaient jusqu’ici de 7 000 à 10 000 F CFA selon le niveau d’études.
« Il faut pas nous fatiguer avec cette affaire de frais de scolarité. On subit déjà des retards dans le versement des bourses, les restaurants universitaires ne fonctionnent pas, les cités U sont délabrées et on veut nous faire payer 50 000 F CFA d’inscription. Ce n’est pas possible ! » vocifère le leader de la Fesci. Qui regrette que son organisation n’ait pas été invitée à des négociations préalables à l’adoption de ces nouveaux tarifs. Pour ses détracteurs, la Fesci fait plutôt preuve d’hypocrisie. « En fait, ce que ses responsables veulent négocier, c’est la part que le syndicat va prélever sur ces frais d’inscription », lance Patrick N’Gouan, président de la Ligue ivoirienne des droits de l’homme (Lidho). Depuis plusieurs semaines, différentes sources à Abidjan font effectivement état de discussions avec les autorités de tutelle pour l’obtention d’une « dîme » par le syndicat. La rumeur est d’autant plus plausible que celui-ci a la réputation de racketter les étudiants.
Sur les campus, la Fesci se comporte en véritable mafia, un terme employé par Human Rights Watch (HRW) ou la Lidho, mais aussi par le président Laurent Gbagbo lui-même. En mai dernier, le chef de l’État a en effet demandé aux étudiants d’« abandonner pour toujours la violence, le banditisme et la mafia », ajoutant : « Sachez que je ne défends pas les bandits, je défends les futurs cadres du pays. »
Il n’empêche. C’est dans une totale impunité que la Fesci continue à régner, par la terreur, dans les universités, les campus et même les lycées. Au mois de janvier, pas moins de trois incidents sérieux ont défrayé la chronique. Entre le 12 et le 14, aux « 220 Logements », dans la commune d’Adjamé, les « fescistes » ont affronté à coups de gourdins et de machettes des jeunes du quartier. Il a fallu l’intervention massive des forces de l’ordre pour calmer le jeu.
Le 14, alors que la situation se calmait à Adjamé, des accrochages se sont produits à Yopougon entre des membres de la Fesci et des lycéens appartenant à l’Association générale des élèves et étudiants de Côte d’Ivoire (Ageeci). Quatre jours plus tard, le 18, des représentants du Mouvement ivoirien des droits humains (MIDH) qui enquêtaient sur ces incidents ont été agressés. L’Ageeci est considérée par la Fesci comme proche de l’ex-rébellion qui tient le nord du pays. Depuis la création de ce mouvement en 2004, son fondateur, Habib Hobo, a été tué, une militante violée et plusieurs autres syndicalistes bastonnés. Enfin, le 22 janvier, à Yamoussoukro, ce sont des membres du « Collectif étudiants des grandes écoles » qui ont été attaqués. Bilan : cinq blessés, dont deux sérieusement. La plupart du temps, la réponse de la police ou de la justice est quasi inexistante.

En toute Impunité
« En mai 2007, quand la Fesci est venue saccager les locaux de la Lidho, nous avons prévenu la police. Ses agents se sont contentés de regarder les casseurs prendre le matériel pour l’emmener à la cité U de Mermoz. On a déposé une plainte, mais celle-ci est évidemment restée sans suite », raconte Patrick N’Gouan. Aux yeux des étudiants fescistes, la Lidho avait commis un crime en autorisant les enseignants, alors en grève, à se réunir dans ses locaux, le syndicat étudiant leur ayant interdit d’organiser la rencontre à l’université. « Notre siège est situé dans le quartier Mermoz, et ils considèrent qu’on est sur leur territoire. Ils nous ont même demandé de déménager », poursuit le président de la Lidho.
« Nous sommes certes des êtres humains, nous avons notre intelligence mais nous avons aussi un côté bestial », expliquait en 2005 l’un des plus célèbres « parrains » du mouvement, Kouakou Brou, alias Maréchal KB, dans une interview au quotidien Fraternité matin. Selon HRW, KB est considéré comme le « dirigeant militaire » de la Fédération.
Pour conforter sa mainmise sur l’université, la Fesci manie depuis longtemps violences et intimidations. De graves incidents ont opposé à la fin des années 1990 deux tendances concurrentes – l’une proche du FPI, l’autre du Rassemblement des républicains (RDR). Les différends se sont réglés à la machette. Depuis 2002, la culture de la violence n’a fait que se renforcer.
En décembre, le Cecos (Centre de commandement des opérations de sécurité), une unité d’élite de la police, a découvert une cache d’armes lors d’une perquisition à la cité U de Cocody. Les basses besognes sont confiées aux « antichambristes », petites frappes du mouvement qui patrouillent, selon des témoins, avec un sac à dos contenant couteaux, machettes et autres armes. « Les antichambristes existent, se défend Augustin Mian. Mais c’est juste un nom que l’on donne aux jeunes du mouvement, qui attendent leur tour dans l’antichambre. Ils n’ont aucun rôle particulier. »
« C’est vrai qu’il y a eu des dérapages dans la vie de notre mouvement, je le reconnais. Mais le contexte n’est plus le même, les temps ont changé », plaide Mian. Les accrochages de la mi-janvier à Adjamé ? « Des provocations. » L’agression des lycéens à Yopougon ? « Une bagarre entre camarades. » Bref, à l’entendre, la Fesci serait redevenue, sous son égide, une institution respectable. « Nous avons été invités dans le bureau du chef de l’Onuci [Mission des Nations unies en Côte d’Ivoire], c’est bien la preuve que nous ne sommes pas une mafia. L’ONU ne discute pas avec des mafias », argumente le secrétaire général. On ne voit pas très bien non plus pourquoi l’Onuci aurait besoin de consulter le secrétaire général d’un syndicat estudiantin si celui-ci se cantonnait à son rôle de défense des intérêts des étudiants. Le 10 octobre dernier, par exemple, la Fesci s’est illustrée en organisant le saccage de trois centres d’inscription sur les listes électorales, souligne un rapport de l’ONU.

Profil bas
Le syndicat a une organisation et un vocabulaire inspirés de l’univers militaire avec des secrétaires généraux qui se font appeler « général », un siège administratif surnommé « le Pentagone », et un quartier général baptisé « le Commandement supérieur ». Dans une enquête publiée en mai 2008, HRW détaille la façon dont la Fesci a mis les campus en coupe réglée, ce que nie en bloc Augustin Mian. Mais selon l’ONG, les petits commerçants doivent payer un « quota » s’ils veulent travailler aux abords des cités universitaires ou des campus. Parfois ce sont des fescistes eux-mêmes qui installent des commerces, des buvettes, voire une boîte de nuit comme le fameux « Marais », à la Cité rouge. Selon la Lidho, le syndicat prélèverait aussi des taxes sur les bourses, et aurait pris en charge la collecte des loyers des chambres universitaires. La Fesci ferait ainsi payer 20 000 F CFA par chambre au lieu du tarif officiel, fixé à 6 000 F CFA. Certains fescistes se permettraient également de téléphoner, manger et boire dans les commerces d’alentour sans jamais régler l’ardoise.
Les étudiants n’ont pas vraiment le choix. Ils doivent être membres du syndicat pour bénéficier de certains droits. Sinon, ils doivent se faire extrêmement discrets. Les autres mouvements de jeunesse ont bien du mal à exister sur les campus. La Fesci « a imposé la pensée unique par la terreur », expliquait le 29 janvier dernier Kouadio Konan Bertin, dit KKB, président des jeunesses du Parti démocratique de Côte d’Ivoire (PDCI) dans un entretien au journal Le Nouveau Réveil. Selon lui, les étudiants, s’ils ne sont pas membres du FPI, « ne peuvent afficher leur militantisme au grand jour ». « À chaque fois que nous avons essayé de mobiliser les jeunes, ceux-ci étaient virés de leur chambre dès le lendemain, voire blessés ou tués. Je ne peux pas envoyer les jeunes du PDCI à l’abattoir », ajoute KKB. La Fesci ? « Ce sont les escadrons de la terreur », confiait récemment un cadre du FPI.
Depuis la signature des accords de Ouagadougou, le 4 mars 2007, le mouvement fait plutôt profil bas. Pas question de nuire aux intérêts du chef de l’État, qui reste le grand parrain de l’organisation étudiante, et qui, pour le moment, joue l’apaisement. La Fesci pourtant, estime Patrick N’Gouan, « peut paralyser le processus électoral. On parle de démobiliser les milices, mais il faudrait commencer par la Fesci », conclut-il.
Par : Fabienne Pompey, avec Baudelaire Mieu à Abidjan 

Η σκοτεινή πλευρά της Μπουρκίνα Φάσο

Ο πρόεδρος της Μπουρκίνα Φάσο, Μπλεζ Κομπαορέ, μεσολαβητής σε πολλές συγκρούσεις στην αφρικανική ήπειρο, απολαμβάνει τη φήμη ανθρώπου της ειρήνης. Ωστόσο, η εικόνα αυτή, που έχει ενισχυθεί λόγω των φιλικών δεσμών του με τη Γαλλία, αποδεικνύεται όλο και περισσότερο απατηλή.
Στην πραγματικότητα, ο πρόεδρος της Μπουρκίνα Φάσο έχει ανάμειξη στους περισσότερους από τους πολέμους και τις κρίσεις της περιοχής τα τελευταία είκοσι χρόνια. Πρόσφατες μαρτυρίες αποκαλύπτουν το σκοτεινό παρελθόν του ανθρώπου που αναρριχήθηκε στην εξουσία χάρη στη δολοφονία του ηγέτη του παναφρικανισμού, Τομάς Σανκαρά.
Ο Μπλεζ Κομπαορέ, που ήταν μεταξύ των προσκεκλημένων στην επίσημη παρέλαση της 14ης Ιουλίου 1995 στο Παρίσι και έγινε δεκτός, τον Νοέμβριο του 2008, από τον γάλλο πρόεδρο, Νικολά Σαρκοζί, θεωρείται πιστός φίλος της Γαλλίας, απαραίτητος σύμμαχος στην πολιτική που προωθεί το Παρίσι στη Δυτική Αφρική μετά τον θάνατο του Φελίξ Χουφουέ-Μπουανί, το 1993.
Εντούτοις, όπως εκτιμά η Λουίζ Αρμπούρ, πρώην ύπατη αρμοστής του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, σχολιάζοντας τον διορισμό του προέδρου της Μπουρκίνα Φάσο ως μεσολαβητή στην κρίση της Γουινέας(1), «ο Μπλεζ Κομπαορέ, ο οποίος συμμετείχε σε πραξικόπημα και υπήρξε πολιτικός προστάτης του πρώην προέδρου της Λιβερίας, Τσαρλς Τέιλορ, καταζητούμενου για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, δεν είναι ο καταλληλότερος για να κηρύξει τις αρετές της δημοκρατίας και των πολιτικών κυβερνήσεων(2)».
Μετριάζει, έτσι, τους συντονισμένους επαίνους που, εδώ και μερικά χρόνια, συνοδεύουν τον άνθρωπο στον οποίο η «διεθνής κοινότητα» εμπιστεύεται όλο και περισσότερες αποστολές «καλής θέλησης» στην Αφρική - είτε πρόκειται για την κρίση στο Τογκό, που ακολούθησε τον θάνατο του δικτάτορα Γκνασίνγκμπε Εγιαντεμά και συνοδεύτηκε από ταραχές, είτε για τον εμφύλιο πόλεμο στην Ακτή Ελεφαντοστού (2002-2007)(3).
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Ζαν-Μπατίστ Μαρό, «μοιάζει, πραγματικά, πολύ μακρινή η εποχή που ο Κομπαορέ θεωρείτο ο κύριος αποσταθεροποιητικός παράγοντας στη Δυτική Αφρική... Τα τελευταία δύο χρόνια, ο πρόεδρος της Μπουρκίνα Φάσο περιβάλλεται τον μανδύα του σοφού γέροντα σε ολόκληρη την περιοχή(4)». Αυτή η εντυπωσιακή μεταστροφή, την οποία επισημαίνει η Αρμπούρ, λέει πολλά για τη γεωπολιτική της Δυτικής Αφρικής και την επιρροή της Γαλλίας. Ωστόσο, το αναβαπτισμένο κύρος του Κομπαορέ θα μπορούσε να αποδειχτεί εύθραυστο, παρά τη διεθνή υποστήριξη.
Φως στο παρελθόν
Χάρη σε πρόσφατες μαρτυρίες, έχουν συγκεντρωθεί νέες πληροφορίες για το πραξικόπημα της 15ης Οκτωβρίου 1987 που έφερε τον Κομπαορέ στην εξουσία, έπειτα από τη δολοφονία του Τομάς Σανκαρά, φίλου και θετού αδελφού του. Πέρα από το ανθρώπινο δράμα, πρόκειται για μια απώλεια που στέρησε ολόκληρη την ήπειρο από έναν ένθερμο υποστηρικτή του παναφρικανισμού. Πολλά στοιχεία έρχονται σιγά σιγά να ρίξουν φως στις συνθήκες της δολοφονίας.
Ετσι, στις 29 Αυγούστου 2008, ο Πρινς Τζόνσον, λιβεριανός πρώην πολέμαρχος, επιβεβαίωσε ενώπιον του ειδικού δικαστηρίου για τη Σιέρα Λεόνε αυτό που οι αναλυτές των αφρικανικών θεμάτων υποψιάζονταν από καιρό: «Τη διαταγή για την εξόντωση του Σανκαρά την έδωσε ο Κομπαορέ, με την έγκριση του προέδρου της Ακτής Ελεφαντοστού, Χουφουέ-Μπουανί(5)».
Η εκδοχή αυτή επιβεβαιώνεται και από άλλους λιβεριανούς μάρτυρες, οι οποίοι επιρρίπτουν την ευθύνη στις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες και τη CIA(6).
Είναι αλήθεια ότι ο Σανκαρά οδηγούσε τη χώρα του σε έναν επαναστατικό δρόμο και οι πρώτες επιτυχίες του θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν το σύνολο της γαλλόφωνης ζώνης. Ο Κομπαορέ δεν ήταν παρά το νούμερο 2 του καθεστώτος της Μπουρκίνα Φάσο όταν συναντήθηκε, το 1986, με τον Ζακ Σιράκ, τότε πρωθυπουργό του Φρανσουά Μιτεράν, μέσω του προέδρου της Ακτής Ελεφαντοστού, Χουφουέ-Μπουανί. Με την ευκαιρία, ο Ζακ Φοκάρ(7) του παρουσίασε το γενικό επιτελείο της γαλλικής δεξιάς, ιδιαίτερα τον Σαρλ Πασκουά.
Σύμφωνα με τις τελευταίες αποκαλύψεις στο ειδικό δικαστήριο για τη Σιέρα Λεόνε, τον Κομπαορέ βαρύνουν σοβαρότατες κατηγορίες. Από κοινού με τον λίβυο πρόεδρο Μουαμάρ Καντάφι βοήθησαν τον μελλοντικό πρόεδρο της Λιβερίας, Τσαρλς Τέιλορ, τότε εξόριστο στέλεχος της αντιπολίτευσης, να προετοιμάσει την επίθεσή του κατά του λιβεριανού καθεστώτος, στα τέλη του 1989, με τη βοήθεια της Ακτής Ελεφαντοστού και την ευλογία των δικτύων γαλλικών συμφερόντων στην περιοχή(8).
Μάλιστα, στρατεύματα της Μπουρκίνα Φάσο ενεπλάκησαν στον πόλεμο που επεκτάθηκε μέχρι τη Σιέρα Λεόνε, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Τέιλορ υποστήριξε το Ενωμένο Επαναστατικό Μέτωπο (Front revolutionnaire uni- RUF), ένα ιδιαίτερα βίαιο αντάρτικο κίνημα. Στον πόλεμο, που διήρκησε μέχρι τον Νοέμβριο του 2000, πεντακόσιες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν, βιάστηκαν ή ακρωτηριάστηκαν.
Τον Απρίλιο του 2006, ο Ντέιβιντ Κρέιν, πρώην εισαγγελέας στο ειδικό δικαστήριο για τη Σιέρα Λεόνε, υποστήριξε ότι ο Τέιλορ αποτελούσε «τον ακρογωνιαίο λίθο ενός δεκαετούς γεωπολιτικού σχεδίου. Επρόκειτο για τη στρατολόγηση ανθρώπων που θα υποδαύλιζαν εξεγέρσεις, θα καταλάμβαναν την εξουσία στη χώρα τους και θα γίνονταν πιόνια του Καντάφι, ο οποίος, με τον τρόπο αυτό, θα αποκτούσε ελεύθερο πεδίο στη Δυτική Αφρική. Εχουμε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις. Μεταξύ των ανθρώπων που στρατολογήθηκαν ήταν ο Φοντάι Σανκό, αρχηγός του RUF, και ο Κομπαορέ(9)... ».
Τον Μάρτιο του 2000, έκθεση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) κατηγορεί ξανά την Μπουρκίνα Φάσο για λαθρεμπόριο όπλων και διαμαντιών προς όφελος της Ενωσης για την Πλήρη Ανεξαρτησία της Ανγκόλας (Unita)(10). Η Ουαγκαντούγκου μόλις που γλίτωσε το εμπάργκο, πιθανότατα χάρη στην υποστήριξη της Γαλλίας. Πιο πρόσφατα, το 2002, οι «εξεγερμένοι της Ακτής Ελεφαντοστού» εξαπέλυσαν την επίθεσή τους από το έδαφος της Μπουρκίνα Φάσο, δίνοντας το έναυσμα για να ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος.
Η χρονιά της καταξίωσης
Ο αρχηγός τους, Γκιγιόμ Σορό, σημερινός πρωθυπουργός, δήλωνε, την 1η Οκτωβρίου 2008, στην εφημερίδα «Fraternite Matin» του Αμπιτζάν, σχετικά με τον Κομπαορέ: «Είναι ο μέντοράς μου, δεν ντρέπομαι να το πω. Με εμπνέει, μου έχει δώσει πάρα πολλά, με στηρίζει. Χωρίς αυτόν δεν θα ήμουν αυτό που είμαι».
Για τον Κομπαορέ, το 2008 μοιάζει να είναι η χρονιά της καταξίωσης. Τον Απρίλιο του 2006, η Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του ΟΗΕ δικαίωσε ομάδα δικηγόρων που ζητούσε από την Ουαγκαντούγκου να ξεκινήσει έρευνα για τη δολοφονία του Σανκαρά, να διορθώσει το πιστοποιητικό θανάτου του -που, αγνοώντας όλες τις ενδείξεις, έκανε λόγο για «θάνατο από φυσικά αίτια»-, να επιτρέψει τη διεξαγωγή αμερόληπτης δικαστικής έρευνας και να αποζημιώσει την οικογένειά του.
Αλλά, τον Απρίλιο του 2008, παραμονές της επίσκεψης του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Κι-Μουν, στην Μπουρκίνα Φάσο, η επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών δηλώνει ξαφνικά ικανοποιημένη από τα μέτρα που ελήφθησαν από την κυβέρνηση και βάζει την υπόθεση στο αρχείο. Μόλις έναν μήνα πριν, τον Μάρτιο του 2008, η Μπουρκίνα Φάσο είχε γίνει μέλος της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του ΟΗΕ! Τέσσερις μήνες αργότερα, βαπτίστηκε μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εύλογα, μολονότι το πιστοποιητικό θανάτου του Σανκαρά διορθώθηκε με την απάλειψη της επίμαχης αναφοράς, καμία έρευνα δεν έγινε.
Ακολουθεί κύμα διεθνούς αναγνώρισης. Τον Ιούλιο του 2008, ο Κομπαορέ, σε επίσημη επίσκεψή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, συναντά τους ιθύνοντες της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), οι οποίοι συγχαίρουν την Μπουρκίνα Φάσο «για την αποφασιστική δέσμευσή της στην κατεύθυνση της καλής οικονομικής διακυβέρνησης και, επομένως, της αποτελεσματικής καταπολέμησης της φτώχειας». Κατά τη διάρκεια της ίδιας επίσκεψης γίνεται δεκτός για μία ώρα από τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους. Και τον Σεπτέμβριο του 2008, ο Κομπαορέ προεδρεύει σε συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας για τη μεσολάβηση και την επίλυση συγκρούσεων.
Τέλος, στο φόρουμ «Μέσα ενημέρωσης και ανάπτυξη» που διεξάγεται στην Ουαγκαντούγκου, τον Σεπτέμβριο του 2008, είναι η σειρά του ευρωπαίου επιτρόπου Ανάπτυξης και Ανθρωπιστικής Βοήθειας, του κατά τα άλλα αυστηρού Λουί Μισέλ, να πλέξει το εγκώμιο του προέδρου Κομπαορέ, «ο οποίος παίζει σημαντικό ρόλο στη σταθερότητα της περιοχής(11)».
Ιταλικό φιάσκο
Ούτε λέξη για τη μυστηριώδη δολοφονία του δημοσιογράφου Νορμπέρ Ζονγκό, στις 13 Δεκεμβρίου 1998. Μάλιστα, τον Ιούνιο του 2008, στη Φλωρεντία, ο Κομπαορέ επρόκειτο να λάβει το βαρύτιμο βραβείο Γκαλιλέο για «τη μεσολάβηση σε εθνοτικές και κοινωνικές συγκρούσεις», με χρηματοδότηση της ιταλικής Προεδρίας της Δημοκρατίας.
Την τελευταία στιγμή, όμως, η τελετή ματαιώθηκε, με το πρόσχημα ότι ο ηγέτης της Μπουρκίνα Φάσο είχε ιδιαίτερα μεγάλο φόρτο εργασίας και δεν μπορούσε να παραστεί. Στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι η εκστρατεία που έκαναν οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων συντέλεσε στην εγκατάλειψη του σχεδίου.
Δίκτυα υποστήριξης ενεργούν παρασκηνιακά υπέρ του Κομπαορέ. Κάποιος Ζαν Γκιόν, πρόεδρος του Γαλλόφωνου Συνδέσμου, παλαιό στέλεχος της γκολικής Ενωσης Νέων για την Πρόοδο (UJP), ο οποίος πορεύτηκε στη σκιά των πρωθυπουργών Πιέρ Μεσμέρ και Αλέν Ζιπέ, προεδρεύει, από το 1989, στο Διεθνές Συμβούλιο Αλληλεγγύης προς την Μπουρκίνα Φάσο (Cisab).
Με κάποια δόση χιούμορ, ένας παλαιός γάλλος πρέσβης θυμάται για τον Γκιόν: «Ενας συμπατριώτης μας με καρνέ γεμάτο ονόματα κατηύθυνε συστηματικά προς την Ουαγκαντούγκου στρατιές πρώην πρέσβεων, απόστρατων στρατηγών, βετεράνων πολιτικών, δευτεροκλασάτων πανεπιστημιακών, προέδρων ενώσεων ή ιδρυμάτων σε αναζήτηση πελατείας, υπουργών και υφυπουργών που η σοσιαλιστική παλίρροια του 1981 είχε θέσει στο περιθώριο...(12)». Ο Γκιόν φαίνεται ότι ολοκλήρωσε τον κύκλο του, αφού και η ιδέα για τη «Σύνοδο των Αστεριών της Γης», την οποία σκόπευε να οργανώσει το 2008, με την υποστήριξη του Κομπαορέ, καλώντας γνωστούς επιστήμονες και καλλιτέχνες, ναυάγησε.
Τα δίκτυα υποστήριξης αναδιοργανώθηκαν, με άξονα τον νέο ρόλο που η Γαλλία επιθυμεί να διαδραματίσει ο Κομπαορέ στην περιοχή. Στις 8 Νοεμβρίου 2005, στα απόμερα σαλόνια της Γερουσίας, στο Παρίσι, ιδρύθηκε επίσημα η Ενωση Φιλίας Γαλλίας-Μπουρκίνα Φάσο (AFBF). Πρόεδρός της δεν είναι άλλος από τον Γκι Πεν, υπεύθυνο αφρικανικών θεμάτων στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας από το 1981 μέχρι το 1986, τον οποίο ο πρώην πρόεδρος της εταιρείας Elf, Λοΐκ Λε Φλος- Πριζάν, αποκαλεί «ο Φοκάρ του Μιτεράν»(13).
Ο Σανκαρά θεωρούσε τον συγκεκριμένο σοσιαλιστή αξιωματούχο υπεύθυνο για τη σύλληψή του από την αστυνομία της Μπουρκίνα Φάσο τον Μάιο του 1983, λίγο πριν από την άνοδό του στην εξουσία. Εξάλλου, στις 9 Μαΐου 2008, ο δημοσιογράφος της γαλλικής εφημερίδας «Le Figaro», Φρανσουά Οτέρ, δήλωσε σε δημόσια συζήτηση στο Ντακάρ ότι, εκείνη την εποχή, «χειραγωγήθηκε» από τον Πεν, με σκοπό να πλήξει την εικόνα του ηγέτη του παναφρικανισμού.
Ως επικεφαλής της AFBF, ο Πεν περιστοιχίζεται από προσωπικότητες πρώτου μεγέθους, μεταξύ των οποίων πολλοί πρώην υπουργοί Διεθνούς Συνεργασίας: ο Μισέλ Ρουσέν, πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, για πολύ καιρό υπεύθυνος Αφρικής του ομίλου Μπολορέ(14), ο οποίος δραστηριοποιείται στην Μπουρκίνα Φάσο στους κλάδους του καπνού, των μεταφορών και του βαμβακιού, ο Ζακ Γκοντφρέν, παλαιός σύμβουλος του Φοκάρ, ο Σαρλ Ζοσλέν, υπουργός Συνεργασίας και Γαλλοφωνίας στην τελευταία κυβέρνηση Ζοσπέν, ο Πιέρ-Αντρέ Βιλτζέρ, ο οποίος ήταν, επίσης, εν ενεργεία πρέσβης και ειδικός απεσταλμένος για την ασφάλεια και την πρόληψη των συγκρούσεων, την εποχή της σύρραξης στην Ακτή Ελεφαντοστού, τον Ιούλιο του 2004.
Σε μία από τις συνεδριάσεις της AFDF, κάποιο μέλος της Ενωσης έριξε την ιδέα να προταθεί ο Κομπαορέ για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης(15)! Σύμπτωση; Μερικούς μήνες μετά την ίδρυση της Ενωσης, άρχισε να εδραιώνεται το ειρηνιστικό προφίλ του Κομπαορέ στη διεθνή σκηνή.
Ταμίας της AFBF δεν είναι άλλος από τον Σαρλ Αντάντ, ο οποίος καταδικάστηκε και φυλακίστηκε τον Μάιο του 2009 για υπεξαίρεση δημόσιας περιουσίας και απιστία. Κατηγορείται ότι κατηύθυνε ποσά προς τον πρώτο πρόεδρο της Γαλλικής Πολυνησίας, Γκαστόν Φλος, ο οποίος, με τη σειρά του, εξετάζεται ως ύποπτος για διάφορες υποθέσεις διαφθοράς, από τον Νοέμβριο του 2009. Οι μεταβιβάσεις χρημάτων έγιναν μέσω της εταιρείας 2Η, ιδιοκτησίας του Αντάντ. Αυτή η εταιρεία επικοινωνιών, που έχει αναλάβει τη διαφήμιση του τηλεφωνικού καταλόγου της Αϊτής, είναι γνωστή ως «ο γενναιόδωρος μαικήνας των τηλεφωνικών καταλόγων των αφρικανικών κρατών(16)».
Ανοίγουν αρχεία
Παρά την ισχυρή υποστήριξη που απολαμβάνει ο πρόεδρος της Μπουρκίνα Φάσο, το παρελθόν του είναι μάλλον δύσκολο να ξεχαστεί. Στα τέλη Δεκεμβρίου του 2009, δημοσιοποιείται νέα έκκληση: οι υποστηρικτές της ζητούν τη διεξαγωγή διεθνούς έρευνας για τη δολοφονία του Σανκαρά και το άνοιγμα των σχετικών αρχείων στη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες(17).
Εξάλλου, η αμεροληψία της μεσολάβησης του Κομπαορέ στην κρίση της Γουινέας αμφισβητείται από την αντιπολίτευση της χώρας. Ο τοπικός τύπος τον κατηγορεί ότι έχει συμφέροντα στην εταιρεία Getma International, στην οποία παραχωρήθηκε με αμφιλεγόμενο τρόπο η εκμετάλλευση του τερματικού σταθμού εμπορευματοκιβωτίων του αυτόνομου λιμανιού της πρωτεύουσας Κόνακρι.
Τέλος, νέα έκθεση της ομάδας ειδικών της Ακτής Ελεφαντοστού προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ανησυχεί για ενδεχόμενη μεταφορά όπλων προς τους αντάρτες των Νέων Δυνάμεων του Σορό, με ανάμειξη της Μπουρκίνα Φάσο(18)...
(1) Βλ. Gilles Nivet, «Από το ένα πραξικόπημα στο άλλο πηγαίνει η Γουινέα», «Le Monde diplomatique»-«Κ.Ε.», 29-11-2009.
(2) «The New York Times», 26 Νοεμβρίου 2009.
(3) Βλ. Vladimir Cagnolari, «Une generation a l'assaut de la Cote d'Ivoire», «Le Monde diplomatique»-«Κ.Ε.», σελ. 32-33.
(4) «Jeune Afrique», Παρίσι, 11 Δεκεμβρίου 2008.
(5) Κατάθεση ενώπιον της Επιτροπής για την Αλήθεια και τη Συμφιλίωση, 29 Αυγούστου 2008. www.rfi.fr
(6) «Ombre africaine», ντοκιμαντέρ του Silvestro Montanaro που μεταδόθηκε από το RAI 3, στις 15 Ιουλίου 2009.
(7) Ο Ζακ Φοκάρ (1913-1997) διετέλεσε σύμβουλος της προεδρίας της Γαλλικής Δημοκρατίας, ειδικός σε αφρικανικά θέματα, από το 1960 έως το 1974. Εγινε σύμβολο της «σκοτεινής» πλευράς της γαλλικής παρουσίας στην Αφρική.
(8) ΣτΜ.: Στο κείμενο «reseaux francafricains». Ο όρος «Francafrique» χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη σημερινή, μετα-αποικιοκρατική παρουσία της Γαλλίας στην παραδοσιακή σφαίρα επιρροής της στην Αφρική.
(9) Υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Washington DC, 11 Απριλίου 2006, http://fr.allafrica.com
(10) Οριστική έκθεση της ομάδας ειδικών που ερεύνησε τις παραβιάσεις των κυρώσεων στην Αγκόλα (S/2000/203), 10 Μαρτίου 2000. www.un.org
(11) Fasozine.com, 29 Οκτωβρίου 2009.
(12) Alain Deschamps, «Burkina Faso (1987-1992). Le pays des hommes integres», L'Harmattan, Παρίσι, 2001, σελ. 96-97.
(13) «L'Express», Παρίσι, 12 Δεκεμβρίου 1996.
(14) Βλ. Thomas Deltombe, «Les guerres africaines de Vincent Bollore», «Le Monde diplomatique», Απρίλιος 2009.
(15) «Sidwaya», Ouagadougou, 4 Απριλίου 2007.
(16) «La Lettre du continent», ν. 576, Παρίσι, 19 Νοεμβρίου 2009.
(17) Μπορείτε να βρείτε την έκκληση στο Διαδίκτυο, στη διεύθυνση www.thomassankara.net
(18) Εκθεση της 9ης Νοεμβρίου 2009, www.operationspaix.net.
* Συγγραφέας του βιβλίου «Biographie de Thomas Sankara. La patrie ou la mort», νέα αναθεωρημένη και συμπληρωμένη έκδοση, L'Harmattan, Παρίσι, (2007). Συνδημιουργός της ιστοσελίδας http://www.thomas sankara.net 
  
Echoes of Revolution: Burkina Faso's Thomas Sankara

Part I: Interview with Aziz Fall, by Stefan Christoff, The Dominion - http://www.dominionpaper.ca

Assassinated 20 years ago, Thomas Sankara has become a symbol of self-determination and alternatives to development dictated by the West.
Thomas Sankara, the former president of Burkina Faso, a political leader renowned across Africa as a revolutionary, died 20 years ago in an assassination that sent political shock waves across the continent, marking a critical moment for progressive social movements in Africa.
Burkina Faso, a small western African nation formally known as Upper Volta, was renamed Burkina Faso, meaning “the land of upright people,” after the 1983 revolution that brought Thomas Sankara's government to power.
As president, Sankara actively appealed for pan-African self-determination, for the full cancellation of foreign national debts across the continent and for liberation from apartheid in South Africa.
"The question of debt is the question of Africa’s economic situation, as much as peace; this question is an important condition of our survival," Sankara said as president.
"The debt cannot be repaid. If we do not pay, our creditors will not die. We can be sure of that. On the other hand, if we pay, it is we who will die. Of that we can be equally sure."
In 2007, Thomas Sankara remains a powerful symbol within grassroots social movements in Africa, as the 1983 revolution of Burkina Faso catapulted an alternative vision of African development onto the world stage.
Revolution in Burkina Faso led to a national development model rooted in "self-reliance" and social solidarity.
Burkina Faso presented a radically different concept of development to the charity model common today, strongly promoted by international institutions like the International Monetary Fund (IMF), or fashionably displayed through events such as Live Aid or campaigns such as "Make Poverty History."
Independently driven development policies and an anti-colonial political platform brought international attention to Burkina Faso, inspiring grassroots social movements across Africa, and won Thomas Sankara powerful political enemies in France, Europe and the US.
Ten years after the death of Thomas Sankara, the Montreal-based Group for Research and Initiatives for the Liberation of Africa (GRILA) launched an international legal campaign into the circumstances surrounding Sankara’s death. In the courts of Burkina Faso, GRILA put forward a controversial legal challenge to the government of President Blaise Compaoré, a close ally of France who organized a coup d'état against Sankara and who has held power since. Compaoré is widely understood as having a direct role in Sankara's 1987 assassination.
After complete dismissal within the courts of Burkina Faso, GRILA presented Sankara’s case to the UN Human Rights Committee. In 2006, the UN Committee ruled in favour of the International Justice for Sankara Campaign on behalf of Thomas Sankara's widow, Mariam, and his children, Auguste and Philippe.
Aziz Fall is a member of the Group for Research and Initiatives for the Liberation of Africa (GRILA) and the international co-ordinator for the International Justice for Sankara Campaign. In this interview, Aziz Fall reflects on the case of Thomas Sankara 20 years after the assassination and outlines contemporary efforts to seek justice for the 1987 assassination.
----
Stefan Christoff: October 2007 marks the 20th anniversary of Thomas Sankara’s assassination, to highlight this anniversary you recently participated in an international speaking tour organized by the Justice for Sankara Campaign, focused on the UN case surrounding Sankara’s killing. In this context, can you reflect on the political significance of Sankara’s case in relation to contemporary African history and also to international movements for social justice?

Aziz Fall: First it’s important to say that Sankara’s case remains relevant and critical to the understanding the current debate on ‘African development.’
This year is the 20th anniversary of Sankara’s death and for 20 years the circumstances surrounding Sankara’s death remain unknown. In this context, GRILA recently won a major victory at the United Nations, in establishing a legal precedent against impunity in Africa. Until today, the official death certificate in Burkina Faso claims that Thomas Sankara died of natural causes and this is certainly not true.
It is the first time within the UN system regarding African affairs that in the investigation of a case in the death of a former head-of-state, a UN body has ruled on the side of justice, outlining clearly [in its recent decision] that people have a right to know the circumstance surrounding Sankara’s death and that the family has the right to be compensated.
In the context of the recent UN decision, why is Sankara’s death significant in terms of struggles for social justice in Africa?
Sankara incarnated the last African revolution, the last radical African experience of the 20th century; today, we can collectively reference no other similar political experiences in Africa. In the Burkina Faso revolution, there was the establishment of self-reliant development. Concretely, this meant there was a serious attempt on a national level to ensure that the peasantry would have the correct amount of food crop to supply the national population with nutrition, prior to considering the possibility of exporting to the international market.
In Burkina Faso, on a national level, there was an effort to establish a model of self-reliant development in regards to food, education and healthcare; within four years, the national political mentality and national production model were shifted in a progressive direction that no other African nation has succeeded in achieving before.
This political process had an enormous impact on the imagination of the youth, while also had an impact in regards to the neo-colonial framework of development within Africa, mainly in regards to the ongoing French influence over African development.
France, in reality, hasn’t granted independence to the former colonies due to the neo-colonial economic development framework that it continues to impose on Africa. France utilizes mainstream development models to smuggle resources from Africa, to have easy access to valuable minerals, to have access and influence over the maintenance of a system of capitalist development in Africa. An economic development system that can only be maintained with the support of local puppets that are totally reluctant to listen to the grievances and demands of their own population.
Sankara’s project in Burkina Faso is certainly a project that is important to consider for Africa because it relates directly to pan-Africanism, the collective integration of the African nation-states, certainly an economic model that advocates something inherently different than NEPAD [the New Economic Partnership for African Development], which is actually a plan that is fostering relations between Africa and western nations. In reality, NEPAD can’t be viewed or understood as an African plan for development.
Today, Africa needs to outline an African plan for development and the development of a local or indigenous definition of development was fundamental to the economic program that Sankara was advocating. This is why Sankara died; this is why Sankara was assassinated.
What has been the echo-effect of Thomas Sankara--the way in which the legacy of Sankara’s alternative economic ideas impacted all of Africa, the political and economic ideas that are being discussed today in Africa within networks advocating for social and economic justice?
In terms of civil-society: I must first admit that I have mixed feelings concerning the role of civil-society today, as major parts of ‘civil-society’ on an international level have been co-opted by the international neo-liberal economic framework and institutions like the World Bank and International Monetary Fund (IMF). However, there are still very authentic and participatory elements to networks today in Africa that are labelled 'civil-society.'
In this context, it’s important to note the contemporary recognition of Sankara’s economic and political ideas as models for exploring possibilities of self-reliant development models. It is interesting to note that the World Social Forum in Nairobi, Kenya, echoed the African Social Forum in recognizing Sankara’s policies as potential models for self-reliant development.
Today in Africa, there is a growing movement in support of Sankara, with political parties based on Sankara’s ideas in Burkina Faso and Mali; this movement didn’t exist while Sankara was alive, but is thriving today with an amazing number of associations, groups and organizations around Africa and abroad that are very active today.
In 2007, I met with many organizations in multiple countries who continue to work on Sankara’s case while also advocating for the political and economic ideas surrounding development that Sankara pushed while alive. Throughout our recent international caravan from Mexico to Europe, where we visited multiple countries, I was amazed by the crowds that welcomed us and the support and solidarity that we witnessed.
Sankara’s ideas are still extremely relevant today. Internationally, people are wearing t-shirts and buttons throughout the world, so Sankara is becoming an icon, which is not necessarily a good thing; however, it illustrates the support for Sankara’s ideas today in Africa. Sankara is the Che Guevara of Africa, who died at almost the same age, at 37, accomplishing great things in a short time while operating with political honesty, with a total dedication to the people of Burkina Faso and Africa.
African social movements continue to recognize Sankara’s legacy in terms of the demand for debt cancellation, an unconditional demand for cancellation of national debts, as part of an effort to change the balance of power between modern economic imperialism and Africa, towards the development idea of a true pan-African movement for liberation.
Can you explain for yourself why Sankara’s case is touching for you on a political level? How do Sankara’s ideas strike you? Why are they important to you as a social activist?
It’s simple to understand. GRILA was born the year of the revolution in Burkina Faso, based on the same values that Sankara advocated, as GRILA shared a similar world view, shared a similar dream of establishing a self-governed model for development in Africa, which explains the attachment, the connection.
Self-governed, or managed development, means that nations must rely on their internal forces first, before looking to external assistance. Development must be rooted in creating your own markets of consumption. A nation must feed its own population, which means that all citizens must have access to the national land, while the natural resources and mineral wealth should be owned by the people, not foreign companies.
Sankara advocated for a model of development as focused on first fulfilling the basic needs of the population, including providing access to clean water, to quality education, to housing and healthcare. Once these critical elements are fulfilled on a national level, then you can adapt to modern economic markets and modern technology based on the rhythm of your own society and culture.
Today, most African nations aren’t in a position to compete in the world capitalist market due to realities such as the subsidies within the agricultural market within European countries and the unfair nature of the international economic system. African nations must rely on their own forces first, while co-operating with other nations in the global south.
Sankara did not formulate ideas of economic development in Africa within the charity conception common within wealthy countries as a solution to the gross social inequities between the north and the south that are a pressing reality today throughout the world. Sankara didn’t ask for charity; Sankara demanded social justice, calling for self-determination rooted in a completely different social and economic vision to the charity model often promoted today…
It’s important to remind people that the reality today is that ‘international development’ is strategically assisting northern countries or developed countries. Fifty years after the establishment of the Bretton Woods system of international monetary management, with the creation of the World Bank and IMF, an economic system that still dictates large parts of the international economic system, poverty and inequity has only increased.
In this context, it’s important to note that the majority of development aid granted to southern nations is never truly received because all financing received is returned to the donor countries through debt payments. So the very tiny amounts of aid or charity that is given is returned, which is important to note, while direct aid only makes up only three per cent of the entire balance of international development, anyways. Charity from developed nations to the south, when reviewing the real statistics, has never actually existed.
Additionally, it’s important to mention that if the international economic system was truly fair, charity would not be needed at all. If international policies rooted in fair trade were applied, even in a capitalistic framework, charity would not be necessary as long as you maintain a balanced method to international trade.
Today, the entire understanding of northern charity and the humanitarian framework in which international development is presented is a complete falsity rooted in propaganda, a false message that has been repeated for years. Thomas Sankara never believed in this propaganda, trying to push an alternative to the present model of international development, trying to ensure that international development projects in Africa were undertaken on African terms.
Sankara created a consultation table between international donors to Burkina Faso, forcing Italy, France and England, for example, to sit at the same table and actually co-operate with the local ideas or concepts of development. For this reason, Sankara faced an international aid boycott, which forced Burkina Faso to rely and focus solely on national development, which saw the government begin the construction of national water dam projects, a national railway system using the local energy of their own population, not international donors or advisers.
International development aid pulled out of Burkina Faso because the western donor nations were reluctant to be dictated conditions, because in fact it is the current international development system that dictates the conditions for development. So, for the first time you had a country in Africa putting forward a strong position that international development aid must be delivered and implemented only through the leadership of the local population.
For this reason, Sankara’s government became unpopular with the governments of Europe and North America. As soon as Sankara died, the strong position on insisting that the people of Burkina Faso play the central role in defining national development or the implementation economic assistance was reversed. After Sankara’s death, all the international development agencies returned to Burkina Faso, achieving little in comparison to the major steps forward achieved throughout Sankara’s government.
Many international development organizations exist or thrive on the conditions of our poverty playing a large role in sustaining our poverty in Africa. Current models of international development thrive on creating dependency within the south, a development perspective in which you can’t rely on your own people, resources or skills--a model of development based on reliance, not self-reliance.
International development agencies mushroomed throughout the globalization era due to the downsizing of the state, due to the privatization of the social sector as pushed by institutions like the World Bank and IMF, which saw the creation of the NGO sector.
Today, the NGO sector is unsuccessfully attempting to fill the void of the state, to support the type of social development in southern nations that governments traditionally have taken responsibility for. Development must be viewed as a central responsibility of national governments, not of the private sector, as the private sector exists simply to accumulate economic profit, which is priority number one, not the interests of the people. This is the context in which Sankara’s economic policies for Burkina Faso were not supported by western governments or international development agencies.
Sankara did win the praise of the World Health Organization (WHO) after the government of Burkina Faso managed to vaccinate the entire population for multiple diseases within one week. Sankara, with the exception of the WHO, was boycotted by many international institutions for the alternative or self-reliant development models adopted in Burkina Faso. It is for the revolutionary development and national economic programs that shook the foundations of the traditional economic development models imposed on Africa--which economically benefit European countries--that eventually led to Sankara’s assassination.

Reporting on the Ghost of Sankara

Interview with Journalist Jooneed Khan

by Stefan Christoff
Thomas Sankara, assassinated October 15, 1987.


GRILA, the Group for Research and Initiatives for the Liberation of Africa, a grassroots collective in Montreal, is leading the international legal charge concerning the case of Thomas Sankara, recently winning a key case at the Human Rights Committee of the United Nations.
According to GRILA, the impunity of those involved in assassinations in Africa is finally being called into question. The Sankara case could set new precedents in an issue of profound importance to a continent with a history of unresolved assassinations of national leaders and political activists.
Jooneed Khan, a reporter on international affairs for Montreal's La Presse, has been covering the case of Thomas Sankara for a number of years. He is one of the few journalists working at a major media outlet to cover this story.
* * *
Stefan Christoff: Explain your accounting of the history surrounding the revolution of Burkina Faso and the assassination of Thomas Sankara. What is the historical and contemporary importance of these events to African politics?
Jooneed Khan: Sankara became president of Upper Volta, shortly after changing the name to Burkina Faso, which translates to the land of people with dignity. At that time, when apartheid in South Africa was still holding sway, Sankara represented a new hope for African development. He advocated simple principles like self-reliance, rooted in the belief that Burkina Faso could not develop if the nation continued to rely on outside support, that the first resource to tap is the internal energies of the country, the energy of the people.
Sankara was also very strongly anti-corruption, cutting back a great deal on government expenses. At one point Sankara was traveling to work on a bicycle, later on giving in to the demands of some within the government cabinet Sankara accepted that government officials use cars. However the government then used very small cars, not the traditional Mercedes that made the African elite known very often known in those days as the new tribe of "wabenzi," [a reference to their preference for the Mercedes Benz car].
In 1987 Sankara was assassinated by a companion in the revolution named Blaise Compaoré, who carried out a coup d'état seizing power, remaining in power for 20 years [until today]. Often we discuss the importance of democracy in Africa, however recently Burkina Faso has been elected to serve a two year term on the Security Council of the United Nations, together with Vietnam, Libya along with the permanent members.
Africa has a long history of national leaders who have been murdered, massacred, or overthrown in one way or another. Beginning with Patrice Lumumba in Congo, in Ghana Kwame Nkrumah was overthrown and died in exile in Egypt, Eduardo Mondlane of Mozambique. Many anti-Apartheid workers, activists in South Africa were assassinated, some by hit-men, some with letter bombs. You could say that Thomas Sankara is one of the last in that long list of great African martyrs.
You have been following the case of Thomas Sankara in relation to the work of a local organization here in Montreal which as been active on the case in recent years. Can you explain Sankara’s case in relation to Montreal?
There is a small NGO in Montreal named GRILA [of the Group for Research and Initiatives for the Liberation of Africa], which was formed in the 1980’s during the struggle against apartheid in South Africa. Interestingly, after the fall of apartheid it continued working, as it was clear that the end of apartheid had not liberated Africa; there were still many battles to be fought. GRILA looked to Sankara as a model for African Development and picked up the case aiming to have light thrown on the circumstances of the death, to commemorate Sankara’s assassination every year.
In 1997, ten years after the assassination GRILA managed to lodge a formal complaint with the authorities in Burkina Faso, asking for Sankara’s assassination to be investigated, and it managed to secure the legal move just a few days before the deadline, the local statute of limitation, beyond which the matter could not be raised. There is a limit of 10 years under Burkina Faso law in which one can access legal recourse, after which time the point becomes moot.
GRILA lodged the complaint just prior to the deadline with the support of Sankara’s family, who was living in exile in France successfully raising the matter, which of course irritated authorities in Burkina Faso. The response that they received that this was a military affair, since Sankara had been an army officer and could not be dealt with in civilian courts but within the military courts.
Within these legal proceedings GRILA had the support of twenty-two volunteer lawyers from around the world, in Canada, in Europe and Africa. After failing within the Burkina Faso legal system GRILA took the matter to the UN Committee on Human Rights and they succeeded last year in obtaining a formal denunciation of the Burkina Faso regime of Blaise Compaoré. The denunciation dictated that the government had to throw light on the circumstances of the death of Sankara, had to identify the grave clearly and properly, and also had to pay some form of financial compensation to Sankara’s widow and two sons.
Apparently when Sankara died the death certificate bore the inscription, “died of natural causes”, apparently the authorities have now removed the word “natural” from the death certificate, and offered somewhere near ninety thousands dollars as compensation to the family, which of course the family and GRILA have considered very inadequate.
Until now the grave of Sankara has still not been identified, while the circumstances of the death have not been elucidated and all the obstruction of justice that has taken place around this case has not been looked into. So GRILA is pursuing the case, they are waiting for the UN Committee on Human Rights to react to the Burkina Faso response.
Can you explain the contemporary importance of the case of Thomas Sankara on a global scale?
What's interesting concerning the Sankara case is that the principle involved is the fight against impunity in Africa because there are so many crimes and violations which continue to be committed and go unpunished. The international criminal court on Rwanda concerning the genocide that took place is just a drop in the bucket concerning crimes in Africa. This is an attempt from the international community and the UN to bring the criminals in Rwanda to justice. However, there are many, many other cases in Africa.
Currently Darfur is a very fashionable cause among many people in the West who want to go to protect the people of Darfur. At the same time according to the United Nations itself, five to six hundred thousand civilians die each year in the eastern Congo, the Democratic Republic of Congo, deaths stemming from a war that is closely tied to the struggle for natural resources by international corporations. This is often forgotten, one of the many forgotten genocides that is going on as we talk in Africa.
GRILA has picked up the case of Thomas Sankara as another example of impunity, wanting those responsible to be brought to account. These are all interesting factors which have kept me interested in the Sankara case. As the Sankara case has evolved I have tried every now and then to try to asses the situation and do a story in order to keep it alive in the eyes of the public.

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

Η επιστροφή του παρελθόντος


Ο σεισμός την ξανακάνει αποικία

«Η ελπίδα πολλών Αϊτινών που επέζησαν από το σεισμό ίσως είναι να υπαχθούν σε καθεστώς διεθνούς προτεκτοράτου». Το σχόλιο της ιταλικής εφημερίδας «Repubblica» ακούγεται εντελώς ειρωνικό για την πρώτη χώρα της Λ. Αμερικής που έγινε ανεξάρτητη, αλλά, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, η Αϊτή θα είναι στο εξής, και άγνωστο για πόσο, μόνο κατ' όνομα ανεξάρτητο κράτος.
Οι Αμερικανοί αποβιβάζουν διαρκώς στρατό στην Αϊτή, απαγορεύοντας να προσγειωθούν αεροπλάνα άλλων χωρών με βοήθεια, γεγονός με μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές  Οι Αμερικανοί αποβιβάζουν διαρκώς στρατό στην Αϊτή, απαγορεύοντας να προσγειωθούν αεροπλάνα       άλλων χωρών με βοήθεια, γεγονός με μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές                                            Ποιου κράτους αυτή τη φορά; Οι μνηστήρες δεν λείπουν. Οι ΗΠΑ, η Βραζιλία και η Γαλλία είναι οι βασικές ξένες δυνάμεις που ερίζουν για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, την ανοικοδόμηση και το μελλοντικό έλεγχο της χώρας. Αυτός ο λόγος, και όχι τα αντιαμερικανικά και αντιμπεριαλιστικά αντανακλαστικά ήταν που προκάλεσε την αρχικά έντονη αντίδραση των Γάλλων, οι οποίοι έκαναν λόγο για προσπάθεια προσάρτησης, και των Βραζιλιάνων, απέναντι στην απόβαση των αμερικανικών δυνάμεων στο Πορτ-ο-Πρενς και την ανάληψη ελέγχου του αεροδρομίου.
*Εξυπακούεται ότι εκ των τριών οι ΗΠΑ είναι αυτές που θα λάβουν τη μερίδα του λέοντος. Η στρατιωτική και οικονομική τους υπεροχή, η γεωγραφική γειτνίαση και η εμπειρία από την παλαιότερη στρατιωτική τους παρουσία στη χώρα, τις καθιστούν τον υπ' αριθμόν ένα παίκτη.
Για το φόβο του Τσάβες
Βέβαια, με τόσα μέτωπα ανοιχτά στο εξωτερικό και μια σοβαρή οικονομική κρίση στο εσωτερικό, η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να αφοσιωθεί «ψυχή τε και σώματι» στην Αϊτή. Επιπλέον, πέρα από το σίγουρα προσοδοφόρο κεφάλαιο της ανοικοδόμησης, δεν έχει πλέον πολλά να απομυζήσει από αυτή την καθημαγμένη χώρα. Θέλει, ωστόσο, να εδραιώσει την εκεί παρουσία της και να αποτρέψει το ενδεχόμενο να περάσει η Αϊτή στη σφαίρα επιρροής «εχθρικών» δυνάμεων, όπως για παράδειγμα της Βενεζουέλας του Ούγκο Τσάβες.
*Οι ΗΠΑ, ωστόσο, θα πρέπει να συμβιβαστούν και με την έντονη παρουσία της Βραζιλίας, η οποία φιλοδοξεί να εξελιχθεί σε παναμερικανική δύναμη. Ηδη η Βραζιλία αποτελεί τον βασικό εταίρο της Ουάσιγκτον σε αυτή την επιχείρηση διάσωσης, ενώ είναι επικεφαλής των ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ στην Αϊτή.
Με τη στρατιωτική της παρουσία η Βραζιλία δεν αποσκοπεί μόνο στην επιβολή της τάξης, αλλά και στο να κάνει επίδειξη ισχύος στην ευρύτερη περιοχή. Ο βραζιλιάνος πρόεδρος Λούλα έχει καταστήσει σαφές ότι η ανοικοδόμηση της Αϊτής πρέπει να παραμείνει στα χέρια της Λατινικής Αμερικής. Οι ΗΠΑ δεν φαίνονται να διαφωνούν ριζικά με αυτή την ιδέα, και σίγουρα προτιμούν για εταίρο τον Λούλα αντί για τον Τσάβες.
*Με δεδομένο αυτό το σκηνικό, η «μαμά Γαλλία», η πρώην αποικιοκρατική δύναμη, θα πρέπει μάλλον να αρκεστεί σε ένα δευτερεύοντα ρόλο. Ο γάλλος πρόεδρος Σαρκοζί, βέβαια, ήταν εκείνος που έπεισε τους ευρωπαίους εταίρους για μια σύντομη συνάντηση στις Βρυξέλλες την περασμένη Δευτέρα για την αποστολή αστυνομικής δύναμης στην Αϊτή.
Ομηρος της Ε.Ε.
Ομως, με δεδομένο το ευρύτερο δυσκίνητο ευρωπαϊκό πλαίσιο στο οποίο είναι υποχρεωμένος, εν πολλοίς, να κινηθεί και τον σκληρό ανταγωνισμό που έχει να αντιμετωπίσει από τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία, δεν θα πρέπει να τρέφει ιδιαίτερα μεγάλες προσδοκίες. Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Le Monde», «κυβερνητική πηγή της Βραζιλίας δήλωνε στο πρακτορείο AFP ότι ο Μπαράκ Ομπάμα πρότεινε στο βραζιλιάνο πρόεδρο Λούλα να αναλάβουν οι ΗΠΑ, η Βραζιλία και ο Καναδάς το συντονισμό των ξένων δωρητών. Ούτε λέξη για τη Γαλλία».
Τα τελευταία χρόνια, στην πραγματικότητα, η Αϊτή αποτελεί προτεκτοράτο του ΟΗΕ και είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι όποιοι προστάτες θα κρύβονται πίσω από τη σημαία των Ηνωμένων Εθνών. Αν, και, οι σημαίες δεν έχουν καμία σημασία. Η Αϊτή θα είναι, στην ουσία, αποικία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το δάνειο των 100 εκατομμυρίων δολαρίων που ανακοίνωσε το ΔΝΤ ότι θα δώσει στην Αϊτή, θα προστεθεί στα άλλα 165 εκατομμύρια που χρωστά η χώρα στο διεθνή χρηματοπιστωτικό οργανισμό και θα διέπεται από τους ίδιους ληστρικούς όρους του παρελθόντος.
Οπως σωστά υπενθυμίζει το αριστερό αμερικανικό περιοδικό «The Nation», «με το να λέμε ότι η Αϊτή είναι η φτωχότερη χώρα του δυτικού ημισφαιρίου χάνουμε το νόημα των πραγμάτων. Την Αϊτή την έκαναν φτωχή η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Βρετανία και οι λοιπές δυνάμεις της Δύσης, το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα»

Οι αλλαγές στην ανθρωπιστική βοήθεια

Τον κατακερματισμό της διεθνούς ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας που προσφέρεται από τις αναπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες του πλανήτη αποτυπώνει πρόσφατη μελέτη δυο ερευνητών του Ινστιτούτου Μεταβατικών Οικονομιών της Στοκχόλμης.
Ο Εμανουέλ Φροτ και ο Χαβιέρ Σαντίσο αποτύπωσαν σε μια συγκριτική έρευνα («Crushed Aid: Fragmentation in Sectoral Aid») το σύνολο των προγραμμάτων βοήθειας που «έτρεχαν» ανά τον πλανήτη μέχρι το 2007 και διαπίστωσαν ότι οι δωρητές αφενός μοιράζουν περίπου τα ίδια χρηματικά ποσά που διέθεταν και στο παρελθόν, αλλά σε μικρότερα κομμάτια πλέον, και αφετέρου μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους σε λιγότερο αναπτυξιακά πρότζεκτ.
Το 2007 «έτρεχαν» ταυτοχρόνως 93.517 προγράμματα βοήθειας σε όλο τον κόσμο, με τάση πολλαπλασιασμού σταθερά ανοδική. Υπήρχαν αναπτυσσόμενες χώρες οι οποίες λάμβαναν βοήθεια ταυτοχρόνως μέσω περισσότερων από 2.000 προγράμματα την ίδια χρονιά (ο διεθνής μέσος όρος ήταν 601): Το Ιράκ είχε 4.162, η Μοζαμβίκη 2.409, η Ινδία 2.122 και ακολουθούσαν Ουγκάντα, Κίνα, Ζάμπια, Ινδονησία, Αιθιοπία, Βιετνάμ, Τανζανία κ.ά. Ενώ, όμως, ο αριθμός των προγραμμάτων βοήθειας αυξάνεται εκρηκτικά (όπως και ο αριθμός των μη κερδοσκοπικών οργανισμών που τα διαχειρίζονται), οι προϋπολογισμοί τους συρρικνώνονται.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι το αντικείμενο της βοήθειας που προσφέρουν οι δωρητές μετατοπίζεται δραματικά προς τον κοινωνικό τομέα, αντί της στήριξης της παραγωγής και της οικονομίας των χωρών που λαμβάνουν τις δωρεές. Οι ισχυροί του πλανήτη έχουν διπλασιάσει μέσα σε τρεις δεκαετίες (από 30% του συνόλου της διεθνούς βοήθειας το 1970, σε πάνω από 60% το 2007) τη χρηματοδότηση προγραμμάτων υγείας, εκπαίδευσης, πληθυσμού, προμήθειας νερού, διακυβέρνησης και πρόληψης συγκρούσεων αντί εκείνων που στηρίζουν την παραγωγή (γεωργία, δασοκομία, αλιεία, εξορύξεις, κατασκευές, εμπόριο, τουρισμό) ή την οικονομία (μεταφορές, επικοινωνίες, ενέργεια, τραπεζικά συστήματα) των φτωχών χωρών.
Οι ερευνητές καταγράφουν επίσης μια λίστα χωρών που μονοπωλούν τη βοήθεια προς συγκεκριμένα σημεία του πλανήτη, συνολικά ή για συγκεκριμένους τομείς. Η Ιαπωνία κυριαρχεί στην περιοχή του Ειρηνικού Ωκεανού, ενώ οι ΗΠΑ σε συντριπτικό βαθμό στο Ιράκ και σε σημαντικό ποσοστό στο Καζακστάν, την Κολομβία, την Αίγυπτο, την Ιορδανία και αλλού.