Ο πόλεμος του Κόλπου, 1990, αποτέλεσε ένα πεδίο όπου τα ΜΜΕ έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο. Τα ΜΜΕ στην Αμερική δημιούργησαν ένα σταυροφορικό κλίμα που καθοδήγησε την κοινή γνώμη στην θέση ότι ο πόλεμος αποτελεί το μοναδικό μέσο για την τιμωρία ενός ηγέτη που θεωρήθηκε ότι αποτελεί εχθρό, τέρας, ξένο προς την δυτική αντίληψη, και ιδίως την αμερικάνικη (άσχετα αν η πολιτική των ΗΠΑ τον επέβαλε ως ηγέτη στο Ιρακ και τον χρησιμοποίησαν ως σύμμαχό τους στη διάρκεια του ιρανο-ιρακινού πολέμου), για την παγκόσμια ειρήνη. Σ' αυτό συνέβαλλε και η εισβολή των ιρακινών στρατευμάτων στο Κουβέιτ, που πέρα από το γεγονός που αξιοποίηθηκε ως αφορμή του πολέμου, δεν αναλύθηκαν τα πραγματικά αίτια και οι συμβάσεις που σχετίζονταν με φυλετικο-θρησκευτικές διαφορές και το ιστορικό της δημιουργίας των κρατών της Μέσης Ανατολής μετά τον Β' Π.Π. και την αποχώρηση των αποικιοκρατών.
Τα αμερικάνικα ΜΜΕ συμμετειχαν στον πόλεμο σε δύο φάσεις με τον ίδιο στόχο. Να παρουσάσουν το δίκαιο των "ελεύθερων δημοκρατικών κρατών" να προασπίσουν την ελευθερία ενός άλλου λαού φιλικά προσκέιμενου και να δείξουν ότι ο πόλεμος δεν στρέφεται εναντίον ενός λαού αλλά εναντίον ενός ηγέτη.
Μ' αυτό το σκεπτικό υπήρξε μια ισχυρή προπαγάνδιση κατά του προσώπου του Σαντάμ Χουσέιν που ταυτίστηκε με τον Χίτλερ ώστε να ανακληθούν όλα εκείνα τα αρνητικά επιβιώματα από την καταστροφή του Β'Π.Π. Παράλληλα κατά τη διάρκεια του πολέμου όπου υπήρξε για πρώτη φορά τηλεοπτική κάλυψη, επικεντρώθηκαν σε λήψεις, εικόνες ή ρεπορτάζ που δεν σχετίζονταν με αμάχους αλλά με καταστροφές φυσικών πόρων, όπως η πυρπόληση των πετρελαιοπηγών, ή την καταστροφή στρατιωτικού υλικού. Ακόμη και οι βομβαρδισμοί της Βαγδάτης προσφέρονταν ως μέρος της καθημερινής τηλεοπαρουσίασης, μέσω του CNN, όπου η θέαση δεν αποτελούσε σοκ για την αμερικάνικη κοινή γνώμη αλλά φάνταζε ως μέρος παιδικού παιχνιδιού. Αντίθετα οι εικόνες που δίνονταν από τις καταστροφές στο Ισραήλ, από τους βομβαρδισμούς των ιρακινών πυραύλων, περιείχαν όλα εκείνα τα δραματοποιημένα στοιχεία, που ξεσήκωναν το κοινό συναίσθημα και έδειχναν το δικαιολογημένο της εκστρατείας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν ΜΜΕ στην Αμερική ή φωνές που υψώθηκαν απέναντι στην ιδέα και στις καταστροφές του πολέμου. Όμως δεν μπόρεσαν να έχουν απήχηση στο ευρύ κοινό. Πέρα όμως από την περιθωριοποίησή τους σε συγκεκριμένους χώρους, κατηγορήθηκαν σε πολλές περιπτώσεις ως εθνικοί προδότες, που τους έφερνε αντίθετους με τα εθνικά πιστεύω μιας και όλο περισσότερο συντηρητικής αμερικάνικης κοινωνίας. Ενδεικτικά αναφέρω τη στάση του Ν. Τσόμσκι, που εξ' αρχής στάθηκε κριτικά απέναντι στον πόλεμο θεωρώντας τον ως μια καταστροφή στην οποία είχαν ίσα μερίδια ευθύνης όλα τα μέρη που συμμετείχαν. Επιπλέον ο πόλεμος χρησιμοποιήθηκε από τα ΜΜΕ για την ανάδειξη των ΗΠΑ ως της παγκόμσιας δύναμης που έχει την "ευθύνη" προάσπισης των φίλων της και συμμάχων, δεδομένης της κρίσης της Ρωσίας και της αποδόμησης του ανατολικού μπλοκ. Ακόμη ένας νικηφόρος πόλεμος θα εξιλέωνε στα μάτια της κοινής γνώμης τον ατυχή πόλεμου του Βιετνάμ, δημιουργώντας ένα σημαντικό εθνικό-ιδεολογικό πλεονέκτημα για τους ίδιους τους Αμερικανούς. Τα ΜΜΕ είχαν την ευκαιρία να "πολεμήσουν" στο δικό τους μέτωπο και να εξασφαλίσουν την επικράτησή τους στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης.