Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

«Φιλιά εις τα παιδιά»




Πέντε μικρά Εβραιόπουλα στην Ελλάδα της Γερμανικής Κατοχής. Η παιδική ηλικία ήταν ο Παράδεισός τους. Ακόμα κι αν την έζησαν κρυμμένα στην αγκαλιά των ξένων, ακόμα κι αν την έχασαν στη σκιά του Ολοκαυτώματος.

Από την Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου προβάλλεται στην Ταινιοθήκης της Ελλάδος το πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ «Φιλιά εις τα παιδιά», ενώ από την Κυριακή 17 Φεβρουαρίου ξεκινούν οι προβολές στη Θεσσαλονίκη.

Η ταινία

Πέντε μικρά Εβραιόπουλα στην Ελλάδα της Γερμανικής Κατοχής που σώθηκαν από το θάνατο χάρις σε οικογένειες Χριστιανών, πέντε «κρυμμένα παιδιά» που έζησαν μέσα στην απόλυτη σιωπή, αφηγούνται τις ιστορίες τους. Ιστορίες τρόμου κι αγωνίας αλλά και στιγμές παιδικής ανεμελιάς μέσα στην αγκαλιά των ξένων. Στοργικές φωλιές, κρυφοί παράδεισοι μακριά από τη φρίκη του Ολοκαυτώματος.

Πέντε παιδιά που μεγάλωσαν απότομα.

Η Ροζίνα, ο Σήφης, η Ευτυχία, η Σέλλυ και ο Μάριος πέρασαν τη ζωή τους κουβαλώντας πάντα μαζί τη μνήμη χιλιάδων παιδιών: εκείνων που δεν πρόλαβαν ποτέ να μεγαλώσουν.

Η ταινία παρακολουθεί αυτά τα πρόσωπα από την παιδική ηλικία μέχρι σήμερα, φέρνοντας στο φως πολύτιμα προσωπικά τους ντοκουμέντα –ένα παιδικό ημερολόγιο, μια σχολική έκθεση, φωτογραφίες και οικογενειακά φιλμάκια– τεκμήρια μιας ολόκληρης εποχής. Παράλληλα, σκιαγραφείται η ζωή των Εβραϊκών κοινοτήτων της Ελλάδας πριν τον Πόλεμο και αποκαλύπτονται σπάνιες εικόνες της κατεχόμενης Αθήνας και Θεσσαλονίκης, μέσα από κινηματογραφικά αρχεία, ερασιτεχνικές ταινίες Γερμανών στρατιωτών και παράνομες λήψεις Ελλήνων πατριωτών.

Τα γυρίσματα έγιναν στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Χανιά και στο Άουσβιτς της Πολωνίας.

Το ντοκιμαντέρ έχει αποσπάσει οκτώ βραβεία σε ελληνικά και διεθνή Φεστιβλα Κινηματογράφου:

Greek Film Festival Chicago, USA, 2012
-ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΟΙΝΟΥ

Φεστιβάλ Ελληνικού Ντοκιμαντέρ Χαλκίδας 2011
-Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ
-ΒΡΑΒΕΙΟ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ
-ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για παιδιά και νέους 2011
-ΒΡΑΒΕΙΟ της Διεθνούς Κριτικής Επιτροπής για το
ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ
-ΒΡΑΒΕΙΟ της Κριτικής Επιτροπής των παιδιών για το
ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ

«Αγών»-Διεθνής Συνάντηση Αρχαιολογικής Ταινίας 2012, Αθήνα
-ΒΡΑΒΕΙΟ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ της Διεθνούς Κριτικής Επιτροπής
-ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΟΙΝΟΥ


Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανοκομμουνιστών


Αν και το άρθρο είναι σχετικά παλιό παραμένει διαχρονικα επίκαιρο .....

lenin-jesusΤης Σώτης Τριανταφύλλου
Η ευκολία με την οποία ενωνόμαστε με το πλήθος συμμετέχοντας σε άσκεπτες ή και φανατικές εκδηλώσεις αποδίδεται, νομίζω, στο χριστιανικό πνεύμα που, στην πορεία του 20ού αιώνα, μετασχηματίστηκε στο “κουμμουνιστικό”. Οι δυο κοσμοθεωρίες έχουν κοινή βάση: την αγάπη για τον πλησίον, την αναζήτηση του Επέκεινα, την απαξίωση του παρόντος για χάρη του μέλλοντος. Επίσης, έχουν κοινό ήθος: από την πεποίθηση ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια απορρέει η προθυμία τους για επίκριση και τιμωρία του “αντιφρονούντος”. 
Το πνεύμα του χριστιανισμού δεν περιοριζόταν στο ότι πρόσφερε, όπως όλες οι θρησκείες, νόημα στη ζωή, αλλά έλεγε στον κάθε άνθρωπο: δεν είσαι μόνος, ο θεός είναι μαζί σου, σε κοιτάζει και σε προστατεύει. Όπως, αργότερα, το πνεύμα του κομμουνισμού: “το Κόμμα είναι μαζί σου, σε κοιτάζει και σε προστατεύει”… Kι αν παρεκκλίνεις σε περιφρονεί (χαρακτηριστική η στάση του ΚΚΕ στην είδηση του θανάτου του Λεωνίδα Κύρκου), κι αν μπορεί σε τιμωρεί. Η χριστιανική εκκλησία, μήνυμα της οποίας υποτίθεται ότι είναι η αγάπη, ενεπλάκη –όπως όλοι ξέρουμε- σε πολυαίμακτες σταυροφορίες, μαζικές δολοφονίες, Ιερά Εξέταση. Συχνά εξηγούμε αυτ∙ύς τους εκτροχιασμούς μέσω της ιστορίας: η ρωμαϊκή εκκλησία συνδέθηκε με την πολιτική εξουσία προδίδοντας τις διδασκαλίες του ευαγγελίου και μη αναγνωρίζοντας –παρά μόνον καθυστερημένα- τα λάθη της (στο Συμβούλιο του Βατικανού ΙΙ (1962-1965)). Αλλά μπορούμε να κάνουμε μιαν άλλη υπόθεση που μου φαίνεται πιο αξιόπιστη: η εκκλησία δεν πρόδωσε τα ευαγγέλια∙ τα έκανε πράξη. Ομοίως, τα κομμουνιστικά κόμματα έκαναν πράξη τις δικές τους άγιες γραφές. Όπως συμβαίνει πάντα, σε «άγιες» αναδεικνύονται οι απλούστερες, οι πιο εύληπτες από τις «γραφές» - οι υπόλοιπες αγνοούνται ή εξοστρακίζονται.
CrusadersConstantinopleΝα πώς έχουν τα γεγονότα: μόλις ο χριστιανισμός έπαψε να διώκεται χάρη στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ο οποίος τον έκανε επίσημη θρησκεία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η εκκλησία, εμπλουτισμένη με μάρτυρες, βάλθηκε με τη σειρά της να διώκει τους ειδωλολάτρες (στην αρχή) και τους Εβραίους (στη συνέχεια) – αυτούς τους «ψευδοαδελφούς» όπως έγραφε ο Αυγουστίνος. Έπειτα, τα έβαλε με όσους τής πήγαιναν κόντρα, όπως, για παράδειγμα, τους χριστιανούς που δημιουργούσαν παράλληλα δόγματα. Aυτές οι εκστρατείες πήραν διαστάσεις πολέμου και τα πογκρόμ δεν σταμάτησαν παρά μόνον μετά τη γαλλική επανάσταση, όταν δηλαδή η Ρώμη και οι άλλες εκκλησίες έχασαν τα περισσότερα από τα προνόμιά τους. Όταν το 380, με το διάταγμα του Θεοδοσίου, ο χριστιανισμός έγινε κρατική θρησκεία, την εξουσία αναλαμβάνει η “αγάπη” – και τότε αρχίζει μια μακρά περίοδος σκοταδισμού. Τα θύματα έγιναν δήμιοι: η κλασική ιστορία που επαναλαμβάνεται σε όλες τις επαναστάσεις από καταβολής κόσμου. Πολεμήστε την καταπίεση αλλά αλίμονό σας αν πέσετε στα χέρια των καταπιεσμένων!
Γίνεται συχνά λόγος για την πρωτόγονη εκκλησία των κατακομβών η ύπαρξη της οποίας έρχεται σε αντίθεση με την ευημερούσα και κυριαρχική εκκλησία μετά τον Κωνσταντίνο. Όμως η πρώτη περιέχει το σπέρμα της δεύτερης: στην αδελφότητα απαντώνται τα στοιχεία του δεσποτισμού – όπου ακούμε περί “ένωσης” με τους άλλους κάτι δεν πηγαίνει καθόλου καλά. Από τότε που ο απόστολος Παύλος δήλωσε ότι στον χριστιανικό κόσμο “δεν θα υπάρχουν πια ούτε Έλληνες, ούτε βάρβαροι, ούτε Εβραίοι, ούτε Εθνικοί, άνδρες ή γυναίκες”, επεκτείνει την αγάπη σε όλους: κανείς δεν θα ξεφύγει από την ποιμενική ράβδο της εκκλησίας – η αγάπη γίνεται θερμό όπλο. Η Ρώμη δημιούργησε ένα συλλογικό συναίσθημα πρόσφορο στον φανατισμό. Το να σκοτώνεις “από αγάπη” έγινε το συνηθισμένο έγκλημα του χριστιανισμού: έτσι εξηγείται η ατμόσφαιρα του ηθικού πόνου στην οποία εκτυλίχθηκαν τα αιματηρά επεισόδια με δράστες δημίους που, όπως οι πολιτικοί κομισάριοι του υπαρκτού σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα, δεν ήθελαν να τιμωρήσουν μόνο αλλά να διαπαιδαγωγήσουν και να αναμορφώσουν τους αντιφρονούντες. Αν όλοι οι άνθρωποι είναι αδελφοί μου εν θεώ, πρέπει να τους ενσωματώσω σ’ αυτή την οικογένεια στην οποίαν αδίκως γυρίζουν την πλάτη∙ πρέπει να τους πιέσω για το καλό τους. Είναι το περίφημο “Υποχρεώστε τους να εισέλθουν” του Λουκά –μεταφράζω πρόχειρα: οι περί της βίβλου γνώσεις μου είναι περιορισμένες- ο οποίος συγκρίνει το βασίλειο του θεού με ένα γαμήλιο συμπόσιο για το οποίο μερικοί συνδαιτυμόνες αρνούνται την πρόσκληση. Αλλά όχι: πρέπει, σώνει και καλά, να παρευρεθούν: αυτή είναι η ουσία του προσηλυτισμού την οποία ο χριστιανισμός μοιράζεται με τον κομμουνισμό.
jesus-marxistΟ χριστιανισμός – όπως ο κομμουνισμός- μοιάζει λοιπόν μ’ έναν εκβιασμό. Από τη μια ο Κύριος, από την άλλη το Κόμμα, θέλουν να μας σώσουν – και μάλιστα με σκληρές και αιματηρές θυσίες. Η θυσία του Χριστού καθιστά απαράδεκτη την αδιαφορία όσων δεν πιστεύουν, όπως και το «λάθος» των αλλοθρήσκων: εφόσον η αποκάλυψη έγινε, πώς οι άνθρωποι επιμένουν να μη θέλουν να σωθούν; Η βία του θείου δώρου φαίνεται συντριπτική. Ο χριστιανισμός, που θέλησε να διαδώσει την καλή είδηση –το ευαγγέλιο- σε ολόκληρο τον κόσμο, ευδοκίμησε στο αίμα των μαρτύρων και στη συνέχεια στο αίμα των άλλων. Στους «άλλους» συμπεριλαμβάνονταν οι σχισματικοί, οι ορθόδοξοι, τα μέλη της σέκτας των «Καθαρών», οι προτεστάντες: έτσι, ο δυτικός πολιτισμός απέκτησε την επιθετικότητα που τον χαρακτηρίζει. Έδρα της«αληθινής» πίστης ήταν η Ρώμη, R∙ma, αναγραμματισμός του am∙r... Πρέπει να αναγκάσουμε τους ειδωλολάτρες να πιστέψουν, έλεγε ο Αυγουστίνος: με το να παριστάνουν ότι πιστεύουν θα πιστέψουν στο τέλος! Στο «Εναντίον του Φάουστ», ενέκρινε αναίσχυντα τη χρήση της βίας εναντίον των αιρετικών -στην εποχή των μαθητών του Μανιχαίου- εξηγώντας ότι πρέπει να γίνουν ευτυχείς παρά τη θέλησή τους και να οδηγηθούν στους δρόμους του θεού. Η τιμωρία των ασεβών δεν πρέπει να προκαλεί τη συμπόνοια. Το 417, σε μια επιστολή στον στρατιωτικό διοικητή Βονιφάτιο, που είχε αναλάβει την καταστολή των Δονατιστών, γράφει το εξής που θα αναχθεί σε εκκλησιαστικό δόγμα: «Υπάρχει μια άδικη δίωξη, εκείνη που κάνουν οι ασεβείς εναντίον των εκκλησιών του Χριστού [...] η εκκλησία διώκει από αγάπη ενώ οι ασεβείς διώκουν από σκληρότητα [...] Η εκκλησία διώκει τους εχθρούς της μέχρι να ηττηθούν και να απαλλαγούν από τον εγωισμό και τη ματαιοδοξία τους προς όφελος της αλήθειας [...] Η εκκλησία, με τη φιλευσπλαχνία της, εργάζεται για τους σώσει από την απώλεια και τον θάνατο.»
Η «λογική» διαμορφώνεται ως εξής: εφόσον όλοι οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα στη σωτηρία, το να τους αφήσουμε απέξω θα ήταν σφάλμα: η ανθρώπινη ψυχή πρέπει να ενοποιηθεί σε μια μοναδική οικογένεια. Καλύτερα να σκοτώσεις τον πλησίον σου παρά να τον αφήσεις σε κατάσταση θανάσιμης αμαρτίας. «Έξω από την εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία», απεφάνθη χίλια χρόνια αργότερα –τον καιρό της Αντιμεταρρύθμισης- το Συμβούλιο του Τρέντο. Με βάση τα γραπτά του Αυγουστίνου γινόταν λόγος για «ευσυνείδητο μίσος» που μου φαίνεται η χριστιανική εκδοχή του «ταξικού μίσους», του «δικαιολογημένου» μίσους που σε οδηγεί σε μεγαλειώδεις πράξεις: η διατύπωση, ίσως παρά τις προθέσεις του Αυγουστίνου, καλεί σε εξόντωση όλων όσοι δεν ασπάζονται την «αληθινή πίστη». Να μην επαναληφθεί το παρελθόν, να μεταμορφωθεί το σύνολο των ανθρωπίνων σχέσεων, να ποιο είναι, από την εποχή του Παύλου, το χριστιανικό μήνυμα το οποίο εξηγεί την αγριότητα της χριστιανικής θρησκείας. Ακριβώς αυτό είναι και το μήνυμα του σοσιαλισμού: να μην επαναληφθεί το παρελθόν, να μεταμορφωθεί το σύνολο των ανθρωπίνων σχέσεων, να «κτιστεί» ο «νέος άνθρωπος».
Οι ιεροεξεταστές του μεσαίωνα, εμφορούμενοι από «αίσθημα ελεημοσύνης» προς τον κατηγορούμενο είχαν την πεποίθηση ότι, με τον ανακρίνουν, εργάζονταν για τη σωτηρία του. Οι ίδιοι λόγοι που έκαναν τόσο δημοφιλή τον χριστιανισμό –η ευσέβεια, το συλλογικό πάθος, η προσδοκία ενός υπερφυσικού προορισμού- τον έκαναν παράγοντα σκοταδισμού. Η μελίρρυτη ρητορική των ιεραρχών που εμπιστεύονταν τις τιμωρίες στις πολιτικές εξουσίες υπηρετούσε μια επιθυμία ισχύος που δεν είχε καμιά σχέση με την ευσπλαχνία. Ο χριστιανισμός επινόησε το έγκλημα μέσω του αλτρουισμού που εκτυλίσσεται σε κλίμα πνευματικής εξύψωσης. Το Ισλάμ είναι πιο ειλικρινές στη βεβαιότητά του ότι κατέχει τη μοναδική αυθεντική πίστη: δεν παριστάνει ότι «αγαπάει» τους απίστους. Έτσι προκύπτει η παράλογη προτροπή του ευαγγελίου: «Αγαπάτε τους εχθρούς σας, κάντε το καλό σε όσους σας μισούν και προσευχηθείτε για τους διώκτες σας», γράφει το κατά Ματθαίον... Εδώ ταιριάζει αυτό που λένε για τον Ρομάνο Πρόντι: «αποπνέει καλοσύνη απ’ όλα τα του τα νύχια.»
stalinΤο ότι είμαστε όλοι αδελφοί εν Θεώ είναι μια σημαντική κατάκτηση του μονοθεϊσμού που υποστήριξε την ισότητα των ανθρώπων. Το ότι αυτή η αδελφοσύνη πρέπει να εκφραστεί κάτω από το ίδιο λάβαρο σηματοδοτεί τα όρια αυτού του οικουμενισμού. Η κοινότητα γίνεται υποταγή. Υπάρχουν άπειρες περιστάσεις όπου ο χωρισμός των ανθρώπων είναι προτιμότερος από τη προσκόλληση του ενός στον άλλο, όπου η θεμελιώδης ομοιότητα δεν πρέπει να κρύβει την επιθυμία τους να ζουν διαφορετικά και σε απόσταση. Και σ’ αυτή την έμμονη ιδέα της αδελφοσύνης, ο χριστιανισμός προσεγγίζει τον κομμουνισμό, μια ιδεολογία του 19oy αιώνα που βοηθάει να δούμε, μεγεθυμένα, τα κενά της λογικής που συγκροτούν τη χριστιανική θρησκεία. Οι μαρξιστικές εξουσίες καταδίωξαν, με πρωτοφανή αγριότητα, τους χριστιανούς όλων των δογμάτων αλλά δανείστηκαν απ’ αυτούς τις βασικές αρχές: έκαναν το προλεταριάτο «Χριστό», τάξη-λυτρωτή που από το τίποτα πρέπει να γίνει τα πάντα. Φαντάστηκαν μια μελλοντική κοινωνία σαν την επίγεια πραγμάτωση των υποσχέσεων του ευαγγελίου. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ παρέπεμπε στους πατέρες της εκκλησίας και έβλεπε στον κομμουνισμό την κοσμική θρησκεία των δυστυχισμένων. Και βέβαια, όπως προανέφερα κι όπως είναι γνωστό, ο χριστιανισμός και ο κομμουνισμός στηρίζονται στον προσηλυτισμό και στην ολοκληρωτική αφοσίωση που δεν αφήνει χώρο στο κριτικό πνεύμα∙ αμφότερα τα συστήματα αναφέρονται σε θεμελιώδη γραπτά, σε αείμνηστους προγόνους και προκατόχους και επιβάλλουν τη δυσπιστία έναντι οποιασδήποτε «ανορθοδοξίας». Η σύγκρουση ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη είναι επίσης φανερή και στα δύο συστήματα. Εξάλλου, και στα δύο συστήματα κρίνεται αυτός ο κόσμος στο όνομα ενός επόμενου: στο όνομα της αιώνιας ζωής στην πρώτη περίπτωση, στο όνομα της αταξικής κοινωνίας στη δεύτερη. Έτσι προκύπτει η «ανάγκη» να φυλακίζονται και να εκτελούνται οι διαφωνούντες στο όνομα μιας μελλοντικής ευτυχίας που αγνοούν αλλά για την οποία πρέπει να τους πείσουμε. Η αρμονία μέσω της βίας: να τι μας τσαμπουνάνε χριστιανοί και κομμουνιστές.
marx-jesusΜόλις αφήσαμε πίσω μας αιματηρά καθεστώτα που προσπαθώντας να δημιουργήσουν αδελφοσύνη ανάμεσα στους λαούς εξαπέλυσαν μαζική τρομοκρατία. Για να ενώσεις τους ανθρώπους, πρέπει να αποκλείσεις μερικούς: τους δύσπιστους, τους σχισματικούς, τους εκμεταλλευτές... Και στις δύο περιπτώσεις συναντάμε την εγκληματική καλοσύνη του ιεροεξεταστή, του σταυροφόρου, του πολιτικού κομισάριου, του γνώστη της μοναδικής, «αντικειμενικής» αλήθειας. Αδελφότητα ή θάνατος: το σύνθημα είχε μεγάλη απήχηση κατά τη γαλλική επανάσταση με τα γνωστά αποτελέσματα – την τρομοκρατία του Ροβεσπιέρου. Αρχίζουμε με την επίκληση του ευαγγελίου: «Οι πρώτοι μαθητές του Σωτήρος ήταν αδελφοί, ίσοι και ελεύθεροι», έλεγε το 1791 ο αββάς Λαμουρέτ, αλλά, το 1793-4 οι μεν έστειλαν τους δε στην αγχόνη με την κατηγορία της προδοσίας. Ο κομμουνισμός στη σοβιετική, μαοϊκή, καστρική και πολποτική μορφή, εξολόθρευε τους συντρόφους και τους συνοδοιπόρους όταν παρέκκλιναν –αλλά κι όταν δεν παρέκκλιναν- από την απόλυτη πίστη στην Επανάσταση και στον Σοσιαλισμό. Το υπέροχο ιδεώδες της πίστης στον θεό ή στον Λένιν απαιτούσε την απομάκρυνση των φθοροποιών στοιχείων που εμπόδιζαν την πραγματοποίηση του παραδείσου. «Ω, εσείς που είστε αδελφοί μου μπροστά στον κοινό εχθρό,» έλεγε ο μεγάλος σταλινικός ποιητής Πολ Ελυάρ – το ότι μπορεί κανείς να είναι «μεγάλος» και «ποιητής» και «σταλινικός» αποτελεί ένα από τα παράδοξα του 20ού αιώνα... Αν αναλύσει κανείς τους λόγους των απολογητών της αδελφοσύνης, θα δει ότι είναι γεμάτοι χολή και μίσος – δεν αγαπούν κανέναν∙ αντιθέτως, ξερνούν πάνω σε ανθρώπους και θεσμούς. Τα λόγια δεν μπορούν να περιγράψουν τα εγκλήματα που εμπνέει η «αγάπη» για την ανθρωπότητα «γενικά», όταν αυτή δεν απευθύνεται στον κάθε άνθρωπο χωριστά. Οι τελευταίοι κομμουνιστές διανοούμενοι στην Ευρώπη, ο Αλαίν Μπαντιού και ο Σλάβοζ Ζίζεκ μεταξύ άλλων, παραπέμπουν στον απόστολο Παύλο, στον χριστιανισμό και στη δύναμη της αγάπης να μεταμορφώνει. Ι rest my case...
katyn-massacre-communist-war-crimeΜολονότι η ρητορική των καλών προθέσεων μοιάζει κατακουρελιασμένη, επαναλαμβάνεται διαρκώς: η δυστυχία κάποιων δεν έχει σημασία αν διευκολύνει τη βασιλεία των ουρανών ή την επανάσταση. Η εχθρότητα είναι ευκολότερη από τη συνεννόηση: ο «λαός» γίνεται εύκολα μια φανατισμένη στρατιά κατ’ εικόνα του θεού των χριστιανών, ο οποίος, παρότι «αγαπά τους πράους και τους επιεικείς», προκάλεσε τις τρομακτικές σφαγές που προκάλεσε∙ κατ’ εικόνα των «επαναστατών» ηγετών του που καταφέρονται εναντίον των «εχθρών του λαού».
Στην εποχή της νεοτερικότητας υπήρξαν δυο συστήματα τυραννίας που ξεπατίκωσαν το χριστιανικό πρότυπο: ο εθνικοσοσιαλισμός που βασίστηκε στο μίσος και ο κομμουνισμός που βασίστηκε στην αγάπη. Ο δεύτερος απορρίπτεται δυσκολότερα εξαιτίας τόσο της ευγένειας των ιδανικών του όσο και εξαιτίας των πολλαπλών του εκδοχών μερικές από τις οποίες απομακρύνονται από τον ολοκληρωτισμό. Το ναζιστικό πρόγραμμα βασιζόταν στο μίσος εναντίον των Εβραίων (και των «κατωτέρων φυλών») τους οποίους υποσχόταν να εξοντώσει∙ το κομμουνιστικό πρόγραμμα υποσχόταν τη χειραφέτηση της ανθρωπότητας μέσω του προλεταριάτου. Οι ναζί μιλούσαν τη γλώσσα του δημίου, της «ανώτερης φυλής», οι κομμουνιστές τη γλώσσα του θύματος, των ταπεινών της γης. Αλλά, για να επέλθει δικαιοσύνη στον κόσμο, ήταν απαραίτητη η εξαφάνιση πολλών κοινωνικών ομάδων που αντιτίθεντο στην κυριαρχία του προλεταριάτου και του κόμματος: αστοί, κουλάκοι, προδότες του λαού, ιμπεριαλιστές, χάρτινοι διανοούμενοι, λούμπεν... Το μεγαλείο της επιχείρησης η οποία εκτυλισσόταν στο όνομα της πάσχουσας ανθρωπότητας, νομιμοποιούσε την κτηνωδία των μεθόδων. Ο κομμουνισμός ήταν η αναπαράσταση του χριστιανισμού στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης. Τρεις αιώνες αργότερα παραμένει απαράλλακτος.

Γιούργκεν Χάμπερμας: "Να σώσουμε τον βιότοπο της γηραιάς Ευρώπης"


"Η Ευρώπη είναι ένα πρόγραμμα πολιτισμού, που δεν πρέπει να του επιτραπεί να αποτύχει" τόνισε ο διάσημος Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας σε εκδήλωση που έλαβε χώρα στο Ινστιτούτο Γκαίτε στο Παρίσι. Στη σχετική ανταπόκριση του "Spiegel", ο Γερμανός φιλόσοφος υπογράμμισε πως γι΄αυτό τον λόγο "δεν είναι απλώς εφικτή η ύπαρξη της παγκόσμιας κοινότητας, είναι απαραίτητη - για να συμφιλιώνει τη δημοκρατία με τον καπιταλισμό. Πρέπει σήμερα να θεσπίσουμε τη συνεργασία ανάμεσα στους πολίτες και τα κράτη, για να δημιουργήσουμε την παγκόσμια κοινότητα των πολιτών" λέει και συμπληρώνει πως "αλλιώς διατρέχουμε τον κίνδυνο να βρεθούμε σε μια κατάστασης μόνιμης έκτακτης ανάγκης και τα κράτη να καθοδηγούνται από τις αγορές".
"Κάποια στιγμή μετά το 2008, κατάλαβα ότι το πρόγραμμα της επέκτασης, της ενοποίησης και του εκδημοκρατισμού δεν προχωρούσαν αυτόματα" παρατήρησε, "ότι είναι αναστρέψιμα, ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της Ε.Ε. ζούμε την αποσυναρμολόγηση της δημοκρατίας. Πριν, δεν πίστευα ότι μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Κι όμως φτάσαμε σε ένα σταυροδρόμι" σημειώνει.
"Σε τούτη την κρίση", υποστηρίζει ο Χάμπερμας, "οι λειτουργικές και συστημικές επιταγές βρίσκονται σε σύγκρουση" και σημειώνει πως "όσο περισσότερο διαρκεί η κρίση τόσο μεγαλύτερη σύγχυση προκαλείται". Χαρακτηρίζοντας "τελείως απαράδεκτη" τη γερμανική στάση έναντι της Ελλάδας, ο Χάμπερμας δηλώνει την απογοήτευσή του από τους Γερμανούς πολιτικούς - "δεν έχουν πολιτική ουσία, ούτε καν πεποιθήσεις" λέει.
Δυο μέρες πριν, σε μιαν εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο Descartes, o Xάμπερμας είχε ανατρέξει στα "λάθη που έγιναν στην οικοδόμηση της Ε.Ε. Υπήρξε έλλειψη πολιτικής ενοποίησης κι ένας ενσωματωμένος στο σύστημα καπιταλισμός". Κατά την ανάλυσή του, "δεν είναι τα κράτη που έχουν δικαιώματα. Μόνον οι πολίτες έχουν δικαιώματα, αυτοί είναι οι ιστορικοί πρωταγωνιστές" λέει και προσθέτει πως "η Ευρώπη δεν δεν είναι μια κοινοπολιτεία κρατών, αλλά κάτι νέο. Πρόκειται για μια νομική κατασκευή την οποία συμφώνησαν οι λαοί της Ευρώπης σε συνεννόηση με τους πολίτες της Ευρώπης, με εμάς δηλαδή" λέει και ζητά από το κοινό του "να σώσουμε τον βιότοπο της γηραιάς Ευρώπης".
Ο Χάμπερμας πιστεύει ότι αυτό θα γίνει αν "τα ΜΜΕ βοηθήσουν τον κόσμο να αντιληφθεί την τεράστια επιρροή που δέχεται η ζωή τους από την Ε.Ε. και αν οι πολιτικοί αντιληφθούν την τεράστια πίεση που θα υποστούν, αν η Ε.Ε. αποτύχει και δεν προχωρήσει ο εκδημοκρατισμός της".
Αναφερόμενος στη συμφωνία της 21ης Ιουλίου, ο Γερμανός φιλόσοφος θεωρεί πως αυτή ήταν "ένας αόριστος συμβιβασμός ανάμεσα στον γερμανικό οικονομικό φιλελευθερισμό και τον γαλλικό κρατισμό. Όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως και οι δύο πλευρές θέλησαν να μετατρέψουν την ενοποίηση (όπως ορίζεται στη Συνθήκη της Λισσαβόνας  σε μια διακυβερνητική υπεροχή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κόντρα στο πνεύμα των συνθηκών και χωρίς νομική βάση".
Μολονότι δηλώνει "αισιόδοξος", αντικρούει τις ρητορείες της "πολιτικής ηττοπάθειας" και σημειώνει πως "ακόμη και στην κρίση μπορούμε να βγούμε με μιαν Ένωση που θα είναι πιο δημοκρατική και πολιτικά αποτελεσματική", στην κατακλείδα της ομιλίας του, ο Γερμανός φιλόσοφος είναι δηλητηριώδης. Προειδοποιώντας για τον κίνδυνο εκτροχιασμού της Ε.Ε., παρέπεμψε στη γερμανική ιστορία: "αν αποτύχει τούτο το ευρωπαϊκό εγχείρημα" είπε, "τότε το ερώτημα θα είναι ένα: πόσο καιρό θα χρειαστούμε για να επανέλθουμε στο status quo. Θυμηθείτε τη Γερμανική Επανάσταση του 1848 - όταν απέτυχε, χρειαστήκαμε 100 χρόνια για να ξανακερδίσουμε το επίπεδο δημοκρατίας που είχαμε τότε"...
ΑΥΓΗ / tvxs

Η τυραννία της πολιτικής οικονομίας. Του Ντάνι Ρόντρικ


Υπήρχε μια εποχή που εμείς οι οικονομολόγοι μέναμε μακριά από την πολιτική. Θεωρούσαμε ότι δουλειά μας ήταν να περιγράφουμε πώς λειτουργούν οι οικονομίες της αγοράς, πότε αποτυγχάνουν και πώς καλοσχεδιασμένες πολιτικές μπορούν να ενισχύουν την αποτελεσματικότητά τους. 
Μετά κάποιοι από εμάς έγιναν πιο φιλόδοξοι. Απογοητευμένοι επειδή πολλές από τις συμβουλές μας δεν εισακούγονταν, στρέψαμε τα αναλυτικά εργαλεία μας στη συμπεριφορά των ίδιων των πολιτικών και των γραφειοκρατών. Αρχίσαμε να εξετάζουμε την πολιτική συμπεριφορά χρησιμοποιώντας το ίδιο πλαίσιο εννοιών που χρησιμοποιούμε για να αναλύουμε τις αποφάσεις καταναλωτών και παραγωγών σε μια οικονομία της αγοράς.
Ενα εμφανές όφελος ήταν ότι μπορούσαμε τώρα να εξηγήσουμε γιατί πολιτικοί έκαναν τόσα πολλά πράγματα που παραβίαζαν τον οικονομικό ορθολογισμό. Και βρήκαμε την απάντηση σε δύο λέξεις: κατεστημένα συμφέροντα.
Γιατί αποκλείονται από τον πραγματικό ανταγωνισμό τόσες πολλές βιομηχανίες; Επειδή οι βιομήχανοι έχουν στην τσέπη τους τους πολιτικούς, και άλλα παρόμοια.
Για να αλλάξουμε τον κόσμο, πρέπει να τον κατανοήσουμε. Και αυτός ο τρόπος της ανάλυσης έμοιαζε να μας μεταφέρει σε ένα υψηλότερο επίπεδο κατανόησης των οικονομικών και πολιτικών αποτελεσμάτων.
Αλλά υπήρχε ένα βαθύ παράδοξο σε όλα αυτά. Οσο περισσότερο ισχυριζόμασταν ότι εξηγούσαμε τόσο λιγότερο χώρο αφήναμε για να βελτιωθούν τα πράγματα. Αν η συμπεριφορά των πολιτικών καθορίζεται από τα κατεστημένα συμφέροντα με τα οποία διασυνδέονται, τότε οι εκκλήσεις των οικονομολόγων για πολιτικές μεταρρυθμίσεις είναι καταδικασμένες να μην εισακουστούν ποτέ. Η αλήθεια είναι ότι τα σύγχρονα πλαίσια για την πολιτική οικονομία μας είναι γεμάτα με άρρητες υποθέσεις για το σύστημα των ιδεών στις οποίες βασίζεται η λειτουργία των πολιτικών συστημάτων. Μόλις γίνουν ρητές αυτές οι υποθέσεις, ο αποφασιστικός ρόλος των κατεστημένων συμφερόντων εξαφανίζεται. Ο πολιτικός σχεδιασμός, η πολιτική ηγεσία και ο ανθρώπινος παράγοντας επιστρέφουν στο προσκήνιο.
 Υπάρχουν τρεις τρόποι με τους οποίους οι ιδέες καθορίζουν συμφέροντα.
Πρώτον, οι ιδέες διαμορφώνουν το πώς οι πολιτικές ελίτ καθορίζουν τον εαυτό τους και τους στόχους που επιδιώκουν - χρήμα, τιμή, κύρος, μακροβιότητα στην εξουσία, ή απλώς μια θέση στην Iστορία. Αυτά τα ζητήματα ταυτότητας καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο επιλέγουν να δράσουν.
Δεύτερον, οι ιδέες διαμορφώνουν τις απόψεις που έχουν οι πολιτικοί παίκτες για τον τρόπο με τον οποίον λειτουργεί ο κόσμος. Ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα ασκούν άλλες πιέσεις όταν πιστεύουν, ας πούμε, ότι μια δημοσιονομική πολιτική θα οδηγήσει σε πληθωρισμό και άλλες όταν θεωρούν ότι θα δημιουργήσει υψηλότερη ζήτηση.
Τρίτον και πιο σημαντικό: οι ιδέες διαμορφώνουν τις στρατηγικές που οι πολιτικοί παίκτες πιστεύουν ότι μπορούν να ακολουθήσουν. Παραδείγματος χάριν, ένας τρόπος για να παραμείνουν στην εξουσία οι ελίτ είναι να καταπιέσουν κάθε οικονομική δραστηριότητα. Αλλά ένας άλλος είναι να ενθαρρύνουν την οικονομική ανάπτυξη, διαφοροποιώντας ταυτοχρόνως την ίδια την οικονομική βάση τους, δημιουργώντας, ας πούμε, νέες συμμαχίες.
Αν διευρύνεις το φάσμα των εφικτών στρατηγικών (αυτό που κάνει ο καλός πολιτικός σχεδιασμός και οι καλές ηγεσίες), αλλάζεις ριζοσπαστικά τις συμπεριφορές και τα αποτελέσματα.
Πράγματι, αυτό είναι που εξηγεί κάποιες από τις πιο εκπληκτικές στροφές στις οικονομικές επιδόσεις στις πρόσφατες δεκαετίες, όπως η έκρηξη της ανάπτυξης στη Νότια Κορέα και στην Κίνα (στη δεκαετία του 1960 και στα τέλη της δεκαετίας του '70, αντιστοίχως). 
Και στις δύο περιπτώσεις οι μεγαλύτεροι νικητές ήταν κατεστημένα συμφέροντα (το επιχειρηματικό κατεστημένο της Κορέας και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας). Η μεταρρύθμιση δεν έγινε επειδή αναδιαμορφώθηκε η πολιτική εξουσία, αλλά επειδή εμφανίστηκαν νέες στρατηγικές. Συχνά η οικονομική αλλαγή συμβαίνει όχι όταν ηττώνται τα κατεστημένα συμφέροντα, αλλά όταν χρησιμοποιούνται διαφορετικές στρατηγικές για την επιδίωξη αυτών των συμφερόντων.
Η πολιτική οικονομία παραμένει, αναμφίβολα, σημαντική. Χωρίς μια σαφή κατανόηση για το ποιος κερδίζει και ποιος χάνει από το status quo, είναι δύσκολο να καταλάβουμε την υπάρχουσα πολιτική μας. Αλλά η υπερβολική εστίαση στα κατεστημένα συμφέροντα εύκολα μπορεί να στρέψει την προσοχή μας μακριά από την κρίσιμη συνεισφορά που μπορεί να έχουν η ανάλυση πολιτικής και η πολιτική επιχειρηματικότητα. Οι πιθανότητες για οικονομική αλλαγή περιορίζονται όχι μόνο από την πραγματικότητα της πολιτικής εξουσίας, αλλά και από τη φτώχεια των ιδεών μας.
 * Ο Ντάνι Ρόντρικ είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο Χάρβαρντ.
Πηγή: Το Βήμα- The Project Syndicate

Ελληνας γίνεσαι, δεν γεννιέσαι, του Δημήτρη Παπαχρήστου


Φωτογραφία: Αλέξανδρος Κατσής/ FosPhotos
Ελληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι. Το επικροτεί η αντισυνταγματική ρύθμιση του νόμου περί ιθαγένειας, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι ρατσιστές χρυσαυγίτες ναζί δικαιώνονται. Η κυβέρνηση του Σαμαρά με τους προπαγανδιστές της διεισδύουν στον ακροδεξιό χώρο και νομίζουν πως μ' αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζουν το μεγάλο πρόβλημα των μεταναστών.
Η πραγματικότητα λέει πως υπάρχουν χιλιάδες παιδιά που γεννήθηκαν στη χώρα μας από τους μετανάστες και από μεικτούς γάμους, πήγαν και πηγαίνουν στα ελληνικά σχολεία, μιλάνε τη γλώσσα την ελληνική και είναι από αρχαιοτάτων χρόνων γνωστό πως οι της ελληνικής γλώσσας και παιδείας μετέχοντες είναι Ελληνες.
Η αναζωογόνηση της ελληνικής κοινωνίας δεν έγινε μόνο από το εργατικό δυναμικό των ξένων αλλά και από την ένταξή τους στην καθημερινή ζωή, όχι μόνο της κατανάλωσης αλλά και στο επίπεδο το πολιτιστικό. Τα παιδιά των ξένων στην πλειονότητά τους δεν γνωρίζουν τη γλώσσα της πατρίδας των γονιών τους. Δεν αισθάνονται διχασμένα γιατί είναι ελληνάκια με τους συμμαθητές τους, που κι αυτοί δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συναγελαστούν, να παίξουν και να ερωτοτροπήσουν.
Οι Ελληνες δεν είναι εξ αίματος Ελληνες αλλά εκ πνεύματος και από τη γλώσσα τους που είναι η ψυχή της πατρίδας τους. Κι όσοι έζησαν και ζούνε σ' αυτόν τον πανάρχαιο τόπο με την ιστορία που κουβαλάει και με τα μνημεία που μαρτυρούν τον πολιτισμό και τις αξίες που γεννήθηκαν εδώ και έγιναν οικουμενικές, δεν μπορεί να μην τους διαπεράσει το φως που αναδεικνύει την ωραιότητα και τη θαυμαστή αρμονία που εκφράστηκε από την τέχνη που δεν έπαψε να υπάρχει και να συνδέεται με τα κλασικά μας γράμματα.
Ποια σχέση έχουν με την Ελλάδα και την πατρίδα μας οι άσχετοι των ελληνικών γραμμάτων και του πολιτισμού μας, οι νεοναζιστές, θαυμαστές του Χίτλερ; Την προσβάλλουν την πατρίδα μας, δεν είναι Ελληνες, είναι βάρβαροι, περισσότερο κι από τους «βαρβάρους». Ο ανθρωπιστικός πολιτισμός μας θα πρέπει να λειτουργήσει καταλυτικά καθότι οι κοινωνίες που ζούμε εκβαρβαρίζονται από ένα παγκόσμιο σύστημα που δεν εμπορεύεται και εκμεταλλεύεται μόνο εμπορεύματα, αλλά εμπορευματοποιεί και τους ανθρώπους. Χρειάζεται ένα πολιτικό και πολιτιστικό κίνημα εξανθρωπισμού των ανθρώπων. Αυτό μπορεί να γίνει κόντρα στη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού υπερκαταναλωτικού συστήματος που διαβρώνει και μεταλλάσσει τους ανθρώπους. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την ιθαγένεια θα πρέπει να ανακληθεί γιατί μας προσβάλλει ως χώρα και γίνεται βούτυρο στο ψωμί της Χρυσής Αυγής.
Άρθρο του συγγραφέα Δημήτρη Παπαχρήστου για το «Έθνος» / tvxs

Ιθαγένεια και ηγεμονία. Του Γιώργου Κατρούγκαλου



 
Η σπουδή του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, να αξιοποιήσει την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας για το «νόμο Ραγκούση», αποτελεί το τρίτο βήμα στην προσπάθεια εγκαθίδρυσης καθεστώτος «νόμου και τάξης».

Η πρώτη ήταν οι συμβολικές κινήσεις κατά της «ανομίας», με επιχειρήσεις τύπου Βίλα Αμαλία. Η δεύτερη ήταν η επίθεση κατά της κοινωνικής αντίδρασης στα μνημονιακά μέτρα, με την επιστράτευση των απεργών του Μετρό και των ναυτεργατών. Η υπόθεση της ιθαγένειας φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι κάτι διαφορετικό, εφόσον δεν αφορά τα «δικά μας» δικαιώματα, αλλά των περιθωριακών της κοινωνίας μας, των ξένων. Και όμως, δεν είναι έτσι. Μπροστά στα μάτια μας ξετυλίγεται μία συνολική αντεπανάσταση, η οποία αμφισβητεί το σύνολο των αξιών και της θεσμικής προστασίας των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων της τελευταίας τριακονταετίας. Επιδιώκει να δημιουργήσει στη θέση τους μια νέα ηγεμονία, βασισμένη στις παραδοσιακές αξίες της συντηρητικής παράταξης, όπως έχουν «εμπλουτιστεί» από την ατζέντα της Χρυσής Αυγής. Στο πλαίσιο αυτό έχει ήδη προαναγγελθεί, με προφανώς σκόπιμη διαρροή στον Τύπο, και το τέταρτο βήμα, που θα είναι η ουσιαστική κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας στο δημόσιο τομέα και η επαναφορά του δικαιώματος του λοκ άουτ. (Ενα ενδιάμεσο βήμα, η προώθηση του ελευθεριοκτόνου σχεδίου νόμου για τις διαδηλώσεις, που ετοιμάστηκε από το Δήμο Αθηναίων, δυστυχώς με συνέργεια συναδέλφων συνταγματολόγων, φαίνεται να έχει μείνει μετέωρο λόγω της αντίθεσης του υπουργού Δικαιοσύνης.) Η ηγεμονία αυτή δεν έχει κερδηθεί στην κοινωνία. Η κυβέρνηση επιδιώκει να την εκμαιεύσει λάθρα, εκμεταλλευόμενη το συλλογικό μούδιασμα που απορρέει από τα ατομικά αδιέξοδα του καθενός μπροστά στην ανεργία και τα χρέη. Οσο η απόγνωση δεν μεταφράζεται σε συλλογικό αγώνα τόσο ευκολότερο είναι να στρώσει το χαλί στην αποδοχή της σιδηράς πυγμής που δοκιμάζει η κυβέρνηση. Η ιστορική εμπειρία δείχνει, άλλωστε, ότι η ισοπέδωση των κοινωνικών δικαιωμάτων συνήθως συνοδεύεται από ένταση του αυταρχισμού και την αμφισβήτηση και των ατομικών ελευθεριών. Ακριβώς όμως επειδή ο τελικός σκοπός είναι η ιδεολογική ηγεμονία, συνοδό όπλο στην αυταρχική βία εισφέρει ο αποπροσανατολισμός που σκηνοθετούν τα χαλκεία της κυβερνητικής προπαγάνδας. Αίφνης, εν όψει της κλιμάκωσης των αγροτικών αγώνων, ανακαλύφθηκαν οι απάτες με το ΦΠΑ μιας μικρής μειοψηφίας αγροτών, προφανώς σε μεγάλο βαθμό πελατών των δύο πάλαι ποτέ κομμάτων του δικομματισμού. (Απάτες τέτοιου είδους απαιτούν «πλάτες» στην κρατική μηχανή.) Η προώθηση νέου νόμου για την ιθαγένεια αποτελεί προνομιακή κίνηση στη σκακιέρα της ηγεμονίας, λόγω του ειδικού βάρους που έχει η ρητορική περί έθνους στη συντηρητική ιδεολογία.Επιβοηθείται δε τα μάλα από την απαράδεκτη απόφαση του ΣτΕ, που συγχέει δύο εντελώς ανόμοια μεγέθη: την κοινωνικοπολιτική διάσταση του έθνους με το νομικό ζήτημα της χορήγησης της ιθαγένειας. Η ιθαγένεια αποτελεί το νομικό δεσμό με το κράτος και όχι πιστοποιητικό εθνικής συνείδησης. Όσοι ξένοι ποδοσφαιριστές, για παράδειγμα, την αποκτούν, δεν το κάνουν λόγω εθνικής έξαρσης, αλλά για καθαρά πρακτικούς, νομικούς λόγους. Βεβαίως και ο νόμος Ραγκούση προσπάθησε να λύσει το ζήτημα της ένταξης των μεταναστών εσφαλμένα, κυρίως μέσω της απονομής ιθαγένειας, ενώ το κομβικό ζήτημα είναι η ισότητα δικαιωμάτων. Ο μέσος μετανάστης, που δεν μεγάλωσε εδώ, δεν θέλει την ιθαγένεια από ξαφνική ανάγκη να γίνει Ελληνας, αλλά για να μπορεί να μένει και να εργάζεται νόμιμα στη χώρα. Εάν είχε εξασφαλιστεί η ισότητα δικαιωμάτων του, με μία διάταξη, π.χ. όπως αυτή του ισπανικού Συντάγματος που αναγνωρίζει ίσα δικαιώματα στους νόμιμα ευρισκόμενους στη χώρα αλλοδαπούς, μόνο όσοι πραγματικά αγαπούν και θέλουν να μείνουν για πάντα εδώ θα υπέβαλλαν αίτηση πολιτογράφησης.Το θέμα είναι εντελώς διαφορετικό για τα παιδιά που δεν ξέρουν άλλη πατρίδα, που γεννήθηκαν και πήγαν εδώ στο σχολείο. Δεν χρειαζόμαστε τον Ισοκράτη για να καταλάβουμε ότι αυτά είναι Ελληνάκια. Εάν δεν δείξουμε την αλληλεγγύη μας τώρα σε αυτά, ό,τι και να πάθουμε στο μέλλον θα μας αξίζει. Οχι για ηθικούς λόγους. Αλλά γιατί θα έχουμε απαρνηθεί το συνεκτικό ιστό της αλληλεγγύης και των δικαιωμάτων και θα έχουμε παραδώσει μόνοι την ηγεμονία στον Μιχαλολιάκο και τους ζηλωτές του. Και δεν υπάρχουν νομικά εμπόδια για να σωθούν τα παιδιά. Το ΣτΕ δεν είναι συνταγματικό δικαστήριο. Είναι εύκολο να εφαρμοστεί η απόφασή του με τρόπο που και το Σύνταγμα να γίνει σεβαστό, αλλά και η προστασία της ανθρώπινης αξίας. Της αξίας την οποία μοιράζονται και οι Ελληνες και οι «άλλοι».
* Ο Γ. Κατρούγκαλος είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΔΠΘ

Ελευθεροτυπία
 / tvxs